THEPOWERGAME
Έτοιμο να διατηρήσει και να αναπτύξει τους εμπορικούς του δεσμούς με τη Μόσχα φαίνεται πως είναι το Νέο Δελχί, επωφελούμενο από τις προσπάθειες της Δύσης να απομονώσουν διεθνώς τη Ρωσία μετά την εισβολή στην Ουκρανία.
Αμερικανοί αξιωματούχοι έχουν δηλώσει τις τελευταίες εβδομάδες ότι θα ήθελαν η Ινδία να πάρει όσο το δυνατόν μεγαλύτερες αποστάσεις από τη Ρωσία, αναγνωρίζοντας βέβαια ότι εξαρτάται από τη Μόσχα σε πολλούς τομείς, από τα όπλα και τα πυρομαχικά έως τους πυραύλους και τα μαχητικά αεροσκάφη της.
Η Ινδία δεν έχει καταδικάσει την εισβολή στην Ουκρανία και απείχε από την ψηφοφορία στα Ηνωμένα Έθνη που καταδίκασε την επιθετικότητα της Ρωσίας. Άτομο εντός του μηχανισμού ασφαλείας της Ινδίας εκτίμησε ότι η Δύση κατανοεί τη θέση της Ινδίας, δεδομένου ότι πρέπει να διατηρεί τις ένοπλες δυνάμεις της καλά εξοπλισμένες εν μέσω εδαφικών διαφορών που σιγοβράζουν με την Κίνα.
Η εξάρτηση της Ινδίας σε πετρέλαιο και άμυνα από τη Ρωσία
Αν και εισάγει το 80% των αναγκών της σε πετρέλαιο, το Νέο Δελχί συνήθως προμηθεύεται μόνο περίπου το 2-3% από τη Ρωσία. Αλλά με τις τιμές του πετρελαίου να έχουν αυξηθεί κατά 40% μέχρι στιγμής φέτος, η κυβέρνηση εξετάζει το ενδεχόμενο να αυξήσει το ποσοστό αυτό εάν μπορεί να βοηθήσει στη μείωση του αυξανόμενου ενεργειακού κόστους.
«Η Ρωσία προσφέρει πετρέλαιο και άλλα εμπορεύματα με μεγάλες εκπτώσεις. Είναι χαρά μας να τα πάρουμε», είπε ένας αξιωματούχος της ινδικής κυβέρνησης, σύμφωνα με το CNN. Πέραν του πετρελαίου, η Ινδία κοιτάζει επίσης να αγοράσει φθηνότερα λιπάσματα από τη Ρωσία και τη Λευκορωσία.
Την ίδια ώρα, Ινδοί αξιωματούχοι δήλωσαν ότι δεν μπορούσαν να αντικαταστήσουν ξαφνικά τη Ρωσία με άλλους προμηθευτές, ιδιαίτερα στον αμυντικό τομέα.
Η εξάρτηση της Ινδίας από τη Ρωσία όσον αφορά στην προμήθεια στρατιωτικού υλικού εξακολουθεί να αγγίζει το 60%, παρά τη σημαντική μείωση την τελευταία δεκαετία.
Αμερικανοί αξιωματούχοι αρνήθηκαν να σχολιάσουν εάν θα επιβληθούν κυρώσεις στην Ινδία σε περίπτωση που η Ρωσία στείλει πυραυλικά συστήματα S-400 ως μέρος μιας συμφωνίας 5,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων που υπογράφηκε το 2018 για πέντε από αυτά.