Στο Υπουργικό Συμβούλιο της επόμενης εβδομάδας μεταφέρεται η απόφαση της υπουργού Εργασίας για την αύξηση στον Κατώτατο Μισθό, η οποία φαίνεται να έχει «κλειδώσει» μεταξύ 870 και 880 ευρώ και θα ισχύσει από 1ης Απριλίου σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, με τον δεύτερο κλάδο να είναι ριγμένος -σύμφωνα με νέα έρευνα του ΚΕΠΕ, που διαπιστώνει μέσω δύο μεθοδολογιών ότι είναι χαμηλότερος από 18,6% μέχρι 33,3%.
Η κ. Κεραμέως υπενθύμισε ότι «ο κατώτατος μισθός είναι στα 830 ευρώ, ήταν στα 650 όταν ανέλαβε η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη το 2019, άρα έχει αυξηθεί κατά 28% και η δέσμευση του πρωθυπουργού είναι για 950 ευρώ το 2027», συμπληρώνοντας ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού επηρεάζει και τα επιδόματα, αλλά και εμμέσως τον μέσο μισθό πλήρους και μερικής απασχόλησης, ο οποίος σήμερα αγγίζει τα 1.342 ευρώ, ενώ ο μέσος μισθός πλήρους απασχόλησης διαμορφώνεται στα 1.478 ευρώ.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι την επόμενη τριετία 2025, 2026 και 2027 θα πρέπει να δοθούν μεσοσταθμικές αυξήσεις της τάξης των 40 με 50 ευρώ ετησίως, ώστε από τα 830 ευρώ, που είναι σήμερα ο κατώτατος μισθός, να διαμορφωθεί στα 870 με 880 ευρώ φέτος, από την 1η Απριλίου, στα 910 ευρώ το 2026 και στα 950 ευρώ ή και πιο πάνω το 2027. Στα ίδια επίπεδα θα διαμορφώνεται ταυτόχρονα και ο εισαγωγικός μισθός στο Δημόσιο.
Στο νέο Μεσοπρόθεσμο σχέδιο 2025-2028, η πρόβλεψη για τους μισθούς είναι ότι θα αυξάνονται με ρυθμό 4,5%, ενώ και η Τράπεζα της Ελλάδος προβλέπει αυξήσεις 5% κατ’ έτος.
Μικρότεροι μέχρι 33,3% οι μισθοί στο Δημόσιο
Μικρότεροι από 13,3% έως 33,3% είναι οι μισθοί στο Δημόσιο σε σχέση με τον ιδιωτικό τομέα, σύμφωνα με ανάλυση του ΚΕΠΕ για το μισθολογικό χάσμα. Το εκτιμώμενο καθαρό ωρομίσθιο στον δημόσιο τομέα είναι κατά 14,6% χαμηλότερο έναντι του ιδιωτικού τομέα, ενώ σε επίπεδο καθαρών μηνιαίων αποδοχών το χάσμα αμοιβών υπέρ του ιδιωτικού τομέα ανέρχεται σε 18,6%. Σύμφωνα με τη δεύτερη μεθοδολογία, οι εκτιμώμενες ωριαίες αποδοχές των απασχολούμενων στο Δημόσιο υστερούν κατά 13,3% έναντι του ιδιωτικού τομέα. Αντίστοιχα, οι εκτιμώμενες μηνιαίες αποδοχές των απασχολούμενων στον δημόσιο τομέα υστερούν κατά 15,8% του ιδιωτικού τομέα.
Το αρνητικό μισθολογικό χάσμα του Δημοσίου έναντι του ιδιωτικού τομέα οφείλεται στο ουσιαστικό πάγωμα αμοιβών στον δημόσιο τομέα κατά τα τελευταία 10 έτη, σε συνδυασμό με τη σχετική ανελαστικότητα των αμοιβών του Δημοσίου στις μεταβολές του οικονομικού περιβάλλοντος. Ο μισθός στο Δημόσιο δεν καθορίζεται μέσα από μια διαδικασία διαπραγμάτευσης, αλλά μέσω διοικητικής απόφασης, και αυτό του προσδίδει μια σχετική ανελαστικότητα.
Για παράδειγμα, στον ιδιωτικό τομέα η αύξηση της ανεργίας ασκεί καθοδικές πιέσεις στον μισθό και αντιστρόφως, φαινόμενο που δεν εμφανίζεται στον δημόσιο τομέα. Αντίστοιχα, η νεοκλασικής έμπνευσης αντίστροφη σχέση, που διέπει την αύξηση των μισθών με την αύξηση της απασχόλησης, επίσης δεν εμφανίζεται στον δημόσιο τομέα. Τα παραπάνω έχουν χρησιμοποιηθεί προκειμένου να ερμηνεύσουν τις αιτίες που κρύβονται πίσω από το μισθολογικό πλεόνασμα που απολαμβάνουν οι απασχολούμενοι στο Δημόσιο στις περισσότερες ανεπτυγμένες οικονομίες.