THEPOWERGAME
Στην ολοένα εντονότερη δημόσια συζήτηση για το κατά πόσο έχουν πλήξει τη ρωσική οικονομία οι κυρώσεις που έχει επιβάλλει η Δύση, αναφέρεται σε νέα της έκθεση η Capital Economics, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι η ρωσική αρκούδα «έχει πληγωθεί αλλά δεν σφαδάζει από τον πόνο», γιατί θα χρειαστούν χρόνια για να φανεί πλήρως ο συνολικός τους αντίκτυπος.
Ορισμένοι επισημαίνουν τη δυναμική των πετρελαϊκών εξαγωγών και του ρουβλίου ως ενδείξεις ότι η Ρωσία αντέχει μέχρι στιγμής στην κρίση. Άλλοι, όπως ακαδημαϊκοί του πανεπιστημίου Yale σε πρόσφατη εργασία τους, συμπεραίνουν ότι «η οικονομία δέχεται σοβαρά πλήγματα από όλες τις πλευρές» λόγω της απώλειας της δυτικής τεχνολογίας.
Για την Capital Economics η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση. Οι δυτικές κυρώσεις έχουν προκαλέσει την κατάρρευση της δραστηριότητας σε συγκεκριμένους κλάδους της ρωσικής οικονομίας, όμως σε κρίσιμους τομείς όπως η παραγωγή πετρελαίου και η λιγότερο εξαρτώμενη από τις εισαγωγές μεταποίηση, η δραστηριότητα διατηρείται σε πολύ καλά επίπεδα. Αυτό που αποδεδειγμένα έχουν καταφέρει οι δυτικές κυρώσεις είναι να περιορίσουν σε πολύ μεγάλο βαθμό τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης της ρωσικής οικονομίας, σχολιάζει η βρετανική εταιρεία μελετών.
Σε ό,τι αφορά στις εισαγωγές, οι κυρώσεις είχαν σοβαρό αντίκτυπο και αποκάλυψαν την εξάρτηση της Ρωσίας στα ξένα αγαθά και την τεχνολογία. Βάσει στοιχείων από 15 μεγάλους εμπορικούς εταίρους, οι ρωσικές εισαγωγές διαμορφώνονται στα 190 δισ. δολάρια ετησίως (περισσότερες από τις μισές προέρχονται από την Κίνα), με πτώση 40% από το επίπεδο του 2021.
Ο μεταποιητικός κλάδος της Ρωσίας εξαρτάται πολύ από τις εισαγωγές και η παραγωγή ήταν τον Ιούνιο κατά 7% χαμηλότερη από τον περασμένο Δεκέμβριο. Οι κλάδοι που έχουν υποστεί τις μεγαλύτερες απώλειες είναι της υψηλής τεχνολογίας όπου οι εισαγωγές είναι κρίσιμες, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία (-65%), η φαρμακοβιομηχανία (-25%) και του ηλεκτρικού εξοπλισμού (-15%). Οι λιγότερο εξαρτώμενοι από τις εισαγωγές τομείς εμφανίζουν μεγαλύτερες αντοχές, όπως των ορυκτών προϊόντων (+1%), της παραγωγής τροφίμων (-1%) και της διύλισης οπτάνθρακα (-2%). Σε ορισμένα πεδία βρίσκεται σε εξέλιξη η διαδικασία αντικατάστασης των εισαγωγών αλλά δεν είναι αρκετή για να αντισταθμίσει τα εμπόδια και να αποτρέψει τη συρρίκνωση της μεταποιητικής δραστηριότητας.
Η αυτοκινητοβιομηχανία είναι ο κλάδος που έχει πληγεί περισσότερο, με την παραγωγή και τις πωλήσεις να σημειώνουν πτώση 90% από τα προπολεμικά επίπεδα. Η εγχώρια ζήτηση έχει σε γενικές γραμμές καταρρεύσει. Οι πιστωτικές συνθήκες έχουν επιδεινωθεί και οι χρηματοδοτήσεις έχουν σταματήσει με τις εκταμιεύσεις ενυπόθηκων δανείων να έχουν μειωθεί κατά 60% και τα τραπεζικά δάνεια να υποχωρούν με ετήσιο ρυθμό 15%. Οι λιανικές πωλήσεις έχουν υποχωρήσει κατά 10% από τον Φεβρουάριο.
Στις εξαγωγές, ο αντίκτυπος των κυρώσεων δεν είναι καταστροφικός. Ο κλάδος των βιομηχανικών μετάλλων έχει επηρεαστεί από τις κυρώσεις στις εφοδιαστικές αλυσίδες και την τεχνολογία. Η εξόρυξη σιδηρομεταλλεύματος μειώθηκε 4% τον Ιούνιο σε σύγκριση με τον Δεκέμβριο, ενώ η μεταποίηση βασικών μετάλλων υποχώρησε 10% στο ίδιο διάστημα. Η παραγωγή φυσικού αερίου μειώθηκε κατά 23% σε ετήσια βάση τον Ιούνιο, όμως αυτό κυρίως αντανακλά τα αντίποινα κατά της ΕΕ παρά την άμεση επίπτωση των κυρώσεων.
Ο πετρελαϊκός κλάδος της Ρωσίας, που είναι με μεγάλη διαφορά ο πιο σημαντικός για το ρωσικό ΑΕΠ, οι εξαγωγές και τα φορολογικά έσοδα, εμφανίζουν ικανοποιητικές επιδόσεις. Η παραγωγή πετρελαίου ανέκαμψε από τον Απρίλιο και τον Ιούνιο ήταν 1%-2% χαμηλότερα από το τέλος του περασμένου χρόνου. Οι εξαγωγές πετρελαίου συνεχίζονται και η Ρωσία πουλάει το πετρέλαιο με μέση τιμή στα 85 δολάρια το βαρέλι από τον Φεβρουάριο, τιμή που ενώ είναι 30 δολάρια χαμηλότερη από το Brent, είναι υψηλότερη από το 90% του χρόνου από το 2014 και μετά.
Σύμφωνα με στοιχεία της Refinitiv, η μείωση κατά 1 εκατ. βαρέλια την ημέρα σε θαλάσσιες εξαγωγές πετρελαίου προς την Ευρώπη και τις ΗΠΑ μεταξύ Φεβρουαρίου και Ιουλίου, αντισταθμίστηκαν από τις αυξημένες εξαγωγές προς τη Μέση Ανατολή και την Τουρκία (0,2 εκατ. βαρέλια την ημέρα) και την Ινδία (1 εκατ. βαρέλια την ημέρα).
Τα φορολογικά έσοδα του κράτους είναι σχετικά σε πολύ καλή κατάσταση παρά την ανατίμηση του ρουβλίου και ο προϋπολογισμός συνέχιζε να εμφανίζει πλεόνασμα τον Ιούνιο.
Το συμπέρασμα είναι ότι η οικονομία της Ρωσίας βρίσκεται σε φάση βαθιάς συρρίκνωσης, αλλά η πολωμένη δημόσια συζήτηση σχετικά με την πορεία της οικονομίας παραβλέπει ότι υπάρχει τεράστια διαφορά από κλάδο σε κλάδο. Τούτου λεχθέντος, η Capital Economics εκτιμά ότι οι κυρώσεις θα οδηγήσουν σε ασφυξία την οικονομική δραστηριότητα τα επόμενα χρόνια. Η παραγωγή πετρελαίου θα μειωθεί πάνω από 10% τον επόμενο χρόνο καθώς θα ισχύσει η απαγόρευση των ασφαλιστικών υπηρεσιών.
Η απώλεια της δυτικής τεχνολογίας και των επιχειρηματικών σχέσεων θα συμβάλει στη μόνιμη μείωση των επενδύσεων και στην μακροπρόθεσμη πτώση του ενεργειακού κλάδου. Η αντικατάσταση των εισαγωγών δεν θα είναι εύκολη και οι ελλείψεις σε τεχνολογικά προϊόντα θα διαρκέσει χρόνια. Όλα αυτά συνεπάγονται ότι το ΑΕΠ της Ρωσίας θα συρρικνωθεί φέτος και το 2023 και πάνω κάτω θα είναι σε στασιμότητα στη συνέχεια.