THEPOWERGAME
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ζητά από τις τράπεζες να μετακινήσουν περισσότερους εργαζόμενους και κεφάλαια από το Λονδίνο στην ΕΕ, καθώς αποφάσισε να τερματίσει την προσωρινή αναστολή των αρχικών προθεσμιών που είχε θέσει μετά το Brexit.
Σύμφωνα με πληροφορίες των Financial Times, τα στελέχη της ΕΚΤ ασκούν πιέσεις για να επιταχύνουν οι τράπεζες τη μετάβαση των δραστηριοτήτων τους στην ηπειρωτική Ευρώπη, εφόσον η Βρετανία αποχώρησε από το κλαμπ των Βρυξελλών τον Ιανουάριο του 2020 και έτσι τυπικά χάνει την ελεύθερη πρόσβαση στις αγορές κεφαλαίου της Ε.Ε.
Η απάντηση του Λονδίνου
Την ίδια ώρα, ο Βρετανός υπουργός Οικονομικών, Ρίσι Σουνάκ, δρομολογεί μείωση της φορολογίας για τις μεγαλύτερες τράπεζες που δραστηριοποιούνται στη χώρα στον επόμενο προϋπολογισμό προκειμένου να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα του Σίτι του Λονδίνου. Η μείωση, ουσιαστικά, ειδικού φόρου στους ισχυρότερους τραπεζικούς ομίλους από το 8% στο 3% αναμένεται να εφαρμοστεί τον Απρίλιο του 2023 παρά το γεγονός ότι η βρετανική κυβέρνηση ετοιμάζεται να προχωρήσει στη μεγαλύτερη αύξηση της ευρύτερης φορολογίας από τα μέσα της δεκαετίας του ΄70. Ούτως ή άλλως, τόνισε του Σουνάκ, ο βασικός φορολογικός συντελεστής των επιχειρήσεων θα αυξηθεί από το 19% στο 25% και έτσι «θα καταστήσει τις επιβαρύνσεις των τραπεζών μη ανταγωνιστικές».
Οι επιπτώσεις του Brexit δεν έχουν ακόμη γίνει εξ ολοκλήρου αισθητές στο Σίτι του Λονδίνου. Από την αρχή της πανδημίας, η ΕΚΤ χαλάρωσε προσωρινά στις προδιαγραφές για τα κεφάλαια και το προσωπικό των τραπεζών στη μετά Brexit εποχή. Αλλά σήμερα η ΕΚΤ επανέρχεται στην αυστηρή στάση της που αποκρυσταλλώνεται καλύτερα από την τοποθέτηση του Έντουαρντ Φερνάντεζ-Μπόλο, μέλος του εποπτικού συμβουλίου της ΕΚΤ. Είχε δηλώσει πρόσφατα πως «κενά ιδρύματα δεν είναι αποδεκτά στην Ευρωζώνη. Δραστηριότητες και υπηρεσίες που περιλαμβάνουν πελάτες στην Ε.Ε θα πρέπει να λαμβάνουν χώρα κυρίως εντός της Ε.Ε».
Ορισμένες τράπεζες, ιδιαίτερα οι μικρότερες, επανεξετάζουν τη στρατηγική τους διότι απλά οι δαπάνες για την επέκταση της παρουσίας τους στην Ε.Ε είναι αρκετά υψηλές. Τα αιτήματα της ΕΚΤ σε όσες τράπεζες επιθυμούν να έχουν παρουσία στις αγορές κεφαλαίου της Ε.Ε αναμένεται να προκαλέσουν επίσης αντιδράσεις από την Τράπεζα της Αγγλίας, η οποία ανησυχεί μήπως οι απαιτήσεις της Ευρώπης δεν είναι όλες απαραίτητες για να διασφαλιστεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Βαθύτερος φόβος της Βρετανίας είναι μήπως γίνεται προσπάθεια από την ηπειρωτική Ευρώπη να αποσπάσει όσο το δυνατό μεγαλύτερο μερίδιο από το Σίτι του Λονδίνου.
Το Σίτι του Λονδίνου μετά το Brexit
Μέχρι σήμερα, η Ε.Ε δεν έχει προσφέρει καθεστώς ισοδυναμίας στη Βρετανία για τη διαπραγμάτευση μετοχών, οδηγώντας στον τετραπλασιασμό του όγκου συναλλαγών στο Άμστερνταμ από τον Δεκέμβριο του 2020 στον Ιανουάριο του 2021 εις βάρος του Λονδίνου. Παρομοίως, το μερίδιο της Βρετανίας στη διαπραγμάτευση των swap επιτοκίων σε όρους ευρώ υποχώρησε από το 40% στο 10% από τον Ιούλιο του 2020 στον Ιανουάριο του 2021, ενώ το μερίδιο της Ε.Ε αυξήθηκε από το 10% στο 25%. Ένα κομμάτι των συναλλαγών αυτών πέρασε στις ΗΠΑ. Αλλά το Σίτι του Λονδίνου παραμένει πόλος έλξης κεφαλαίων, με τις δημόσιες εγγραφές στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου να αντλούν 8,3 δισ ευρώ το πρώτο τρίμηνο του 2021 έναντι 5,4 δισ ευρώ στη Φρανκφούρτη και 5,6 δισ ευρώ στο Άμστερνταμ, αντίστοιχα.
Στο πλαίσιο έρευνας που είχαν πραγματοποιήσει οι Financial Times τον Δεκέμβριο του 2020, πάντως, ο Φρεντερίκ Ουντέα, διευθύνων σύμβουλος της Societe Generale, είχε δηλώσει πως παρατηρείται μετακίνηση εργαζομένων από το Σίτι του Λονδίνου στην Ε.Ε αλλά είναι «σχετικά μετριοπαθής» σε σχέση με εκτιμήσεις για μια μαζική εκροή στελεχών. Μόνον 300 στελέχη της γαλλικής τράπεζας μετακινήθηκαν από το Λονδίνο στο Παρίσι. Η βρετανική εφημερίδα συμπέρανε από την έρευνα αυτή πως η μείωση του προσωπικού 12 μεγάλων ξένων τραπεζών στο Λονδίνο στα 65.000 άτομα από τα 71.000 άτομα προ πενταετίας εντάσσονταν κυρίως σε σχέδια αναδιάρθρωσης και όχι τόσο στο Brexit.