THEPOWERGAME
Η υψηλόβαθμη αξιωματούχος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Ιζαμπέλ Σνάμπελ, τόνισε σε δηλώσεις της πως οι επενδυτές κινδυνεύουν να υποτιμήσουν το πόσο επίμονος θα είναι ο πληθωρισμός και την αντίδραση που απαιτείται για να τεθεί υπό έλεγχο.
«Απέχουμε ακόμη πολύ από τη νίκη», ανέφερε σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Bloomberg. Η αντίδραση της οικονομίας στις αυξήσεις των επιτοκίων μπορεί να αποδειχθεί ασθενέστερη απ’ ό,τι σε προηγούμενες φορές, και αν αυτό συμβεί, «ίσως χρειαστεί να δράσουμε πιο δυναμικά», σημείωσε.
Η ΕΚΤ σχεδιάζει άλλη μία αύξηση επιτοκίων μισής μονάδας τον Μάρτιο, συνεχίζοντας μια «γερακίσια» στάση, που συμβαδίζει με την προσέγγιση της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ για συνέχιση των σταθερών αυξήσεων επιτοκίων. Σε ερώτηση για το εάν οι οικονομολόγοι και οι επενδυτές μπορούν να υποθέτουν ότι η ΕΚΤ θα σταματήσει τη σύσφιγξη σε ποσοστό 3,5%, η Σνάμπελ σημείωσε ότι αυτό μπορεί να είναι υπερβολικά αισιόδοξο.
«Οι αγορές έχουν τιμολογήσει την τελειότητα», δήλωσε. «Υποθέτουν ότι ο πληθωρισμός θα μειωθεί πολύ γρήγορα προς το 2% και θα παραμείνει εκεί, ενώ η οικονομία θα τα πάει μια χαρά. Αυτό θα ήταν ένα πολύ καλό αποτέλεσμα, αλλά υπάρχει ο κίνδυνος ο πληθωρισμός να αποδειχθεί πιο επίμονος απ’ ό,τι έχει τιμολογηθεί σήμερα από τις χρηματοπιστωτικές αγορές».
Ενώ οι βραχυπρόθεσμες μετρήσεις για τον πληθωρισμό έχουν υποχωρήσει από τα περσινά νούμερα, που προκλήθηκαν από την ενέργεια, οι πιο μακροπρόθεσμες μετρήσεις παραμένουν αυξημένες, σε περίπου 2,4%, πάνω από τον στόχο της ΕΚΤ για 2%.
Οι αγορές ενίσχυσαν τα στοιχήματα για αύξηση των επιτοκίων μετά τις παρατηρήσεις της Σνάμπελ, τιμολογώντας μια κορύφωση του επιτοκίου καταθέσεων στο 3,72% μέχρι το τέλος του τρίτου τριμήνου και αφαιρώντας σχεδόν όλα τα στοιχήματα για μειώσεις το 2023.
Μια αύξηση της τάξεως των 50 μονάδων βάσης τον επόμενο μήνα είναι «απαραίτητη σε όλα σχεδόν τα πιθανά σενάρια», δήλωσε, επιμένοντας ότι «δεν υπάρχει καμία ανακολουθία μεταξύ της αρχής μας να ακολουθούμε τα δεδομένα και αυτών των προθέσεων, διότι είναι σχεδόν απίθανο τα εισερχόμενα δεδομένα να θέσουν υπό αμφισβήτηση αυτήν την πρόθεση».
Για τη Σνάμπελ οι μισθοί αποτελούν ανησυχία. Επικαλέστηκε προβλέψεις για αύξηση των μισθών έως και 5% τα επόμενα χρόνια, πολύ υψηλή σε σύγκριση με τον στόχο της ΕΚΤ για πληθωρισμό 2%.
«Η αύξηση των μισθών έχει επιταχυνθεί σημαντικά», δήλωσε. «Δεδομένης της μεγαλύτερης διάρκειας των μισθολογικών συμβάσεων σε σύγκριση με τις ΗΠΑ και μιας πιο συγκεντρωτικής διαδικασίας διαπραγμάτευσης, θα μπορούσε κανείς να περιμένει ότι η αύξηση των μισθών στην Ευρωζώνη θα είναι πιο επίμονη».