THEPOWERGAME
«Έτσι όπως το Κομουνιστικό Κόμμα της Κίνας συμπεριφέρεται με δεσποτικό τρόπο απέναντι στην Ταϊβάν πιθανόν να σκέπτεται πως οι Ταϊβανέζοι φοβούνται τον πόλεμο ή ανησυχούν μόνον για τα χρήματα», δήλωσε την περασμένη Παρασκευή ο 75χρόνος Ρόμπερτ Τσάο, ιδρυτής της United Microelectronics Corp. (UMC), της 2ης μεγαλύτερης κατασκευάστριας τσιπ στη χώρα μετά την TSMC. Αμέσως μετά, ανακοίνωσε πως δώρισε 100 εκατ. δολάρια στην αναβάθμιση της άμυνας της Ταϊβάν, η οποία αυτές τις ημέρες δέχεται μια επίδειξη στρατιωτικής ισχύος από την Κίνα με αλλεπάλληλες στρατιωτικές ασκήσεις που περιλαμβάνουν την εκτόξευση βαλλιστικών πυραύλων κοντά στα χωρικά ύδατά της.
Αφορμή αποτέλεσε η επίσκεψη της προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων, των ΗΠΑ Νάνσι Πελόζι, στην Ταϊπέι, την περασμένη εβδομάδα όπου εξέφρασε τη συμπαράσταση της Ουάσινγκτον, προκαλώντας τη βαθιά δυσαρέσκεια του Πεκίνου. Λίγο πριν τον Τσάο, ο πρόεδρος της TSMC, Μαρκ Λίου, ξεκαθάρισε πως εάν η Κίνα εισβάλει στην Ταϊβάν τότε εκ των πραγμάτων θα παγώσει κάθε δραστηριότητα της εταιρείας. Εξήγησε πως η εργοστασιακή μονάδα της TSMC είναι συνδεδεμένη σε πραγματικό χρόνο με το εξωτερικό -δηλαδή την Ευρώπη, την Ιαπωνία και τις ΗΠΑ- για τον συντονισμό πρώτων υλών, χημικών, εξαρτημάτων μέχρι και λογισμικού διάγνωσης προβλημάτων. Η TSMC αντιπροσωπεύει το 50% παγκόσμιας βιομηχανίας τσιπ ενώ ο συνολικός κλάδος στηνΤαϊβάν κατέχει μερίδιο 67%.
Χάσμα των «αφεντικών» τεχνολογίας ανάμεσα στην Ταϊβάν και την Κίνα
Οι δημόσιες τοποθετήσεις του Τσάο και του Λίου σε ένα τόσο ακανθώδες θέμα καταδεικνύει το χάσμα που τους χωρίζει από τη μετρημένη στάση των Κινέζων δισεκατομμυριούχων της ψηφιακής τεχνολογίας. Μετά το μήνυμα που πέρασε το Πεκίνο μέσα από την υπόθεση του Τζακ Μα και την αυστηρή στάση που έχει τηρήσει απέναντι στους τεχνολογικούς κολοσσούς της χώρας, τα αφεντικά τους αποφεύγουν να βγαίνουν στο πολιτικό προσκήνιο, πόσο μάλλον να εκφέρουν δημόσια γνώμη σε θέματα αμύνης.
Έχει παρέλθει σχεδόν μια διετία από τότε που ο αυτοδημιούργητος δισεκατομμυριούχος Τζακ Μα, ιδρυτής του κολοσσού ηλεκτρονικού εμπορίου Alibaba και του ομίλου ψηφιακής τραπεζικής AntGroup, άσκησε κριτική στις κινεζικές τράπεζες. Τις χαρακτήρισε ως «ενεχυροδανειστήρια» υπό την έννοια ότι δανείζουν μόνον σε όσους έχουν τη δυνατότητα να παρέχουν εγγυήσεις. Αμέσως μετά η αυτοκρατορία του Μα τέθηκε στο στόχαστρο των αρμόδιων αρχών, με την Alibaba να πληρώνει πρόστιμο μαμούθ για την παραβίαση κανόνων ανταγωνισμού και η κερδοφορία της AntGroup να εξασθενεί λόγω της διάσπασης των δραστηριοτήτων της, προκαλώντας τον προβληματισμό οικονομικών αναλυτών.
Παραδόξως, ο Τσάο της UMC Corp. γεννήθηκε στην Κίνα το 1947. Οι γονείς του, όμως, πήγαν στην Ταϊβάν το 1948 όπου εκείνος μεγάλωσε, σπούδασε και χάραξε τη σταδιοδρομία του. Διαδραμάτισε κεντρικό ρόλο στην ίδρυση του Ινστιτούτου Ερευνών Βιομηχανικής Τεχνολογίας (ITRI), το οποίο είχε υπό την εποπτεία του την ανάπτυξη της πρώτης γραμμής παραγωγής ολοκληρωμένων κυκλωμάτων στην Ταϊβάν, σύμφωνα με την ιστοσελίδα του Μουσείου Ιστορίας Υπολογιστών στις ΗΠΑ (CHM).
Ο Τσάο, μάλιστα, παραιτήθηκε της κινεζικής υπηκοότητας του για να αποκτήσει διαβατήριο από τη Σιγκαπούρη, αποδεχόμενος πρόσκληση της κυβέρνησης το 2011, αναφέρουν οι Tapei Times. Τόσο ο Τσάο, όσο και ο Λίου διαμηνύουν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο πως τα κίνητρα των δημόσιων τοποθετήσεων τους δεν είναι πολιτικά αλλά συνάδουν με τις νόρμες μιας ελεύθερης οικονομίας. Αιτιολογώντας τη δωρεά των 100 εκατ. δολαρίων για τη άμυνα της Ταϊβάν, ο Τσάο τόνισε πως «όλοι πρέπει να κατανοήσουν πως δεν το κάνω για τη φήμη ή τον πλούτο» και εξέφρασε την έντονη δυσαρέσκεια του για την συμπεριφορά του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας.