THEPOWERGAME
Οιωνό-βόμβα στο ασφαλιστικό σύστημα αποτελεί η δημογραφική γήρανση, με τη ρήτρα για την αύξηση στα όρια ηλικίας να παραμένει «ανοιχτή» έως ότου οι αναλογιστές χτυπήσουν «καμπανάκι» για αύξηση των ποσοστών συνταξιοδότησης. Ήδη, με το τρίτο μνημόνιο και τον νόμο Κατρούγκαλου από την Πρωτοχρονιά του 2024, τα όρια ηλικίας θα ανακαθορίζονται ανά τριετία, με βάση πάντα το προσδόκιμο ζωής.
Σύμφωνα με πηγές του υπουργείου Εργασίας, αλλά και του αρμόδιου υφυπουργού Κοινωνικής Ασφάλισης, Πάνου Τσακλόγλου, δεν υπάρχει θέμα για την τριετία που έρχεται (2024-27), καθώς ο κορονοϊός αλλά και η αύξηση της απασχόλησης βελτίωσαν τη σχέση εργαζομένων προς συνταξιούχους, που πλησιάζει το 1 προς 2, όταν η σχέση αυτή για ένα βιώσιμο ασφαλιστικό σύστημα ανακαθορίζεται στο 1/4, δηλαδή για κάθε συνταξιούχο θα εισφέρουν στο σύστημα τέσσερις εργαζόμενοι. Και αυτό γιατί τα συστήματα κύριων συντάξεων σε όλες σχεδόν τις χώρες είναι διανεμητικά (εισφέρουν εργαζόμενοι για να πληρώνονται συντάξεις).
Το 2021 η σχέση είχε διαρραγεί, παρά τις αυξήσεις στα όρια ηλικίας που προηγήθηκαν με το πρώτο και το τρίτο μνημόνιο, αν και το πρώτο μνημόνιο παρέπεμπε σταδιακά τις αυξήσεις αυτές σε βάθος 8ετίας, αλλά τις συντόμευσε δραματικά ο νόμος Κατρούγκαλου, με τα γενικά όρια από τα 65 έτη να πηγαίνουν στα 67 και από τα 60 με σαράντα έτη ασφάλισης στα 62.
Από το 2010 έως το 2015 είχαμε αύξηση του προσδόκιμου ζωής (περίπου 7 έως 12 μήνες), την περίοδο όμως 2015-2020 δεν φαίνεται να υπάρχει αντίστοιχη αύξηση. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια εξαιτίας της πανδημίας το προσδόκιμο ζωής έχει υποχωρήσει, οπότε δεν απαιτείται να ανοίξει συζήτηση για αύξηση των γενικών ορίων, σημειώνουν πηγές του υπουργείου Εργασίας.
ΕΕ και ΟΟΣΑ εκτιμούν ότι στην Ελλάδα μέχρι το 2050, λόγω βελτίωσης του προσδόκιμου ζωής, θα πρέπει να αυξηθεί το όριο ηλικίας κατά 2,8 έτη. Δηλαδή από τα 67 έτη να ανέβουμε στα 69,8, ενώ το 2070 το όριο θα πρέπει να φτάσει στα 72. Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του ΟΟΣΑ, έως το 2050 προβλέπεται πως θα διπλασιαστεί ο αριθμός των συνταξιούχων που αντιστοιχούν σε κάθε 100 εργαζομένους. Έτσι, ενώ το 1990 η αναλογία ήταν 22,9 άτομα άνω των 65 ετών ανά 100 εργαζομένους, το 2020 η αναλογία βρέθηκε στο 37,8 και το 2050 θα φτάσει στο δυσοίωνο 75.
Στην έκθεσή του για τα συνταξιοδοτικά συστήματα των χωρών-μελών του, ο Οργανισμός αναφερόμενος στη χώρα μας κάνει την εκτίμηση ότι ίσως μέχρι το 2050, λόγω βελτίωσης του προσδόκιμου ζωής, θα πρέπει να αυξηθεί το όριο ηλικίας κατά 2,8 έτη. Η αναπροσαρμογή αυτή θα προκύψει σε σχέση με το 62ο έτος ηλικίας (και 40 έτη ασφάλισης), που είναι ένα εκ των δύο ορίων που έχει θέσει το ισχύον ασφαλιστικό σύστημα στη χώρα (το άλλο είναι το 67ο έτος με 15 χρόνια ασφάλισης).
Στην περίπτωση της Γαλλίας, με τις πρόσφατες κινητοποιήσεις, η χώρα δεν έχει πρόβλημα υπογεννητικότητας, αφού σε κάθε γυναίκα αντιστοιχούν σχεδόν 2 παιδιά, ενώ στην Ελλάδα αντιστοιχούν 1,4 παιδιά. Επίσης, δεν καταγράφεται πρόβλημα με τη συνταξιοδοτική δαπάνη. Τουναντίον, η δαπάνη μειώθηκε από το 13,5% του ΑΕΠ στο 12%, από το 16% που έχει θέσει ως όριο η ΕΕ.
Σύμφωνα με την τελευταία απογραφή της ΕΛΣΤΑΤ, έχουμε μια μείωση κατά 187.397 πολίτες (ήτοι -1,9%). Σύμφωνα δε με πανεπιστημιακή έρευνα, «η δημογραφική γήρανση του πληθυσμού όχι μόνο δεν θα ανακοπεί με ορίζοντα το 2050, αλλά οι ρυθμοί της αναμένεται να επιταχυνθούν. Ταυτόχρονα, θα επιταχυνθεί και το φαινόμενο της «γήρανσης μέσα στη γήρανση», δηλαδή οι ηλικιωμένοι να ζουν ακόμη περισσότερα χρόνια.
Σύμφωνα με τον καθηγητή δημογραφίας Βύρωνα Κοτζαμάνη, η Πολιτεία καλείται να λάβει μέτρα για να ενισχύσει τον πληθυσμό της εργάσιμης ηλικίας και να ανακόψει τη γήρανση. Για την εξέλιξη του πληθυσμού της χώρας με ορίζοντα το 2050, το εργαστήριο μελέτησε έξι διαφορετικά σενάρια. Βάσει όμως των αποτελεσμάτων, ανεξαρτήτως σεναρίων, η μείωση του μόνιμου πληθυσμού την επόμενη 35ετία αναμένεται να είναι συνεχής. Ο ρυθμός πτώσης του πληθυσμού διαφοροποιείται ανά σενάριο, όπως επίσης και η κατανομή του πληθυσμού ανά φύλο και ηλικία. Όπως καταγράφεται στη μελέτη, στο τέλος της επόμενης 20ετίας, έως το 2035, ο πληθυσμός της χώρας θα κυμαίνεται μεταξύ 9,5 και 10,4 εκατομυρίων.