THEPOWERGAME
Η Γαλλία έχει μια από ένα από τα χαμηλότερα όρια συνταξιοδότησης στην Ευρώπη, με κάθε εργαζόμενο να δικαιούται να αποσυρθεί από την ηλικία των 62 ετών αντί του 66ου έτους που ισχύει στη Γερμανία και του 67ου στην Ιταλία. Οι συνταξιοδοτικές δαπάνες είναι, παράλληλα, από τις υψηλότερες μεταξύ των χωρών του ανεπτυγμένου κόσμου καθώς αναλογούν σχεδόν στο 14% του ΑΕΠ, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ. Εντούτοις καμία μεγάλη μεταρρύθμιση δεν έχει επιτευχθεί στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Γαλλίας από τη δεκαετία του ΄80 καθώς οι συνδικαλιστικές ενώσεις έθεταν πάντα ανυπέρβλητους πολιτικούς φραγμούς.
Την ίδια αποφασιστικότητα φαίνεται να επιδεικνύουν οι συνδικαλιστές στα τωρινά σχέδια της κυβέρνησης του Εμανουέλ Μακρόν να αυξήσει το κατώτατο όριο συνταξιοδότησης από τα 62 έτη στα 64 ή 65 έτη. Το Παρίσι ήδη ανέβαλε την επίσημη παρουσίαση των προτάσεων για τη ευρύτερη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος για τις 10 Ιανουαρίου προκειμένου να αποφευχθούν εντάσεις μέσα στην εορταστική περίοδο των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς.
Για να προετοιμάζει το έδαφος, η πρωθυπουργός της Γαλλίας, Ελιζαμπέτ Μπορν, έχει πραγματοποιήσει εκτενείς διαβουλεύσεις με συνδικαλιστικούς εκπροσώπους και πολιτικούς εδώ και τρεις μήνες. Όμως, ο Λορέν Μπερζέ, επικεφαλής ενός από τα μεγαλύτερα συνδικάτα στη Γαλλία (CFDT), ήταν ξεκάθαρος. «Εάν η Ελιζαμπέτ Μπορν θεωρεί πως η σωστή μεταρρύθμιση είναι να αυξήσει το κατώτατο όριο συνταξιοδότησης τότε θα κάνουμε τα πάντα για να οπισθοχωρήσει η κυβέρνηση», δήλωσε ο Μπερζέ σε συνέντευξη που έδωσε στην κυριακάτικη έκδοση της Le Parisien.
Αυτή η διαμάχη είναι ανεπιθύμητη τόσο για τα συνδικάτα, όσο και για την Γαλλίδα πρωθυπουργό ή τον υπουργό Εργασίας, Ολιβιέ Ντιουσόπτ, αναφέρει σε σχετικό δημοσίευμα η Le Monde. Τελευταία φορά που έγινε ανάλογη προσπάθεια ήταν στα τέλη του 2019. Αλλά η αντίδραση των δημοσίων υπαλλήλων ήταν τόσο μεγάλη, με μαζικές απεργίες και διαδηλώσεις σε όλη τη χώρα, που η κυβέρνηση Μακρόν αναγκάστηκε να αποσύρει τα σχέδια στις αρχές του 2020.
Ωστόσο, η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος ήταν από τα βασικά σημεία και στην τελευταία προεκλογική ατζέντα του Εμανουέλ Μακρόν. Οκτώ περίπου μήνες μετά την επανεκλογή του για μια δεύτερη θητεία, ο Γάλλος πρόεδρος δεν είναι διατεθειμένος να συμβιβάσει τη φήμη του ως «μεταρρυθμιστής» που έχει στόχο να ενισχύσει το επιχειρηματικό προφίλ και την ανταγωνιστικότητα στην οικονομία, η οποία είναι δεύτερη μεγαλύτερη στην Ευρωζώνη μετά τη γερμανική. Πληροφορίες θέλουν τον Μακρόν να παροτρύνει τα κυβερνητικά στελέχη να μην ενδίδουν στον «φόβο» και τον «αρνητισμό» επισημαίνει η Le Monde.
Πρόσθετα εμπόδια: αντιπολίτευση και κοινή γνώμη
Εκτός από την άρνηση των συνδικάτων να ενδώσουν στη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος της χώρας, η κυβέρνηση Μακρόν θα πρέπει να υπερπηδήσει τις αντιρρήσεις της αντιπολίτευσης στο κοινοβούλιο όπου δεν ελέγχει την πλειοψηφία των εδρών.
Το Ρεπουμπλικανικό κόμμα στη Γαλλία, το οποίο μπορεί να βοηθήσει με τις ψήφους του την κυβέρνηση, έχει δηλώσει πως θα υποστηρίξει τις μεταρρυθμίσεις εάν οι αλλαγές στα όρια της συνταξιοδότησης είναι συντηρητικότερες και εάν η κατώτατη σύνταξη οριστεί στα 1.200 ευρώ, τον μήνα. «Θέλουμε μια μεταρρύθμιση που να μην είναι βάρβαρη, μια μεταρρύθμιση που να είναι δίκαιη», Ερίκ Σιοτί, ηγέτης των Ρεπουμπλικάνων σε συνέντευξη στην Le Journal du Dimanche.
Αν και ο Γάλλος πρόεδρος έχει τη δυνατότητα να περάσει το νομοσχέδιο παρακάμπτοντας μια ψηφοφορία στο κοινοβούλιο, μια τέτοια απόφαση εκτιμάται πως θα προκαλέσει τη δυσαρέσκεια της κοινής γνώμης που είναι ήδη αρνητικά προδιαθετειμένη σε τέτοιας φύσεως αλλαγές. Σε δημοσκόπηση που πραγματοποιήθηκε από την Elabe για το ειδησεογραφικό κανάλι BFM TV, όπου συμμετείχαν 1.005 πολίτες, το 47% είπε πως επιθυμεί να παραμείνει το κατώτατο όριο συνταξιοδότησης στα 62 έτη ενώ το 25% είναι πως θα πρέπει να μειωθεί περαιτέρω και όχι να αυξηθεί.