THEPOWERGAME
«Η Ευρώπη είναι το μέλλον μας και το μέλλον μας είναι στο χέρι μας», τόνισε σε δηλώσεις του ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς από την Πράγα και τάχθηκε υπέρ της περαιτέρω διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης ώστε να συμπεριλάβει τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων και τελικά και τις Ουκρανία, Μολδαβία και Γεωργία, ενώ επανέφερε το αίτημα για σταδιακή μετάβαση στη λήψη αποφάσεων με πλειοψηφία και πρότεινε συντονισμό των αμυντικών δυνατοτήτων των κρατών – μελών και κοινή αντιαεροπορική άμυνα.
Ο καγκελάριος, κατά την ομιλία του στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου, με τίτλο «Η Ευρώπη είναι το μέλλον μας», τόνισε κατ’ επανάληψη την προσήλωση της Γερμανίας στην ενίσχυση της κυριαρχίας και αυτονομίας της Ευρώπης. Τάχθηκε ευθέως υπέρ της διεύρυνσης της Ένωσης, προειδοποιώντας ταυτόχρονα ότι σε μια διευρυμένη Ευρώπη «οι διαφορές μεταξύ των κρατών – μελών, σε ό,τι αφορά πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα και κοινωνικά συστήματα, θα μεγαλώσουν και, όπου σήμερα απαιτείται ομοφωνία, με κάθε κράτος – μέλος θα αυξάνεται και ο κίνδυνος μια χώρα να χρησιμοποιήσει το βέτο της, εμποδίζοντας και τις υπόλοιπες να προχωρήσουν». Έχω, για αυτόν τον λόγο, «προτείνει μια σταδιακή μετάβαση στη λήψη αποφάσεων με πλειοψηφία στην κοινή εξωτερική πολιτική, αλλά και σε άλλους τομείς, όπως η φορολογία – γνωρίζοντας καλά ότι αυτό θα είχε συνέπειες και για τη Γερμανία», πρόσθεσε ο κ. Σολτς.
Ο καγκελάριος τόνισε ακόμη ότι η ρωσική επίθεση εναντίον της Ουκρανίας «είναι επίσης επίθεση εναντίον της ευρωπαϊκής τάξης ασφάλειας» και ζήτησε μεγαλύτερη στρατιωτική συνεργασία μεταξύ των κρατών -μελών, καθώς, όπως είπε, σήμερα υπάρχουν στην Ευρώπη πολλά και συχνά μη συμβατά οπλικά συστήματα, γεγονός το οποίο οδηγεί σε περιορισμό της αποτελεσματικότητας και αύξηση του κόστους συντήρησης. Ένα από κοινού κατασκευασμένο σύστημα αντιαεροπορικής άμυνας «θα αποτελούσε κέρδος ασφάλειας για όλη την Ευρώπη», σημείωσε και πρόσθεσε ότι θα ήταν και οικονομικότερο από ό,τι όταν κάθε κράτος – μέλος πρέπει να δημιουργήσει τη δική του, ακριβή και εξαιρετικά περίπλοκη αντιαεροπορική άμυνα. Η Γερμανία θα επενδύσει σημαντικά στην αντιαεροπορική άμυνά της, συνέχισε και τόνισε ότι ο σχεδιασμός της θα πρέπει να γίνει κατά τρόπο ώστε να λαμβάνει υπ’ όψιν τις γειτονικές χώρες, όπως η Ολλανδία, η Πολωνία, τα κράτη της Βαλτικής, η Τσεχία, η Σλοβακία και σκανδιναβικές χώρες. «Στόχος της ΕΕ ήταν να μην ξαναγίνει πόλεμος μεταξύ των μελών της. Αλλά σήμερα η Ένωση πρέπει να αναπτύξει περαιτέρω αυτή την υπόσχεση ειρήνης, προκειμένου να εγγυηθεί την ασφάλεια, την ανεξαρτησία και τη σταθερότητά της, ακόμη και ενόψει εξωτερικών προκλήσεων (…) Η όποια αδυναμία μας θα είναι νερό στον μύλο του Πούτιν», επισήμανε ο Όλαφ Σολτς, διευκρινίζοντας ταυτόχρονα με έμφαση ότι «το ΝΑΤΟ παραμένει ο εγγυητής της ασφάλειάς μας», και διαβεβαιώνοντας ότι οι αμυντικές δυνατότητες της Γερμανίας, οι οποίες αναμένεται να αυξηθούν το προσεχές διάστημα, θα είναι ανά πάσα στιγμή διαθέσιμες στο ΝΑΤΟ.
Αναφερόμενος στην Ουκρανία, ο καγκελάριος ανέδειξε την ανάγκη οι ευρωπαϊκές χώρες να συντονιστούν προκειμένου να μπορέσουν να συνδράμουν με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο τον αγώνα της και ανακοίνωσε ότι στις 25 Οκτωβρίου θα πραγματοποιηθεί στη Γερμανία συνάντηση με θέμα την ανοικοδόμηση της χώρας, σε συνεργασία με την ΕΕ. Η βοήθειά μας θα είναι αξιόπιστη και για όσο χρειαστεί, δήλωσε.
Ο καγκελάριος ζήτησε ακόμη μεγαλύτερη οικονομική αυτονομία της Ευρώπης, επισημαίνοντας ότι εξαρτήσεις όπως αυτή από τα μικροτσίπ που διαπιστώθηκε το προηγούμενο διάστημα δεν θα πρέπει να επαναληφθούν. «Χρειάζονται ευρωπαϊκές απαντήσεις σε αυτό το σημείο καμπής», είπε χαρακτηριστικά και ανέφερε ότι πρώτες ύλες όπως λίθιο, κοβάλτιο και νικέλιο είναι διαθέσιμες και στην Ευρώπη. Σε ό,τι αφορά τη δημοσιονομική πολιτική, υπογράμμισε την ανάγκη κοινών κανόνων στην ευρωζώνη και πρόσθεσε ότι οι πολίτες χρειάζονται ένα ισχυρό νόμισμα που θα αντέχει σε καιρούς κρίσης, ενώ επαίνεσε το πλαίσιο αλληλεγγύης που δημιουργήθηκε στον καιρό της πανδημίας.
Από το Πανεπιστήμιο του Καρόλου, ο κ. Σολτς αναφέρθηκε ακόμη στη Βελούδινη Επανάσταση και επισήμανε ότι η Ευρώπη δεν θα ανεχτεί παραβιάσεις του κράτους δικαίου, φαινόμενα ρατσισμού και αντισημιτισμού.