THEPOWERGAME
Μετά από ένα δίμηνο έντονων διαπραγματεύσεων, ο Όλαφ Σολτς ανακοίνωσε την Τετάρτη τη σύνθεση του νέου κυβερνητικού συνασπισμού στη Γερμανία με το κόμμα του των Σοσιαλδημοκρατών (SPD), τους Πρασίνους και τους Φιλελεύθερους (FDP). Ήταν η πρώτη δοκιμασία που πέρασε ο Σολτς ως ισορροπιστής και πραγματιστής και άρα άξιος διάδοχος της επί 16ετίας Γερμανίδας καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ.
Αναμένεται, ωστόσο, να αποδειχθεί στην πράξη πώς θα συμπλεύσει ο νέος καγκελάριος Σολτς με τον υπουργό Οικονομικών, Κρίστιαν Λίντνερ, αφού γίνει η ορκωμοσία της νέας κυβέρνησης την εβδομάδα που ξεκινά στις 6 Δεκεμβρίου. Η δημοσιονομική κατάσταση στην Ευρωζώνη είναι αρκετά περίπλοκη. Μετά την πανδημία της νόσου Covid-19 και εν όψει των προκλήσεων της κλιματικής αλλαγής, η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική επανήλθε στο προσκήνιο. Αλλά η άνοδος του πληθωρισμού δημιουργεί γόνιμο έδαφος στην επιχειρηματολογία δημοσιονομικών «γερακιών» όπως είναι ο Λίντνερ.
Επιφυλακτικοί οι εξωτερικοί παρατηρητές
Εξωτερικοί παρατηρητές κρατούν «μικρό καλάθι» για τον Φιλελεύθερο 42χρόνο πολιτικό και ηγέτη του FDP που ναι μεν διεκδικούσε προ πολλού το συγκεκριμένο υπουργείο, πλην όμως δεν θεωρείται ο καταλληλότερος για τη θέση. Ένας λόγος είναι πως δεν έχει την εμπειρία που είχαν οι προκάτοχοι του. Συγκρίσεις έχουν γίνει με τον Σολτς ή τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ή τον Πιέρ Στάινμπρουκ, οι οποίοι πέρασαν από όλα τα κλιμάκια της πολιτικής ηγεσίας, με υψηλές θέσεις και στη διακυβέρνηση των κρατιδίων της Γερμανίας, πριν αναλάβουν το υπουργείο Οικονομικών.
Σε πρόσφατο άρθρο της, η ειδησεογραφική ιστοσελίδα Politico υπογραμμίζει πως εκτός από τη μεταπτυχιακή διατριβή του Λίντνερ με τίτλο «Φορολογικός Ανταγωνισμός και Δημοσιονομική Εξισορρόπηση», δεν είναι βέβαιο εάν ικανοποιεί τυπικά τα κριτήρια για να γίνει ο επόμενος «τσάρος» της γερμανικής οικονομίας. Πέραν της πολιτικής διάστασης που έχουν τα δημοσιονομικά ζητήματα στη Γερμανία, αναλαμβάνει μια δύσκολη αποστολή μόνο και μόνον επειδή καλείται να διοικήσει ένα υπουργείο με 2.000 δημοσίους υπαλλήλους.
Μέσα στον Οκτώβριο, ο Τζότζεφ Στίγκλιτζ και ο Άνταμ Τουζ, γνωστοί οικονομολόγοι στο πανεπιστήμιο Κολούμπια, συνυπέγραψαν άρθρο στην Die Zeit όπου προειδοποιούν για τις επιπτώσεις που μπορεί να υπάρξουν εάν ο Λίντνερ επιμείνει στην επιστροφή της Γερμανίας και της Ευρώπης στην αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία.
Κρίσιμος ο ρόλος του εν όψει συζητήσεων για το νέο δημοσιονομικό προφίλ της Ε.Ε
Ενώ ο ευρωπαϊκός Νότος με πρωτοστάτες τη Γαλλία και την Ιταλία ετοιμάζονται να εισέλθουν σε φάση διαβουλεύσεων για την αναπροσαρμογή των δημοσιονομικών κανόνων της Ευρωζώνης, ο 42χρόνος επικεφαλής του FDP, Κρίστιαν Λίντνερ, έχει τονίσει τουλάχιστον προεκλογικά την πρόθεσή του να επαναφέρει το «φρένο χρέους» στη Γερμανία και να απαιτήσει μεγαλύτερη πειθαρχία στη διαχείριση των προϋπολογισμών από τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης.
Και ο ίδιος ο Σολτς είχε υπογραμμίσει το καλοκαίρι πως θα πρέπει το 2023 να επανέλθει το «φρένο χρέους», το οποίο ενσωματώθηκε στο γερμανικό σύνταγμα το 2009 για να μπει όριο σε κάθε νέο δανεισμό της χώρας έως το 0,35% του ΑΕΠ. Ωστόσο, αν και στην αρχή της θητείας του ως υπουργός Οικονομικών έμεινε προσκολλημένος στη δημοσιονομική ορθότητα του προκατόχου του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, άλλαξε ρότα εν μέσω της πανδημίας της νόσου Covid-19. Ανέστειλε το φρένο χρέους και ενορχήστρωσε πακέτα στήριξης 420 δισ ευρώ για τη στήριξη της γερμανικής οικονομίας. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο διαδραμάτισε ενεργό ρόλο στην προώθηση του Ταμείου Ανάκαμψης των 800 δισ ευρώ.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg Bank, Χόλγκερ Σμίτινγκ, τονίζει πως ο Λίντνερ είναι υπουργός Οικονομικών σε μια κυβέρνηση όπου συμμετέχουν οι Σοσιαλδημοκράτες και οι Πράσινοι, δυο κόμματα με κεντροαριστερό προσανατολισμό. Οι Πράσινοι έχουν ήδη διεκδικήσει ορισμένες εκατοντάδες δισεκατομμύρια σε δαπάνες για την ενεργειακή μετάβαση της Γερμανίας.
Ο ίδιος ο Σολτς ανακοίνωσε πως η νέα κυβέρνηση της Γερμανίας θα θέσει τις προϋποθέσεις για την έναρξη μιας δεκαετίας επενδύσεων και τον μεγαλύτερο εκσυγχρονισμό της Γερμανίας εδώ και μια 100ετία. Από την άλλη πλευρά, οι προσδοκίες πως η Γερμανία θα «μαλακώσει» τη στάση της στα δημοσιονομικά θέματα είναι υπερβολικές. Κάποια μεγαλύτερη ευελιξία αναμένεται, εντούτοις, να υπάρξει όσο επιμένει η αβεβαιότητα της πανδημίας της νόσου Covid-19. Πολλά θα εξαρτηθούν και από τη στάση που θα τηρήσει ο Γάλλος πρόεδρος, Μανουέλ Μακρόν, μαζί με τον Ιταλό πρωθυπουργό, Μάριο Ντράγκι.