THEPOWERGAME
Το πρόστιμο των 41 εκατ. δολαρίων που πλήρωσε η Tether στην αμερικανική επιτροπή που εποπτεύει την αγορά συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης (CFTC) αντανακλά την ανάγκη δημιουργίας ενός αποτελεσματικού πλαισίου για την αγορά ψηφιακού χρήματος. «Αυτή η υπόθεση καταδεικνύει τις προσδοκίες για τιμιότητα και διαφάνεια στην ταχέως αναπτυσσόμενη αγορά των ψηφιακών περιουσιακών στοιχείων» ανακοίνωσε ο πρόεδρος της CFTC, Ρόστιν Μπέναμ.
H Tether έχει δημιουργήσει stablecoins, δηλαδή κρυπτονομίσματα που συνδέονται με νομίσματα όπως το δολάριο, που συνολικά αποτιμώνται στα 69 δισ. δολάρια. Αλλά είναι αρκετοί αυτοί που αμφιβάλουν εδώ και καιρό για το εάν η Tether κατέχει ισάξια αποθέματα για να στηρίξει τα stablecoins της. Αναλυτικότερα, η Tether υπόσχεται πως κάθε κάτοχος stablecoins μπορεί να ανακτήσει την αξία των τοποθετήσεων του ισάξια σε δολάρια.
Την περασμένη Παρασκευή, η Επιτροπή Διαπραγμάτευσης Συμβολαίων Μελλοντικής Εκπλήρωσης (Commodity Futures Trading Commission, CFTC) υποστήριξε πως η Tether υπέβαλε παραπλανητικές καταστάσεις με παραλείψεις για το ύψος των αποθεμάτων που συνδέονται με τα ομώνυμα stablecoins τουλάχιστον την περίοδο από τον Ιούνιο του 2016 μέχρι τον Νοέμβριο του 2018. Μάλιστα, η CFTC κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Tether κατείχε εκείνη την περίοδο νομίσματα που αναλογούσαν μόνον στο 27,6% των stablecoins της.
Μέσα στα επόμενα 24ώρα, η Tether, η οποία έχει προχωρήσει στην έκδοση του μεγαλύτερου όγκου των κρυπτονομισμάτων, συμφώνησε να πληρώσει πρόστιμο 41 εκατ. δολαρίων για να κλείσει η υπόθεση. Η CFTC τόνισε επίσης πως η Tether δεν πραγματοποιούσε επίσημους λογιστικούς ελέγχους. Η ίδια η Tether ανακοίνωσε πως δεν εκκρεμούν πια υποθέσεις με την αμερικανική επιτροπή.
Παράλληλα, η Bitfinex, η οποία ελέγχει την Tether και τα ομώνυμα stablecoins, κατέβαλε επίσης πρόστιμο 1,5 εκατ. δολαρίων επειδή λειτουργούσε ως μεσάζον στην αγορά των προθεσμιακών συμβολαίων χωρίς να είναι καταγεγραμμένη στην CFTC τουλάχιστον από τον Μάρτιο του 2016 μέχρι τον Δεκέμβριο του 2018. Για να καταλήξει σε αυτό το πόρισμα, η αμερικανική επιτροπή έπρεπε να συνεργαστεί με τις αρμόδιες αρχές των Μπαχάμας, των Βρετανικών Παρθένων Νήσων, του Καναδά, του Παναμά, της Πορτογαλίας και των Σεϋχελλών.