THEPOWERGAME
Οι ψίθυροι για τον Γερμανό πρόεδρο Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ είχαν ξεκινήσει εδώ και λίγες μέρες, ουσιαστικά με ένα δημοσίευμα της Bild που μετέδιδε πληροφορίες από μη κατονομαζόμενο Ουκρανό διπλωμάτη, σύμφωνα με τις οποίες ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας δεν ήταν ευπρόσδεκτος στο Κίεβο, στην προγραμματισμένη επίσκεψη την Τετάρτη μαζί με τους προέδρους της Πολωνίας, Αντρέι Ντούντα, της Λετονίας Γκιτάνας Ναουσέντα, της Λιθουανίας Εγκίλς Λέβιτς και της Εσθονίας, Άλαρ Κάρις. Εκείνους που ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντιμίρ Ζελένσκι κατ΄ιδίαν χαιρέτησε ως «φίλους της Ουκρανίας».
Ως την Τρίτη, την είδηση επιβεβαίωσε και ο ίδιος ο Σταϊνμάιερ. Το γεγονός πως ο άνθρωπος με το ανώτερο αξίωμα στην κραταιά Γερμανία έγινε αποδέκτης άρνησης από το εμπόλεμο Κίεβο προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση στη γερμανική εσωτερική πολιτική σκηνή. Δεν ήταν όμως η αρχή της αναστάτωσης αυτής. Ήδη από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, στα τέλη Φεβρουαρίου, πολιτικοί σχολιαστές και εκπρόσωποι της κοινής γνώμης, αλλά και μερικά από τα ισχυρότερα πρόσωπα της γερμανικής πολιτικής έχουν επιδοθεί σε μία ενδοσκόπηση που πηγαίνει πίσω στο χρόνο για περισσότερο από μία δεκαετία.
Το ζητούμενο είναι ουσιαστικά γιατί το Βερολίνο πιάστηκε τόσο απροετοίμαστο, απέναντι στον ρωσικό πόλεμο και ποιοι είναι οι άνθρωποι που θεωρούνται ότι υπέθαλψαν, σε κάποιο βαθμό, μία πολιτική ανοχής του Πούτιν. Στη Γερμανία έχουν μάλιστα δημιουργηθεί και όροι για να τους περιγράψουν. «Putin-Versteher» (οι άνθρωποι που καταλαβαίνουν τον Πούτιν», όπως τους περιέγραψε η εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung. Ή ακόμη και «Putin Streichler» (αυτοί που χαϊδεύουν τον Πούτιν), σύμφωνα με την πιο ωμή Bild.
Ένας από αυτούς σίγουρα θεωρείται ο Γερμανός πρόεδρος. «Γνωρίζουμε όλοι τους στενούς δεσμούς του Σταϊνμάιερ με τη Ρωσία, που έχουν χαρακτηριστεί από τη «Φόρμουλα Σταϊνμάιερ», είπε η ίδια ουκρανική διπλωματική πηγή στην Bild, αναφερόμενη στην πρόταση που είχε κάνει ο Σταϊνμάιερ ως υπουργός Εξωτερικών το 2016, για εκλογές στις ουκρανικές περιοχές του Λουχάνσκ και του Ντονέτσκ που ελέγχουν οι αυτονομιστές, υπό την επίβλεψη του ΟΟΣΑ- η οποία πάντως δεν προχώρησε. «Αυτή τη στιγμή δεν είναι ευπρόσδεκτος στο Κίεβο. Θα δούμε αν αυτό θα αλλάξει μια μέρα».
Ο Σταϊνμάιερ είχε το χαρτοφυλάκιο του υπουργείου Εξωτερικών επί Μέρκελ, την οποία επίσης πολλές φωνές στη Γερμανία (και εκτός) ψέγουν για τη στάση της απέναντι στον Πούτιν και την αυξανόμενη ενεργειακή εξάρτηση της χώρας της από τη Ρωσία, επί των ημερών της. Νωρίτερα, υπήρξε επιτελάρχης του Γκέρχαρντ Σρέντερ, του (Σοσιαλδημοκράτη όπως και ο Σταϊνμάιερ) πρώην καγκελάριου και «πιο σημαντικού ολιγάρχη του Πούτιν», όπως τον είχε χαρακτηρίσει η Wall Street Journal, ο οποίος, πριν καλά καλά ολοκληρώσει τη θητεία του, ξεκίνησε μία λαμπρή καριέρα στον ρωσικό ενεργειακό τομέα. Σήμερα ο Σρέντερ είναι πρόεδρος των μετόχων του αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream, που ολοκληρώθηκε επί των ημερών της Μέρκελ και πρόεδρος του ΔΣ της Rosneft PJSC, του κρατικού ρωσικού πετρελαϊκού γίγαντα.
Ο Σταϊνμάιερ έχει ήδη απολογηθεί για τη στρατηγική προσέγγισης με τη Μόσχα, μία στρατηγική που κάποιοι ερμηνεύουν στο πλαίσιο του γερμανικού «Wandel durch Handel», την ιδέα δηλαδή πως οι εμπορικοί δεσμοί μπορούν να μεταμορφώσουν τις διμερείς σχέσεις και να μαλακώσουν αυταρχικά καθεστώτα.
«Η επιμονή μου για τον αγωγό Nord Stream 2», είπε, τη συνέχεια του Nord Stream, τη λειτουργία του οποίου πάγωσε τελικά ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς, «ήταν αναμφισβήτητα ένα λάθος. Κρατήσαμε γέφυρες, στις οποίες δεν πίστευε πλέον η Ρωσία και για τις οποίες οι σύμμαχοί μας μάς είχαν προειδοποιήσει. Αποτύχαμε να χτίσουμε ένα κοινό ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Δεν πίστευα ότι ο Βλαντιμίρ Πούτιν θα εναγκάλιζε την πλήρη οικονομική, πολιτική και ηθική καταστροφή της χώρας του για χάρη της αυτοκρατορικής του τρέλας».
Ο Ουκρανός υπουργός Εξωτερικών Νμτίτρο Κούλεμπ, επιχείρησε να εμφανιστεί πιο συμβιβαστικός την Πέμπτη, δηλώνοντας πως η χώρα του «σέβεται βαθιά τη Γερμανία» και πως το επεισόδιο θα αποκατασταθεί μέσα από διπλωματικά κανάλια. Όμως και τα διπλωματικά κανάλια φαίνεται πως είναι τεταμένα.
Πριν λίγες μέρες, ο αρθρογράφος του Bloomberg, Αντρέας Κλουθ, εμπνευσμένος από τις δηλώσεις του Ουκρανού πρέσβη στο Βερολίνο, Αντρέι Μέλνικ, σε άρθρο του στην «Ουάσινγκτον Ποστ» με τον τίτλο «Ο πρόεδρος της Γερμανίας ενσαρκώνει τα παλιά αμαρτήματα της ρωσικής της πολιτικής», παραλλήλισε τις κατηγορίες του Ουκρανού πρέσβη με το «Κατηγορώ» του Εμίλ Ζολά στην υπόθεση Ντρέιφους. Σύμφωνα με τον Μέλινκ, για δεκαετίες ο Σταϊνμάιερ «έπλεκε έναν ιστό αράχνης» από φιλορωσικές επαφές, μεταξύ των οποίων και ο νυν σύμβουλος για θέματα εξωτερικής πολιτικής του καγκελάριου Σολτς.
Άλλωστε ο ίδιος ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντιμίρ Ζελένσκι, προ ημερών, μιλώντας από την Μπούτσα, θέατρο αιμοσταγών επιχειρήσεων σε βάρος αμάχων, δήλωσε: «Καλώ την κυρία Μέρκελ και τον κύριο Σαρκοζί να επισκεφθούν τη Μπούτσα και να δουν πού οδήγησε η πολιτική υποχωρήσεων απέναντι στη Ρωσία μέσα σε 14 χρόνια». Ο Ζελένσκι αναφερόταν στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ το 2008 στο Βουκουρέστι, όπου η Βορειοατλαντική Συμμαχία προσέφερε υπόσχεση μελλοντικής ένταξης -πλην όμως χωρίς χρονοδιάγραμμα- στη Γεωργία και την Ουκρανία. Πολιτική που αποδίδεται στους ενδοιασμούς Γερμανίας και Γαλλίας.
Η Άνγκελα Μέρκελ απάντησε δια του εκπροσώπου της πως «υποστηρίζει τις αποφάσεις της σε σχέση με τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι το 2008», εκφράζοντας παράλληλα στήριξη σε «όλες τις προσπάθειες να μπει ένα τέλος στη βαρβαρότητα της Ρωσίας και στον πόλεμο κατά της Ουκρανίας». Η συντηρητική εφημερίδα Die Welt, έχει χαρακτηρίσει την πολιτική της Μέρκελ απέναντι στη Ρωσία «ένα λάθος», ενώ η πρώην υπουργός Άμυνας και μία από τους στενότερους συνεργάτες της Μέρκελ, Ανεγκρέτ Κραμπ-Καρενμπάουερ καταδίκασε την «ιστορική αποτυχία» της Γερμανίας να ενισχύσει την άμυνά της. «Μετά (τους πολέμους) στη Γεωργία, την Κριμαία και το Ντονμπάς, δεν προετοιμάσαμε τίποτα που θα μπορούσε να εμποδίσει πραγματικά τον Πούτιν».
Γερμανική (και γαλλική) χίμαιρα
Κάποιοι αναλυτές κάνουν λόγο για μία «χίμαιρα» στην οποία ζούσε η Γερμανία ήδη από τη δεκαετία του ’90, θεωρώντας πως η Ρωσία, ακόμη και αν της έπαιρνε κάποιο καιρό, θα ακολουθούσε στη δημοκρατική οδό. Από την άλλη, κάποιοι αναλυτές βλέπουν μία αντίστοιχη χίμαιρα και στη Γαλλία του Εμανουέλ Μακρόν. Ο Γάλλος πρόεδρος υπήρξε υποστηρικτής της ιδέας πως «μία Ρωσία που γυρνά την πλάτη της στην Ευρώπη δεν είναι προς το συμφέρον μας», υποδεχόμενος θερμά τον Πούτιν στον πύργο Φορ ντε Μπρεγκανσόν το 2019, ένα χρόνο μετά τη δηλητηρίαση του πρώην κατασκόπου Σερκγέϊ Σκρίπαλ στο Λονδίνο και πέντε χρόνια μετά την επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία και την προσάρτηση της Κριμαίας.
Από γερμανικής πλευράς, άλλοι θεωρούμενοι πολιτικοί με φιλορωσικές θέσεις είναι ο πρώην επικεφαλής του SPD και πρώην πρόεδρος του γερμανικού κοινοβουλίου, Ματίας Πλάτσεκ, αλλά και κάποιοι πολιτικοί από την Αριστερά (Die Linke), όπως ο εκπρόσωπός της, Ματίας Χον, καθώς και μέλη του ακροδεξιού AfD. Η πρώην επικεφαλής της Αριστεράς Σάρα Βάγκενκνεχτ παραδέχθηκε πως έκανε λάθος να επιμένει ότι η Ρωσία δεν σχεδίαζε να εισβάλει στην Ουκρανία, ενώ άλλοι, όπως ο Στέφαν Πότσκα του AfD παραδέχθηκαν πως «εξαπατήθηκαν βαθιά» από τον Πούτιν.
Τσάι με τον Βλαντιμίρ Πούτιν και πρωινό με τον Σεργκέι Λαβρόφ
Αιχμή του δόρατος στο δόγμα «Wandel durch Handel» υπήρξαν, σαφώς και οι εμπορικές και επιχειρηματικές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών. Εκτός από την ενέργεια (να σημειωθεί εδώ πως η εξάρτηση της Γερμανίας από το ρωσικό φυσικό αέριο αυξήθηκε από 36% που ήταν, όταν η Ρωσία κατέλαβε την Κριμαία, σε 55% σήμερα), ρόλο κλειδί στις εμπορικές επαφές των δύο χωρών έχει παίξει η λεγόμενη «Ανατολική Επιτροπή» ή «Επιτροπή Ανατολικής Ευρώπης», η οποία από πριν -αλλά κυρίως μετά- την Πτώση του Τείχους εργαζόταν επάνω στο χτίσιμο εμπορικών δεσμών με όλο το ανατολικό μπλοκ και ειδικά τη Ρωσία.
Μάλιστα κάθε χρόνο -είτε στην εξοχική κατοικία του Πούτιν στο Σότσι, είτε στο Κρεμλίνο- προγραμματιζόταν ετήσια συνάντηση με το Ρώσο πρόεδρο, όλων των ισχυρότερων CEO των γερμανικών επιχειρήσεων, από τη Siemens και τη Henkel ως τη BMW και τη Mercedes. Φέτος η συνάντηση που θα γινόταν μέσω βιντεοκλήσης, ακυρώθηκε από τη Ρωσία, καθώς προετοιμαζόταν η εισβολή στην Ουκρανία.
Η «Ανατολική Επιτροπή» μέσω των προέδρων της, εξέφραζε σταθερά απόψεις φιλικές προς τη Ρωσία. Ταυτόχρονα, επιτελούσε το ρόλο της προώθησης της φιλορωσικής αζέντας και στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου, τη διοργάνωση όπου η Ρωσία αποστέλλει συστηματικά μεγάλη αντιπροσωπεία, ενώ σταθερό «παρών» δίνει και ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ.
Όπως γράφει το Politico, στελέχη των Siemens, Linde, BASF, Allianz και Deutsche Bank συνδέονται με τις δραστηριότητες του συνεδρίου, ενώ ο πρώην ΔΣ της Siemens Τζο Κέζερ, είναι πρόεδρος του γνωμοδοτικού συμβουλίου της Διάσκεψης, μέλη της οποίας είναι επίσης οι βετεράνοι της Ανατολικής Επιτροπής πρώην πρόεδρος της Deutsche Bank, Πολ Αχλάιτνερ, o ΔΣ της Allianz, Όλιβερ Μπάτε, ο Βόλφγκανγκ Ράιτσλε της Linde, αλλά και ο Χέρμαν Γκρεφ της ρωσικής τράπεζας Sberbank.