THEPOWERGAME
Την Πέμπτη συμπληρώθηκαν έξι χρόνια από το δημοψήφισμα στη Βρετανία για το Brexit (είχε γίνει στις 23 Ιουνίου 2016) και οι οικονομικές συνέπειες της απόφασης που ελήφθησαν τότε παραμένουν ένα μεγάλο ταμπού για τη χώρα. Αυτό τουλάχιστον αποφαίνεται αφιέρωμα των Financial Times με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Η εκκωφαντική σιωπή για την οικονομική πτώση εξαιτίας του Brexit».
Ακόμη και αυτή την εβδομάδα, η Ντάουνινγκ Στριτ επέμενε πως «είναι πολύ νωρίς να κρίνουμε» αν το Brexit είχε αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομία, η οποία δεν αποκλείεται να οδηγηθεί σε ύφεση. «Οι ευκαιρίες που παρέχει το Brexit θα αποτελέσουν ευεργέτημα για την οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου μακροπρόθεσμα» συμπλήρωσε ο εκπρόσωπος του Βρετανού πρωθυπουργού Μπόρις Τζόνσον.
Τόσο ο Τζόνσον, όσο και ο υπουργός Οικονομικών, Ρίσι Σουνάκ, τονίζουν πως είναι δύσκολο να διαχωρίσει κανείς τις οικονομικές συνέπειες του Brexit από εκείνες της πανδημίας και σημειώνουν στα «υπέρ» τις εμπορικές συμφωνίες της χώρας με την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία και τη βρετανική ελευθερία να θεσπίσει τους δικούς της κανόνες.
Ωστόσο οι οικονομολόγοι αρχίζουν ήδη να ποσοστικοποιούν τη ζημιά των εμπορικών φραγμών που δημιούργησε το διαζύγιο, επισημαίνοντας πως η ζημιά αυτή είναι πραγματική και, μάλιστα, δεν έχει παρέλθει ακόμη.
Ανάπτυξη
Η Βρετανία είναι, επισημαίνουν, ουραγός στην ανασυγκρότηση του εμπορίου μετά την πανδημία σε σχέση με τα υπόλοιπα κράτη της ομάδας G7, ενώ το βρετανικό Γραφείο Ευθύνης Προϋπολογισμού (OBR) δεν έχει μεταβάλλει ακόμη την πρόβλεψη που είχε κάνει τον Μάρτιο του 2020, πως το Brexit θα μείωνε την παραγωγικότητα και το βρετανικό ΑΕΠ κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με την αντίστοιχη απόδοση της χώρας αν δεν είχε αποχωρήσει ποτέ από την ΕΕ.
Σύμφωνα με την πρόβλεψη που έκανε ο ΟΟΣΑ την Τετάρτη, η οικονομική ανάπτυξη στη Βρετανία θα βάλει φρένο το 2023, και η μόνη χώρα μεταξύ των G20 που θα έχει χειρότερη επίδοση θα είναι η εμπλεκόμενη στον πόλεμο Ρωσία.
Ήδη το 2022, η ανάπτυξη στη Βρετανία αναμένεται να κυμανθεί στο 3,6%, με μεγάλο ποσοστό αυτής να αντικατοπτρίζει την ανάνηψη από την πανδημία. Ταυτόχρονα ο πληθωρισμός που τον Μάιο αυξήθηκε στο 9,1%, αναμένεται να υποχωρήσει μόλις στο 7,4% το 2023 και αφού… χτυπήσει διψήφιο αριθμό ως το τέλος της φετινής χρονιάς.
Σύμφωνα με τη Λόρενς Μπουν, επικεφαλής οικονομολόγο του ΟΟΣΑ, η Βρετανία αντιμετωπίζει ταυτόχρονα υψηλό πληθωρισμό, αυξανόμενα επιτόκια και αύξηση φόρων. Η κατάσταση αντικατοπτρίζει, κατά τη γνώμη της, «την ευαισθησία του τομέα της μεταποίησης απέναντι στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα και πιθανώς λίγο Brexit (ως εξήγηση στις αρνητικές επιδόσεις)».
Επιχειρηματικές επενδύσεις, η Αχίλλειος πτέρνα
Ιδιαίτερα πλήττονται οι επιχειρηματικές επενδύσεις που, το 2021, ανταποκρίνονταν σε μικρότερο ποσοστό του ΑΕΠ από κάθε άλλη οικονομία της ομάδας G7. Παρά το γεγονός πως ο επιχειρηματικός τομέας στις μεγάλες οικονομίες επενδύει περισσότερο τώρα σε σχέση με πριν την έναρξη της πανδημίας, αυτό δεν συμβαίνει στη Βρετανία.
«Οι επιχειρηματικές επενδύσεις είναι η Αχίλλειος πτέρνα της οικονομίας του Ηνωμένου Βασιλείου εδώ και κάποιο καιρό» σχολιάζει η Σάντρα Χόρσφιλντ, οικονομολόγος στην Investec. Σε αντίθεση με τη Βρετανία, στις ΗΠΑ οι κεφαλαιουχικές δαπάνες είναι αυξημένες κατά 23% σε σχέση με έξι χρόνια νωρίτερα. Στη Βρετανία, οι επιχειρηματικές επενδύσεις βρίσκονται 9% κάτω από το τελευταίο τρίμηνο του 2019. Και οι επενδύσεις κεφαλείων 8,4% μειωμένες σε σχέση με το α’ τρίμηνο του 2016, πριν δηλαδή από το δημοψήφισμα για το Brexit.
Η υποτίμηση της στερλίνας και ο πληθωρισμός του Brexit
Οι οικονομολόγοι παρατηρούν πως το πρώτο και πιο εμφανές «χτύπημα» του Brexit ήρθε με την υποτίμηση της στερλίνας κατά σχεδόν 10% μετά το δημοψήφισμα του Ιουνίου του 2016, χωρίς ουσιαστικά να ανακάμψει. Αυτό που ακολούθησε δεν ήταν αύξηση στις εξαγωγές, καθώς τα βρετανικά προϊόντα έγιναν φθηνότερα, ενώ η αύξηση στην τιμή των εισαγωγών πυροδότησε τον πληθωρισμό. Ήδη τον Ιούνιο του 2018, μία ομάδα οικονομολόγων στο Κέντρο Έρευνας Οικονομικής Πολιτικής (Centre for Economic Policy Research) υπολόγισε πως υπήρξε πληθωριστικός αντίκτυπος από το Brexit, ο οποίος αύξησε κατά 2,9% τις τιμές των καταναλωτικών αγαθών, χωρίς αντίστοιχη αύξηση στους μισθούς. «Το δημοψήφισμα για το Brexit έφερε ένα τάχιστο αρνητικό σοκ στα βρετανικά επίπεδα ζωής» αναφέρουν.
Εμπορικό ισοζύγιο
Κατά τη λεγόμενη μεταβατική περίοδο, οι εμπορικές ροές δεν επηρεάστηκαν σημαντικά. Αυτό άλλαξε όμως στις αρχές του 2021, όταν ξεκίνησαν οι τελωνειακοί έλεγχοι και με την εφαρμογή της Συμφωνίας Εμπορίου και Συνεργασίας ΕΕ-Ηνωμένου Βασιλείου (TCA) από την 1η Μαϊου 2021.
Η πτώση των εισαγωγών από την ΕΕ μετά την εφαρμογή της TCA, σύμφωνα με σχετική μελέτη του London School of Economics (LSE), ήταν απότομη και δεν έχει επανέλθει. Τον Ιανουάριο του 2021, οι βρετανικές εισαγωγές από την ΕΕ μειώθηκαν κατά σχεδόν 40% και παρέμειναν κάτω από τα επίπεδα του 2016 ως το τέλος του έτους.
Οι τιμές των τροφίμων
Το Κέντρο Οικονομικών Επιδόσεων (Centre for Economic Performance) στο LSE εκτίμησε πως και οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν ως αποτέλεσμα του Brexit κατά περίπου 6% μεταξύ του 2020 και 2021. Ιδιαίτερη ήταν η επίπτωση σε αγαθά εισαγόμενα κυρίως από την Ευρώπη, όπως το χοιρινό, οι ντομάτες και η μαρμελάδα.
Το τρίτο αποτέλεσμα του Brexit, αναφέρουν, είναι η αποθάρρυνση των επιχειρηματικών επενδύσεων, που κρατά μέχρι σήμερα.