THEPOWERGAME
O πόλεμος στην Ουκρανία πιθανότατα θα συνεχιστεί σε σημαντικό μέρος του 2023, με τους κινδύνους στο βραχυπρόθεσμο διάστημα να παραμένουν αυξημένοι, ωστόσο οι πιθανότητες για διπλωματική λύση θα αυξηθούν με την πάροδο του χρόνου, εκτιμά η Deutsche Bank. Οι τιμές του φυσικού αερίου θα παραμείνουν ιστορικά πολύ υψηλές, αλλά οι κίνδυνοι εφαρμογής δελτίου έχουν αμβλυνθεί και, με την υποχώρηση της εναπομείνασας ενεργειακής μόχλευσης του Κρεμλίνου, η αστάθεια των τιμών της ενέργειας θα μειωθεί έως την άνοιξη του 2023. Ωστόσο, η γερμανική τράπεζα δεν αποκλείει το νέο έτος να υπάρξει απόλυτη κλιμάκωση της κατάστασης. Σε αυτό το πλαίσιο εξετάζει τρία σενάρια, με το θετικό να έχει ωστόσο πολύ χαμηλές πιθανότητες να συμβεί.
Αναλυτικά, σύμφωνα με το βασικό σενάριο της Deutsche Bank, ο πόλεμος συνεχίζεται σε μεγάλο μέρος του 2023, αλλά οι πιθανότητες σταθεροποίησης της κατάστασης αυξάνονται με την πάροδο του χρόνου. Η Ουκρανία θα προσπαθήσει να διατηρήσει τη στρατιωτική πρωτοβουλία και να εμποδίσει την αποτελεσματική ανασύσταση των ρωσικών δυνάμεων, αλλά η περαιτέρω εδαφική πρόοδος είναι πιθανό να είναι πιο περιορισμένη κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Η Ρωσία θα διατηρήσει έτσι σημαντικά εδάφη στον Νότο της Ουκρανίας.
Νέες επιθέσεις μπορεί να εμφανιστούν την άνοιξη, αλλά να αποδειχθούν πιο αργές απ’ ό,τι το 2022. Οι προοπτικές διπλωματικής λύσης ενδέχεται να αυξηθούν με την πάροδο του χρόνου, είτε καθώς η Ουκρανία σημειώνει πιο οριστική πρόοδο στη διεκδίκηση εδαφών είτε καθώς ο πόλεμος μεταβαίνει σε φάση «παγώματος». Οποιοδήποτε από αυτά τα αποτελέσματα μπορεί να οδηγήσει σε ενίσχυση των εκκλήσεων στη Δύση για μια λύση κατόπιν διαπραγματεύσεων.
Από την άποψη των κυρώσεων, η εστίαση πιθανότατα θα είναι στην εφαρμογή του τρέχοντος καθεστώτος κυρώσεων και του επερχόμενου εμπάργκο της ΕΕ και του πλαφόν των τιμών του πετρελαίου της G7 (5 Δεκεμβρίου για το αργό πετρέλαιο, 5 Φεβρουαρίου πετρελαϊκά προϊόντα). Ο κίνδυνος διακοπής των ροών φυσικού αερίου μέσω της Ουκρανίας αυτόν τον χειμώνα παραμένει, αλλά δεν αποτελεί βασικό σενάριο, ενώ η συμφωνία για τα σιτηρά είναι πιθανό να παραταθεί περαιτέρω τον Μάρτιο.
Στο δυσμενές σενάριο, η Deutsche Bank εκτιμά πως η Ρωσία θα μπορούσε να κλιμακώσει την κατάσταση με πιο ακραία ή αντισυμβατικά μέσα κατά της Ουκρανίας ή/και να λάβει ασύμμετρες ενέργειες έναντι της Δύσης (με τις ευρωπαϊκές ενεργειακές υποδομές να αποτελούν μια περιοχή κινδύνου). Μια τέτοια κλιμάκωση θα αποτελούσε πιθανότατα το αποτέλεσμα μιας καταστροφικής κατάρρευσης από τα ρωσικά στρατεύματα -ή του κινδύνου ότι θα συμβεί. Θα ακολουθήσουν νέοι κύκλοι κυρώσεων (π.χ. πλήρες «κλείσιμο» του συστήματος SWIFT) και οι υπόλοιπες ρωσικές ροές ενέργειας προς την Ευρώπη θα διαταραχθούν. Στην ακραία περίπτωση χρήσης πυρηνικών, οι προοπτικές άμεσης σύγκρουσης Ρωσίας – ΝΑΤΟ θα έμπαιναν στο «τραπέζι» και πολλές χώρες εκτός ΝΑΤΟ θα ακολουθούσαν τις κυρώσεις σε εμπόριο και ενέργεια που έχει εφαρμόσει η Δύση.
Οι κίνδυνοι για επιδείνωση της κατάστασης παραμένουν αυξημένοι βραχυπρόθεσμα, όπως τονίζει η Deutsche Bank, με τις ρωσικές επιθέσεις κατά των υποδομών ηλεκτρικής ενέργειας της Ουκρανίας να υποδηλώνουν ότι οι δρόμοι κλιμάκωσης παραμένουν «στο παιχνίδι».
Ωστόσο, οι κίνδυνοι έχουν μειωθεί από τις αρχές του φθινοπώρου. Πρώτον, η ενεργειακή μόχλευση του Κρεμλίνου έχει μειωθεί. Δεύτερον, παρά τις προηγούμενες πυρηνικές απειλές, η αποχώρηση της Ρωσίας από τη Χερσώνα υποδηλώνει ότι οι «κόκκινες» γραμμές του Κρεμλίνου που θα το ανάγκαζαν να διακινδυνεύσει μια άμεση αντιπαράθεση με το ΝΑΤΟ δεν είναι ιδιαίτερα κοντά.
Τέλος, σε ένα θετικό αλλά απίθανο σενάριο, οι ειρηνευτικές συνομιλίες υψηλού επιπέδου εμφανίζονται νωρίτερα. Αυτό είναι πιο πιθανό εάν η Μόσχα αποδεχθεί μια κατάπαυση του πυρός με όρους αποδεκτούς από την Ουκρανία, λόγω στρατιωτικών υποχωρήσεων και εσωτερικών πολιτικών και οικονομικών πιέσεων. Οι κυρώσεις θα παραμείνουν σε μεγάλο βαθμό σε ισχύ, με μια μικρή ανατροπή. Οι εντάσεις του ενεργειακού εφοδιασμού ενδέχεται να μειωθούν εν μέρει, αλλά να μην ομαλοποιηθούν (π.χ. αύξηση των ροών αερίου μέσω της Ουκρανίας).
Ωστόσο, η Deutsche Bank βλέπει τις προοπτικές για μια ειρηνευτική συμφωνία βραχυπρόθεσμα ελάχιστες, καθώς αυτό είναι πιθανό να απαιτήσει να μην έχει ηττηθεί καμία πλευρά, να μην υπάρξει «πάγωμα» της σύγκρουσης και να έχουν περιοριστεί στο ελάχιστο οι πολεμικοί στόχοι. Οι αποζημιώσεις, οι εγγυήσεις ασφαλείας για την Ουκρανία και τα ερωτήματα σχετικά με μια στρατηγική για τον περιορισμό της ρωσικής επιθετικότητας προσθέτουν περιπλοκές στην επίτευξη μιας βιώσιμης ειρηνευτικής συμφωνίας.
Όπως καταλήγει η Deutsche Bank, μια αρνητική έκβαση στη σύγκρουση θα οδηγούσε σε μείωση της δυτικής υποστήριξης προς την Ουκρανία, οδηγώντας τη Ρωσία να αναλάβει εκ νέου τη στρατιωτική πρωτοβουλία και να επιβάλει μια συμφωνία με τους όρους της, με τον Πούτιν να καταφέρνει να παίξει το παιχνίδι του στην Ουκρανία.
Ωστόσο, η φθίνουσα ενεργειακή μόχλευση της Μόσχας και τα αποτελέσματα των ενδιάμεσων εκλογών στις ΗΠΑ πιθανόν να περιορίζουν την ήδη χαμηλή πιθανότητα εξάλειψης της δυτικής υποστήριξης το 2023. Στο άλλο άκρο των σεναρίων θα ήταν η αλλαγή καθεστώτος στη Ρωσία. Υπάρχουν λίγες ενδείξεις ότι αυτό θα συμβεί άμεσα, αλλά οι συνεχιζόμενες στρατιωτικές αποτυχίες και οι αυξανόμενες οικονομικές πιέσεις μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο ενός πραξικοπήματος της ελίτ ή μιας πολιτικής αλλαγής, καθώς πλησιάζουν οι προεδρικές εκλογές του 2024.