THEPOWERGAME
Μετά την πρόκληση της πανδημίας της νόσου Covid-19, οι ευρωπαϊκές τράπεζες καλούνται να προσδιορίσουν το μέγεθος των απωλειών από την έκθεση στη ρωσική οικονομία, λόγω των δυτικών κυρώσεων που επιβλήθηκαν για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Πάνω από τα 6 δισ. ευρώ υπολογίζεται σήμερα το οικονομικό πλήγμα των ευρωπαϊκών τραπεζών από τις 24 Φεβρουαρίου, όταν ξεκίνησε η εισβολή της Μόσχας στην Ουκρανία, με τους παράγοντες του κλάδου να παραμένουν προβληματισμένοι για το εύρος των οικονομικών επιπτώσεων ενός πολέμου που δεν φαίνεται να εξαντλείται σύντομα.
Μόνον το πλήγμα της Unicredit υπολογίζεται περίπου 1,9 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 1,3 δισ. ευρώ είναι προβλέψεις για επισφαλή δάνεια. Η διοίκηση της τράπεζας, ωστόσο, προειδοποίησε πως οι απώλειες ενδεχομένως να φθάσουν τα 5,3 δισ. ευρώ εάν διαγραφεί ολοκληρωτικά όλη η αξία των δραστηριοτήτων της ιταλικής τράπεζας στη Ρωσία. Προγενέστερη πρόβλεψη ξεπερνούσε τα 7 δισ. ευρώ. Στις εκτιμήσεις αυτές περιλαμβάνονται συμβόλαια παραγώγων και έκθεση 4,5 δισ. ευρώ σε Ρώσους πελάτες.
Μεγαλύτερες είναι οι εκτιμώμενες απώλειες της Societe General καθώς κινούνται λίγο πάνω από τα 3,5 δισ. ευρώ, σύμφωνα με το Bloomberg. Παρόλα αυτά, η Unicredit και η Societe Generale κατέγραψαν αύξηση κερδών για το α΄ τρίμηνο. Η γερμανική Commerzbank και η αυστριακή Raiffeinsen καταλαμβάνουν την 3η και 4η θέση στη λίστα των ευρωπαϊκών τραπεζών που επωμίζονται επιπτώσεις από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Προς το παρόν, όμως, οι επιπτώσεις αυτές είναι χαμηλότερες των 500 εκατ. ευρώ και στις δυο περιπτώσεις.
Οι απώλειες αυτές αφορούν, κυρίως, εκτιμήσεις επισφαλειών, το κόστος αποχώρησης από τη ρωσική οικονομία ύστερα από τις δυτικές κυρώσεις, αλλά και την απομείωση αξιών και περιουσιακών στοιχείων σε ένα οικονομικό περιβάλλον που έχει επιδεινωθεί δραματικά τις τελευταίες δέκα εβδομάδες. Αλλά ο δρόμος είναι ακόμη μακρύς.
Οι απώλειες και οι προβλέψεις για επισφάλειες
Αναλυτικότερα, ο διευθύνων σύμβουλος της Societe Generale Φρεντερίκ Ουντέα δήλωσε πως οι απώλειες από την εσπευσμένη πώληση της Rosbank PJSC υπολογίζονται στα 3 δισ. ευρώ αλλά θα ενσωματωθούν στα αποτελέσματα του β΄ τριμήνου. Επιπλέον, η γαλλική τράπεζα ανακοίνωσε πως οι προβλέψεις για επισφάλειες, ένα σημαντικό μέρος των οποίων συσχετίζεται με τη Ρωσία, φθάνουν τα 561 εκατ. ευρώ. Μετά τις κυρώσεις της Δύσης στη ρωσική οικονομία, η Societe Generale συμφώνησε στην πώληση της ρωσικής θυγατρικής της στον επενδυτικό όμιλο Interros του ολιγάρχη Βλαντιμίρ Ποτάνιν.
Ο Ρώσος δισεκατομμυριούχος, με περιουσία άνω των 17 δισ. δολαρίων, ανακοίνωσε προ ημερών πως απέκτησε και την United Card Services από την Global Payments, η οποία αποτελεί την 3η συμφωνία που έχει συνάψει εντός τριών εβδομάδων. Μια εβδομάδα πριν απέκτησε τον έλεγχο του χρηματοπιστωτικού ομίλου TCS Group Holding από τον ιδρυτή της Όλεγκ Τίνκοβ. Αν και δεν δημοσιοποιήθηκε το ύψος της συμφωνίας μεταξύ των δυο Ρώσων επιχειρηματιών, ο Τίνκοβ είπε στους New York Times πως ήταν μια εκποίηση με πολύ χαμηλό αντίτιμο ύστερα από πιέσεις του Κρεμλίνου διότι αποκάλεσε «παρανοϊκό» τον πόλεμο στην Ουκρανία. Στον όμιλο του Τίνκοβ περιλαμβάνονταν η 2η μεγαλύτερη εταιρεία πιστωτικών καρτών και η μεγαλύτερη ψηφιακή τράπεζα στη Ρωσία.
Το Bloomberg εκτιμά πως οι συνολικές προβλέψεις για επισφαλή δάνεια σε 14 τράπεζες της Ευρώπης συνυπολογίζονται στα 8,7 δισ δολάρια για το α΄ τρίμηνο, αντανακλώντας το υψηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί από την πανδημική κρίση του ιού SARS-CoV-2. Αξίζει να σημειωθεί πως οι προβλέψεις για επισφάλειες είχαν φθάσει τα 22,4 δισ. δολάρια και τα 23,8 δισ. δολάρια το α΄ και β’ τρίμηνο του 2020, όταν είχε ξεσπάσει το πρώτο κύμα της πανδημίας, για να υποχωρήσουν στα 11 δισ. δολάρια το γ΄ τρίμηνο του ιδίου έτους.
Σήμερα, οι Ευρωπαίοι τραπεζίτες θα πρέπει να ξετυλίξουν έναν περίπλοκο ιστό, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την Raiffeisen, η οποία έχει κάνει λόγο ανάμεσα σε άλλα και για έκθεση 1,8 δισ. ευρώ στον κλάδο εξαρτημάτων αυτοκινήτων και 1,2 δισ. ευρώ στον κλάδο χημικών και λιπασμάτων. Οπότε είναι δύσκολο να προσδιορίσει κανείς τις αλυσιδωτές αντιδράσεις από την απομόνωση της ρωσικής οικονομίας λόγω της καταδίκης του ανεπτυγμένου κόσμου για τον πόλεμο που έχει εξαπολύσει η Μόσχα στην Ουκρανία.