THEPOWERGAME
Η νέα έξαρση της πανδημίας στην Κίνα και οι επιπτώσεις στην οικονομία της θα διαδραματίσουν πρωταγωνιστικό ρόλο στον υπόλοιπο κόσμο, ο οποίος καταβάλλει προσπάθειες για να ισορροπήσει υπό το βάρος ενός πολέμου στην Ευρώπη, μιας ενεργειακής κρίσης, του υψηλού πληθωρισμού και των αυξημένων επιτοκίων.
Καθυστερήσεις στις εφοδιαστικές αλυσίδες θα εξακολουθούν να επιβραδύνουν το παγκόσμιο εμπόριο όσο η Κίνα θα παλεύει με το νέο κύμα κρουσμάτων, ενώ η ύφεση στα τέλη του 2022 και στις αρχές του 2023 θα αποτελέσει βαρίδι στις καταναλωτικές δαπάνες και άρα στη ζήτηση παγκοσμίως.
Ενώ οι σχέσεις ΗΠΑ – Κίνας θα εξακολουθούν να είναι τεταμένες, το Κίεβο δεν θα παραιτηθεί από την ανακατάληψη των χαμένων εδαφών στην ανατολική Ουκρανία και της Κριμαίας από τη Ρωσία. Ισχυρές οικονομικές δυνάμεις -όπως η Αυστραλία, η Ιαπωνία και τα κράτη-μέλη της ΕΕ- μεταθέτουν μεγαλύτερο βάρος στις αμυντικές δαπάνες τους και χαράσσουν μια μακροπρόθεσμη πολιτική με στόχο την ενεργειακή αυτονομία τους.
Το στίγμα για ένα δύσκολο ξεκίνημα του 2023 έδωσε η επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ). Σε συνέντευξη που παραχώρησε αρχές της εβδομάδας στο αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο CBS, η Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα προέβλεψε πως το ένα τρίτο της παγκόσμιας οικονομίας και το ήμισυ της ΕΕ θα βρεθεί σε ύφεση εντός του 2023. «Οι επόμενοι μήνες θα είναι δύσκολοι για την Κίνα» και η επίδραση θα είναι αρνητική για τον υπόλοιπο κόσμο.
Δύσκολοι οι πρώτοι μήνες του 2023
Για πρώτη φορά έπειτα από μια 40ετία η Κίνα θα βαδίζει σε βραδύτερους ρυθμούς από την παγκόσμια οικονομία, όπως είπε η Γκεοργκίεβα. Προ ενός μηνός το Πεκίνο εγκατέλειψε την τριετή πολιτική των αυστηρών lockdowns, με αποτέλεσμα να ξεσπά νέο κύμα κρουσμάτων και να καταγράφεται ξανά πτώση της μεταποιητικής δραστηριότητας μετά το καλοκαίρι. Εν όψει του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ που θα λάβει χώρα στο Νταβός αργότερα αυτόν τον μήνα, το ΔΝΤ αναμένεται να προχωρήσει σε νέα προς τα κάτω αναθεώρηση των προβλέψεων για την παγκόσμια ανάπτυξη από την έκθεση του Οκτωβρίου.
Υποχώρηση των τιμών φυσικού αερίου στην Ευρώπη
Στην Ευρώπη, ωστόσο, η πτωτική πορεία των τιμών του φυσικού αερίου παρατάθηκε μέσα στις πρώτες ημέρες του 2023, διολισθαίνοντας έως και κάτω από τα 70 ευρώ η μεγαβατώρα. Είναι ένα νέο χαμηλό από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, αντανακλώντας πτώση άνω του 75% από το ιστορικό υψηλό των 350 ευρώ η μεγαβατώρα που είχε σημειωθεί τον περασμένο Αύγουστο. Οι υψηλότερες θερμοκρασίες στην Ευρώπη σε συνδυασμό με τη θετική πρόγνωση του καιρού για τις επόμενες εβδομάδες περιορίζουν τις ανάγκες θέρμανσης και άρα τη ζήτηση για φυσικό αέριο.
Σε αυτήν τη φάση έχουν καταλαγιάσει οι φόβοι για την ενεργειακή επάρκεια της ΕΕ, αφού προσαρμόστηκε στη δραματική μείωση των εισαγωγών φυσικού αερίου από την Gazprom λόγω της συμπαράστασης στην Ουκρανία. Τα αποθέματα φυσικού αερίου κινούνται στο 83,5% των αποθηκευτικών χώρων της ΕΕ, οι εισαγωγές LNG έχουν σημειώσει ρεκόρ και οι ισχυροί άνεμοι σε Γαλλία και Γερμανία έχουν ενισχύσει την παραγωγή αιολικής ενέργειας, παρατηρούν οικονομικοί αναλυτές. Βέβαια, ένα μεγάλο ερώτημα αιωρείται για την ενεργειακή αυτονομία της ΕΕ σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.
Φέτος, παράλληλα, ο θερμός χειμώνας και οι περιορισμένες βροχοπτώσεις τροφοδοτούν αμφιβολίες για τις επόμενες σοδειές στην Ευρώπη. Αν και έχουν εξασθενήσει οι ανοδικές τάσεις στο κόστος της ενέργειας και των τροφίμων τους τελευταίους μήνες του 2022, οι τιμές αναμένεται να παραμείνουν υψηλότερες σε σχέση με πριν από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Όπως διαπιστώνει ο Χόλγκερ Σμίτινγκ, επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg Bank: «Η αποτυχία του Πούτιν να εκβιάσει την Ευρώπη καταδεικνύει ένα γενικότερο σημείο: οι ανοικτές κοινωνίες με ελεύθερες εκλογές και κάπως ελεύθερες αγορές απέδειξαν την αξία τους για ακόμα μια φορά το 2022». «Αν και οι δικτάτορες σπανίως ανέχονται τη διαφωνία και συχνά περιστοιχίζονται από ενδοτικούς ακολούθους, οι ηγέτες των δημοκρατιών έχουν κίνητρο να ακούσουν και να διορθώσουν γρήγορα λάθη, διότι γνωρίζουν πως μπορεί να χάσουν την εξουσία στις επόμενες εκλογές», τονίζει ο Σμίτινγκ.