THEPOWERGAME
Βλέποντας τις δέκα υποψηφιότητες που διεκδικούν το Όσκαρ καλύτερης ταινίας την επόμενη Κυριακή διαπιστώνει κανείς ότι ανάμεσά τους περιλαμβάνονται ταινίες που έχουν διαγράψει μεγάλη πορεία στο box office και άλλες που δεν κατάφεραν να προσελκύσουν το μεγάλο κοινό.
Το «Top Gun: Maverick», το «Avatar: The way of water» ή ο «Elvis» του Μπαζ Λούρμαν είναι ταινίες που γέμισαν τις αίθουσες σε όλο τον κόσμο με θεατές που ακόμα διστάζουν να κόψουν εισιτήριο μετά από τρία χρόνια πανδημίας. Από την άλλη, ταινίες όπως τα «Πνεύματα του Ινισέριν», το «Γυναικείες κουβέντες», το «Tar», το «Τρίγωνο της θλίψης», ακόμα και το «The Fabelmans» του Στίβεν Σπίλμπεργκ κυνηγούν το μεγάλο βραβείο χωρίς να αποτελούν εισπρακτικές επιτυχίες. Και αν δει κανείς τις ταινίες που διεκδίκησαν το κορυφαίο Όσκαρ από το 2003 και μετά, τότε που στην πεντάδα υπήρχαν «μεγάλες» ταινίες από εξίσου «μεγάλες υπογραφές», όπως ο «Αρχοντας των δαχτυλιδιών: Οι δύο πύργοι», «Οι ώρες», «Οι συμμορίες της Νέας Υόρκης», «Ο πιανίστας» και το «Chicago», η Ακαδημία Κινηματογράφου φαίνεται να προτιμά όλο και πιο «μικρές» ταινίες που το εκτόπισμά τους στο box office είναι σχεδόν αμελητέο. Κι όμως το «The Fabelmans» είναι σκηνοθετημένο από τον κορυφαίο δημιουργό του Χόλιγουντ, Στίβεν Σπίλμπεργκ. Στα «Πνεύματα του Ινισέριν» πρωταγωνιστεί ένας δημοφιλέστατος ηθοποιός, ο Κόλιν Φάρελ. Στο «Tar» πρωταγωνιστεί η εξίσου δημοφιλής Κέιτ Μπλάνσετ, ενώ το «Τρίγωνο της θλίψης» πήρε Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες και στο πρώτο μέρος της ταινίας βασικό ρόλο παίζει ο Γούντι Χάρελσον.
Δύσκολη αποστολή
Ποιος όμως ήξερε το «CODA» πριν ανακοινωθούν οι υποψηφιότητες του 2022; Πρόκειται για την ταινία που απέσπασε τελικά το Όσκαρ καλύτερης ταινίας στην περσινή απονομή. Ποιος μπορεί να θυμηθεί πέντε καλές ταινίες από τις πέντε προηγούμενες χρονιές; Δύσκολη αποστολή ακόμα και για εκείνους που παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην βιομηχανία του Χόλιγουντ. Και το θέμα δεν είναι ότι δεν υπάρχουν καλές ταινίες, αν και η πανδημία φρέναρε την παραγωγή και ανέβαλλε πολλές πρεμιέρες.
Η απάντηση στο ερώτημα που προκύπτει έχει να κάνει με την υπερπροσφορά περιεχομένου στις οθόνες μας και τον τρόπο που βλέπουμε πλέον ταινίες. Από τη μια μεριά έχουμε τις ψηφιακές πλατφόρμες, ελληνικές και ξένες, που μας βομβαρδίζουν με νέες ταινίες και σειρές σχεδόν σε καθημερινή βάση με αποτέλεσμα μέσα στο γενικότερο χάος, να είναι όλο και πιο δύσκολο οι καλές παραγωγές να καταφέρνουν να αποσπούν το ενδιαφέρον μας. Από την άλλη, η ευκολία που πλέον διαθέτουμε για να βλέπουμε ταινίες στο κινητό, το τάμπλετ ή το λάπτοπ, έχει ελαχιστοποιήσει τις επισκέψεις μας στη σκοτεινή αίθουσα και τη μεγάλη οθόνη, τον κατεξοχήν χώρο προβολής και θέασης μιας ταινίας. Και όλοι κατανοούμε πως ακόμα και μια κακή ταινία παίρνει άλλες διαστάσεις όταν τη βλέπεις στην αίθουσα. Όμως όταν την επιλέγεις για να τη δεις στο κινητό σου τηλέφωνο ή στο λάπτοπ στον καναπέ σου, ο πειρασμός να τη σταματήσεις για να κάνεις κάτι άλλο ή για να διαλέξεις μια άλλη ταινία που πιστεύεις ότι θα σε ικανοποιήσει περισσότερο, είναι μεγάλος. Κι ας μην μιλήσουμε για όλα τα τεχνικά στοιχεία μιας ταινίας (ήχος, φωτογραφία κ.α.) που όσο προηγμένος τεχνολογικά και να είναι ο εξοπλισμός στο σπίτι σου, η απόδοση στη μικρή οθόνη δεν θα έχει καμία σχέση με αυτή της μεγάλης.
Το ότι πολλές από τις ταινίες που διαγωνίζονται στα Όσκαρ, ή κέρδισαν βραβεία στα Φεστιβάλ, μας είναι άγνωστες δεν σημαίνει ότι είναι ανάξιες λόγου. Απλά πρέπει κι εμείς από την πλευρά μας να κάνουμε την προσπάθειά μας να βγούμε εκεί έξω και να τις συναντήσουμε.