THEPOWERGAME
Με όλες τις ψήφους να έχουν καταμετρηθεί από τις εφορευτικές επιτροπές, οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD) του Όλαφ Σολτς αναδεικνύονται νικητές των βουλευτικών εκλογών που διεξήχθησαν χθες Κυριακή στη Γερμανία, μπροστά από τη συντηρητική παράταξη της απερχόμενης καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ, τη Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU), σύμφωνα με τον ιστότοπο της εθνικής εκλογικής επιτροπής.
Το SPD συγκεντρώνει το 25,7% των ψήφων, το καλύτερο αποτέλεσμα που έχει καταγράψει εδώ και πολλά χρόνια, ενώ τα CDU/CSU έλαβαν 24,1% (-8,9% σε σύγκριση με τις προηγούμενες εκλογές), σημείωσαν με άλλα λόγια τη χειρότερη επίδοση στην ιστορία τους, έπειτα από 16 χρόνια στην κυβέρνηση. Είναι η πρώτη φορά που το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα πέφτει κάτω από το 30%.
Οι πράσινοι οι πραγματικοί νικητές των εκλογών
Οι Πράσινοι καταγράφουν το υψηλότερο ποσοστό από ιδρύσεως του κόμματος, εξασφαλίζουν το 14,8% των ψήφων και αναδεικνύονται σε τρίτη δύναμη της Μπούντεσταγκ, της ομοσπονδιακής κάτω Βουλής. Σύμφωνα με τους αναλυτές, η Αναλένα Μπέρμποκ και οι Πράσινοι, αν και δεν έπιασαν το δημοσκοπικό ποσοστό του 20%, είναι οι πραγματικοί νικητές των χθεσινών εκλογών.
Το κόμμα των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP) βελτιώνει τη θέση του, συγκεντρώνοντας το 11,5% των ψήφων. Το ξενοφοβικό, ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) πέφτει από την τρίτη στην πέμπτη θέση, με το 10,3% των ψήφων. Το κόμμα Η Αριστερά (Die Linke) πέφτει στο 4,9% και δεν μπαίνει στη γερμανική Βουλή (σ.σ. το όριο είναι 5%).
Θα αργήσει ο σχηματισμός κυβέρνησης
Αν και για την Ευρώπη, η Γερμανία υπήρξε πόλος σταθερότητας στην εποχή της Άνγκελα Μέρκελ, τώρα εισέρχεται σε πολύ πιο απρόβλεπτη φάση, ενόψει των δύσκολων διαπραγματεύσεων, για να σχηματιστεί η επόμενη κυβέρνηση είτε υπό τους Σοσιαλδημοκράτες, που κέρδισαν αλλά με μικρή διαφορά, είτε υπό τους συντηρητικούς.
Οι Γερμανοί πολιτικοί αναλυτές δεν μπορούν να κάνουν εκτιμήσεις αλλά το πρόσφατο παρελθόν (2017) δείχνει πως η συμφωνία μπορεί να διαρκέσει περισσότερο από 90 ημέρες…
Το σίγουρο είναι πως πλέον, για πρώτη φορά στην ιστορία της η Γερμανία θα αποκτήσει τρικομματική κυβέρνηση και ο Σοσιαλδημοκράτης εν δυνάμει καγκελάριος Όλαφ Σολτς θα πρέπει να συνεργαστεί με τους Πράσινους και τους Φιλελευθέρους, αφού η Αριστερά δεν κατάφερε να μπει στη Βουλή. Ο σχηματισμός κυβέρνησης έχει πάρει την κωδική ονομασία «Φανάρι» ή «Φωτεινός Σηματοδότης» από τα χρώματα των τριών κομμάτων, ενώ αντίστοιχα μια κυβέρνηση υπό τον Λάσετ, που είναι και το πιο αδύναμο σενάριο ονομάζεται κυβέρνηση «Τζαμάικα».
Ωστόσο, η Γερμανία, πόλος σταθερότητας στην εποχή της Μέρκελ, εισέρχεται σε μια πολύ πιο απρόβλεπτη φάση με δύσκολες διαβουλεύσεις για να σχηματισθεί η επόμενη κυβέρνηση μετά τις βουλευτικές εκλογές, καθώς τόσο οι Σοσιαλδημοκράτες, όσο και οι συντηρητικοί διεκδικούν την ηγεσία της, όπως άφησε να εννοηθεί κατά τη διάρκεια του λεγόμενου «Γύρου των Ελεφάντων» ο Άρμιν Λάσετ.
Ο Λάσετ έχοντας ως μόνη ελπίδα να παραμείνει στην εξουσία του CDU, κατά τη διάρκεια της τηλεοπτικής συνέντευξης όλων των αρχηγών των κομμάτων, που γίνεται στη Γερμανία το βράδυ των εκλογών και ονομάζεται Elefantenrunde (Γύρος των Ελεφάντων), ενώ έβλεπε τα χαμηλά ποσοστά του κόμματός του επέμενε πως θα διεκδικήσει την καγκελαρία.
Ήδη από σήμερα το πρωί, οι ηγεσίες των διαφόρων κομμάτων που είναι πιθανό να συμμετάσχουν σε ένα μελλοντικό συνασπισμό συνεδριάζουν στο Βερολίνο και αναμένεται να δώσουν ενδείξεις για τις συμμαχίες που εξετάζουν.
Η παρτίδα πόκερ αρχίζει
Πέρα απ’ αυτό, τίποτε δεν θεωρείται ακόμη πως έχει κριθεί στη χώρα. Διότι στη Γερμανία δεν είναι οι ψηφοφόροι που εκλέγουν απευθείας τον επικεφαλής της κυβέρνησης, αλλά οι βουλευτές, μόλις σχηματίσουν μια πλειοψηφία.
Η πλειοψηφία αυτή είναι τούτη τη φορά ιδιαίτερα περίπλοκο να σχηματισθεί διότι θα πρέπει να συμμετάσχουν τρία κόμματα -κάτι που έχει να γίνει από τα χρόνια του 1950- λόγω του κατακερματισμού των ψήφων.
«Η παρτίδα πόκερ αρχίζει», διαπιστώνει το περιοδικό Der Spiegel. Διότι «μετά την ψηφοφορία, τα ουσιαστικά ερωτήματα παραμένουν ανοικτά: Ποιος θα είναι καγκελάριος; Ποιος συνασπισμός θα κυβερνήσει τη χώρα στο μέλλον;», σημειώνει.
Για τους σοσιαλδημοκράτες, τα πράγματα είναι ξεκάθαρα: «Αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι πολλοί πολίτες» ψήφισαν το SPD διότι «θέλουν μια αλλαγή κυβέρνησης και επίσης επειδή θέλουν ο επόμενος καγκελάριος να ονομάζεται Όλαφ Σολτς», δήλωσε ο 63χρονος πολιτικός.
Το ζήτημα είναι πως ο κεντροδεξιός αντίπαλός του, παρά το «απογοητευτικό» αποτέλεσμα, δεν είναι διατεθειμένος να καθίσει στα έδρανα της αντιπολίτευσης: «θα κάνουμε ό,τι μπορούμε για να οικοδομήσουμε μια κυβέρνηση με επικεφαλής της Ένωση» CDU-CSU, διαβεβαίωσε ο χριστιανοδημοκράτης υποψήφιος.
Αγώνας δρόμου μέχρι τα Χριστούγεννα
Στη Γερμανία, οι συνομιλίες για το σχηματισμό νέας κυβέρνησης εξαρτώνται μόνο από τα πολιτικά κόμματα.
Στο τέλος των προηγούμενων εκλογών το 2017, ο σημερινός μεγάλος συνασπισμός δεν είχε καταστεί δυνατό να σχηματισθεί παρά μόνο έξι μήνες αργότερα, γεγονός που προκάλεσε πολιτική παράλυση στη Γερμανία, ιδιαίτερα όσον αφορά στα ευρωπαϊκά ζητήματα.
Εντούτοις, τόσο το SPD όσο και η κεντροδεξιά είπαν ότι έχουν στόχο να υπάρξει μία κατάληξη πριν από τα Χριστούγεννα. Θα τα καταφέρουν;
«Η Γερμανία θα πάρει την προεδρία της G7 το 2022», υπενθύμισε ο Λάσετ, και γι’ αυτό μια νέα κυβέρνηση πρέπει «να έρθει πολύ γρήγορα».
Με τα σημερινά δεδομένα, λύσεις είναι δυνατές για μια πλειοψηφία στην Μπούντεσταγκ, η οποία θα έχει αριθμό ρεκόρ 735 βουλευτών, δηλαδή 137 περισσότερους από ό,τι πριν από τέσσερα χρόνια, σύμφωνα με την εκλογική επιτροπή.
Το SPD, με 206 βουλευτές, θα μπορούσε έτσι να συμμαχήσει με τους Πράσινους, που ήρθαν τρίτοι στην ψηφοφορία με 14,8% (118 βουλευτές) και τους φιλελεύθερους του FDP, ένα κόμμα της δεξιάς το οποίο συγκέντρωσε 11,5% (92 βουλευτές). Εναλλακτικά, οι συντηρητικοί (196 έδρες) θα μπορούσαν να κυβερνήσουν με τους Πράσινους και το FDP.
Σύμφωνα με μια δημοσκόπηση της Yougov που δημοσιοποιήθηκε την περασμένη νύκτα, μια πλειονότητα των ψηφοφόρων ευνοεί την πρώτη επιλογή. Και 43% εξ αυτών εκτιμούν ότι ο Όλαφ Σολτς πρέπει να γίνει ο επόμενος καγκελάριος της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής οικονομίας.
Οι ρυθμιστές κι η σπαζοκεφαλιά για τον Σολτς
Όλα θα εξαρτηθούν συνεπώς από την καλή βούληση δύο μικρών κομμάτων, που χαρακτηρίζονται σήμερα από την Bild «ρυθμιστές».
Ο επικεφαλής του FDP Κρίστιαν Λίντνερ δήλωσε εξάλλου χθες, Κυριακή, πως θα ήταν «επιθυμητό» για το κόμμα του και τους οικολόγους «να συζητήσουν κατ’ αρχάς μεταξύ τους» πριν αποφασίσουν αν θα συμμαχήσουν με τους συντηρητικούς ή με τους σοσιαλδημοκράτες.
Για το παλαιότερο κόμμα της Γερμανίας, οι ερχόμενες εβδομάδες θα είναι μια δοκιμή. Στη διάρκεια όλης της προεκλογικής εκστρατείας, οι σοσιαλδημοκράτες έβαλαν τέλος στους θρυλικούς καβγάδες τους ανάμεσα στην αριστερή και την κεντρώα πτέρυγα για να υποστηρίξουν άπαντες τον επικεφαλής τους, νυν υπουργό Οικονομικών της Άνγκελα Μέρκελ.
«Όμως, πώς θα αντιδράσει το κόμμα αν ο νέος του «ήρωας Όλαφ» υποχρεωθεί να θάψει το μισό πρόγραμμά του για να καλοπιάσει τη φιλελεύθερη δεξιά;», αναρωτιέται η εφημερίδα Sueddeutsche Zeitung. Διότι το FDP δεν θα δεχθεί ποτέ μια αύξηση των φόρων για τους πλουσιότερους, όπως επιθυμούν το SPD και οι Πράσινοι.
Και σε τελική ανάλυση, υπογραμμίζει η εφημερίδα, ο σχηματισμός ενός συνασπισμού θα τεθεί σε ψηφοφορία μεταξύ των μελών του SPD. Το 2018 είχαν προτιμήσει να διορίσουν ένα ντουέτο αγνώστων της αριστερής πτέρυγας του κόμματος.
Η δεξιά που έπεσε με κρότο
Η αποχώρηση της Μέρκελ, αλλά και οι πολιτικές που η ίδια χάραξε τα τελευταία 4 χρόνια κόστισαν ακριβά στο κόμμα της. Η πτώση που αγγίζει τις 9 μονάδες όχι απλώς είναι αμελητέα, αλλά πρόκειται για τη χειρότερη επίδοση για την παράταξη (24,1%). Το πρόβλημα της Ένωσης δεν είναι μόνο το γεγονός πως ο Άρμιν Λάσετ «χασκογελούσε» τον περασμένο Ιούλιο μπροστά σε δεκάδες νεκρούς από τις πλημμύρες. Τα όσα έχουν να γίνουν από εδώ και μπροστά «μυρίζουν» εσωστρέφεια. Η φυγή ή η αναγκαστική έξοδος του Λάσετ δεν θα λύσουν το πρόβλημα. Η δεξιά μπορεί να χάνει με μικρή διαφορά και να βρει και δικαιολογίες για την ήττα. Αν δεν αντιμετωπίσει στον πολιτικό καθρέφτη τον εαυτό της όμως κινδυνεύει να βρεθεί εκεί που επί 20 χρόνια «βολοδέρνει» το SPD.
Σημαντική, αλλά όχι ριζική πτώση για την ακροδεξιά – Παλιά χρέη πληρώνει η αριστερά
Σημαντική είναι και η πτώση της ακροδεξιάς. Σημαντικό είναι να βλέπεις ένα κόμμα των άκρων να χάνει σχεδόν δύο μονάδες αλλά η αλήθεια είναι πως το 10,3% κάθε άλλο παρά αστείο νούμερο είναι. Είναι δύο και πλέον φορές μεγαλύτερο από το ποσοστό του Die Linke με την παραδοσιακή αριστερά στη Γερμανία να χάνει περισσότερο από τέσσερις μονάδες της δυναμικής της μέσα σε τέσσερα χρόνια και να μην καταφέρνει να μπει στη Βουλή. Για τους Γερμανούς η απλή αντίδραση και η στείρα αντιπολίτευση φαίνεται πως αυτή την φορά δεν θα επιβραβευτεί. Το Die Linke δεν κατάφερε να μπει στην Βουλή και πλέον θα πρέπει να σκεφτεί πως κατάφερε με το καλύτερο πολιτικό δυναμικό των τελευταίων 10 ετών να πέσει τόσο χαμηλά, στις ψήφους των πολιτών.
Ο κρότος και ο τρόπος της ανόδου του SPD
Πέραν της καθόδου, κρότο συνήθως κάνει και η άνοδος. Το SPD κερδίζει σχεδόν 5% μέσα σε τέσσερα χρόνια. Δεν είναι πως θα πάρει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης έπειτα από δύο δεκαετίες το παλαιότερο κόμμα της χώρας όσο ότι θα το πράξει ως ομάδα υπό έναν άνθρωπο. Υπάρχει όμως και κάτι άλλο που προκαλεί ακόμη μεγαλύτερους πανηγυρισμούς στους κόκκινους της Γερμανίας. Το SPD. Το SPD κερδίζει στην έξοδο της Μέρκελ με τον τρόπο που η ίδια έκανε την είσοδό της στην πολιτική, με οριακό τρόπο…
Το SPD πήρε το Βερολίνο
Αναφορικά με τα αποτελέσματα στα κρατίδια, νίκη του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) στο κρατίδιο του Βερολίνου με 22,2% (+0,6% σε σύγκριση με το 2016) δείχνουν τα μέχρι τώρα αποτελέσματα, με τους Πράσινους να έπονται με 19,4% (+4,2%). Το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα (CDU) κερδίζει 18,8% (+1,2%), ενώ η Αριστερά υποχωρεί, στο 13% (-2,6%), η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) στο 7,6% (-6,6%). Οι Φιλελεύθεροι (FDP) ανεβαίνουν στο 7,2% (+0,5%).
Τα ποσοστά αυτά δεν επαρκούν για συγκυβέρνηση SPD-Πρασίνων, επομένως πιθανότατα το κρατίδιο του Βερολίνου θα συνεχίσει να κυβερνάται από συνασπισμό SPD – Πρασίνων – Αριστεράς. Επικεφαλής υποψήφια του SPD ήταν η πρώην ομοσπονδιακή υπουργός Οικογένειας Φραντσίσκα Γκίφαϊ.
Στο Μεκλεμβούργο-Πομερανία η σοσιαλδημοκράτης (SPD) Πρωθυπουργός Μανουέλα Σβέσιγκ αναδείχθηκε, όπως αναμενόταν, θριαμβεύτρια των κρατιδιακών εκλογών, με ποσοστό 40% (+9,4% από το 2016) και θα πρέπει πλέον να επιλέξει νέο κυβερνητικό εταίρο.
Μέχρι τώρα το SPD συγκυβερνούσε με το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα (CDU), το οποίο χθες έλαβε ποσοστό 13% (-6%). Δεύτερη δύναμη αναδείχθηκε η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) με 17% (-3,8%). Ακολουθούν η Αριστερά με 11% (-2,2%) και οι Πράσινοι με 7% (+2,2%).