THEPOWERGAME
Τι θα γινόταν εάν η μεγαλύτερη εισηγμένη εταιρεία στη Βρετανία αποχωρούσε από το Σίτι του Λονδίνου στη μετά Brexit εποχή και επέλεγε να «ρίξει άγκυρα» στη Wall Street; Μια τέτοια προοπτική εξέταζε προ διετίας η Shell, o πετρελαϊκός κολοσσός βρετανικών και ολλανδικών συμφερόντων με κεφαλαιοποίηση 176 δισ. στερλινών και ετήσια έσοδα 316 δισ. στερλινών. Πληροφορίες των Financial Times αποκαλύπτουν πως ο Ουαέλ Σάουαν, νυν διευθύνων σύμβουλος της Shell, ανήκει στην ομάδα στελεχών που είχαν συζητήσει την ιδέα. Τελικά, όμως, αποφάσισαν πως είναι προτιμότερο ο όμιλος να αποσυρθεί από την Ολλανδία και να μεταφέρει τη βάση του στο Λονδίνο.
Ο Σάουαν, λιβανικής και καναδικής καταγωγής, ήταν υπεύθυνος στον τομέα του φυσικού αερίου και των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας της Shell πριν αναλάβει καθήκοντα διευθύνοντος συμβούλου. Από το 1997, όταν δηλαδή προσελήφθη από τον πετρελαϊκό κολοσσό, έχει εργαστεί σχεδόν σε κάθε τομέα. Γεννήθηκε στο Λίβανο ενώ μεγάλωσε στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τον Καναδά. Ο Σάουαν ήταν ένας από εκείνους που ήταν υπέρ της παραμονής της Shell στην Ευρώπη και ειδικότερα στη Βρετανία, παραβλέποντας την αβεβαιότητα που επικράτησε στη χώρα μετά το Brexit, μαρτυρούν οι FT. Αλλά αυτό δεν σημαίνει πως δεν προβληματίζεται από την ισχυρότερη κεφαλαιοποίηση των ανταγωνιστών της Shell στις ΗΠΑ. Αυτή της Exxon Mobil κινείται στα 259 δισ. δολάρια και της Chevron στα 310 δισ. δολάρια.
Παρά την υψηλή κερδοφορία τους, οι ενεργειακοί κολοσσοί δέχονται μεγάλες πιέσεις κάτω από τις υφιστάμενες συνθήκες. Δέχονται κριτική από τις κυβερνήσεις για να μειώσουν τις τιμές στα ορυκτά καύσιμα που έχουν εκτιναχθεί στα ύψη από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Οι επενδυτές, παράλληλα, εξετάζουν εξονυχιστικά τα σχέδια τους ως προς τη διαφοροποίηση των «παραδοσιακών» δραστηριοτήτων τους σε πηγές ενέργειας με χαμηλές εκπομπές ρύπων.
Προ ολίγων ετών, οι ενεργειακοί κολοσσοί ήταν πρόθυμοι να εξαγγείλουν μεγαλόπνοα σχέδια με προσανατολισμό την ενεργειακή μετάβαση. Αλλά οι μεταπτώσεις στην κερδοφορία τους εν μέσω της πανδημίας και η ανάγκη της Ευρώπης για ενεργειακή ασφάλεια φαίνεται πως έχουν καταστήσει τις εταιρείες αυτές πιο συντηρητικές ως προς τη χάραξη των σχεδίων για την πράσινη μετάβαση.
ΒΡ: πράσινη μετάβαση έναντι ενεργειακής ασφάλειας
Μεγάλη εντύπωση στον κλάδο και ειδικότερα στους κύκλους της Shell, παραδείγματος χάριν, προκάλεσε η απόφαση της ΒΡ να αναθεωρήσει τους στόχους για τη μείωση της παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου μέσα στα επόμενα χρόνια. Μετά τα κέρδη ρεκόρ του 2022, που έφθασαν τα 27,7 δισ. δολάρια, η ΒΡ ανακοίνωσε στις αρχές του μήνα πως θα αυξήσει τις επενδύσεις στα ορυκτά καύσιμα περίπου κατά 1 δισ. δολάρια τον χρόνο. Ανάλογες δαπάνες είπε η ΒΡ πως σκοπεύει να δρομολογήσει σε δραστηριότητες με χαμηλές εκπομπές ρύπων. Απευθυνόμενος στους New York Times, o διευθύνων σύμβουλος της ΒΡ, Μπέρναρντ Λούνεϊ., είπε πως «προ τριών ή τεσσάρων ετών, η συζήτηση επικεντρώνονταν αποκλειστικά στην καθαρή ενέργεια, την ενέργεια με χαμηλές εκπομπές ρύπων». «Σήμερα γίνεται μεγάλος λόγος για την ενεργειακή ασφάλεια και την οικονομική ευχέρεια για ενέργεια», πρόσθεσε ο ίδιος.
Από την πλευρά της, η Shell τονίζει πως δεν θα αποπροσανατολιστεί από την στρατηγική της για τη μετάβαση σε πιο καθαρές πηγές ενέργειας. Οι επενδυτές στις ΗΠΑ, αν η Shell ήταν εισηγμένη στη Wall Street, θα επιδοκίμαζαν όμως μια επιβράδυνση της μετάβασης του ομίλου στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ).
Διαφορετικό είναι το κλίμα στην Ευρώπη. Ας μην λησμονείται πως η Shell καταδικάστηκε προ διετίας από εφετείο της Ολλανδίας για την περιβαλλοντική καταστροφή που προκάλεσε θυγατρική της στη Νιγηρία στο παρελθόν. Η προσφυγή στη δικαιοσύνη είχε γίνει από τη περιβαλλοντική οργάνωση Friends of the Earth και ο δικαστικός αγώνας διήρκησε ολόκληρες δεκαετίες.
Όταν είχε ανακοινωθεί η δικαστική απόφαση την άνοιξη του 2021, ο 80χρόνος Βούτερ βαν Ντίρεν, επικεφαλής του ολλανδικού παραρτήματος Friends of the Earth, είχε δηλώσει πως «προ 40ετίας είχαμε πει στη Shell να σταματήσει να είναι μια εταιρεία πετρελαίου και φυσικού αερίου και να εξελιχθεί σε μια ενεργειακή εταιρεία καθώς ήταν ξεκάθαρο πως οι ΑΠΕ ήταν το μέλλον». Σε έναν κόσμο που οι ισορροπίες αλλάζουν με ένα πολεμικό μέτωπο στην ανατολική Ευρώπη, οι προτεραιότητες των ενεργειακών κολοσσών επιστρέφουν λίγο έως πολύ στο παρελθόν των ορυκτών καυσίμων.