THEPOWERGAME
Χωρίς αξιοσημείωτες αλλαγές θα καταβληθούν και φέτος οι επιδοτήσεις (άμεσες ενισχύσεις), το συνολικό ύψος των οποίων ανέρχεται στα 2 δις ευρώ, προς τους Έλληνες αγρότες και κτηνοτρόφους.
Το ίδιο ισχύει και για τις συνδεδεμένες ενισχύσεις (καταβάλλονται με βάση την παραγωγή), συνολικού ύψους 178 εκατ. ευρώ, που θα κατευθυνθούν στα 19 προϊόντα, όπως συνέβαινε και τα προηγούμενα χρόνια.
Με την απόφασή της, η νέα πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων υπό τον κ. Σπήλιο Λιβανό παραπέμπει την αλλαγή του τρόπου κατανομής των επιδοτήσεων από το 2022 και – σταδιακά – μέχρι το 2027, κατά την διάρκεια δηλαδή της τρέχουσας περιόδου της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής της ΕΕ.
Σήμερα, οι επιδοτήσεις κατανέμονται κατά βάση με τα λεγόμενα «ιστορικά δικαιώματα», δηλαδή τις καλλιέργειες των αγροτών πριν από 20 χρόνια, στις αρχές του 2000, γεγονός που προκαλεί στρεβλώσεις στην παραγωγή και αθέμιτο ανταγωνισμό εις βάρος των νέων αγροτών που συνήθως λαμβάνουν μειωμένες επιδοτήσεις συγκριτικά με τους παλαιότερους αγρότες, ακόμη και με την ίδια καλλιέργεια, σε γειτονικά χωράφια.
Ακριβώς, γι’ αυτό η Κυβέρνηση είχε αποφασίσει, όπως είχε δηλώσει κατ’ επανάληψη ο μέχρι τον Ιανουάριο Υπουργός, κ. Μάκης Βορίδης, να προχωρήσ\ι η σύγκλιση των δικαιωμάτων από φέτος.
Ωστόσο, όπως δήλωσε σήμερα ο κ. Σπήλιος Λιβανός: «Αν και η μεταρρυθμιστική ατζέντα της νέας ηγεσίας του ΥΠΑΑΤ και η πολιτική της βούληση προσανατολιζόταν στην εφαρμογή της σύγκλισης από την εφετινή χρονιά, η καθυστέρηση της ψήφισης του μεταβατικού κανονισμού της Ε.Ε. (ψηφίστηκε στις 23 Δεκεμβρίου το 2020)
Αποτελεί το θεσμικό πλαίσιο για τις εθνικές επιλογές, το ασφυκτικό περιθώριο υποβολής των προτάσεών μας μέχρι τις 19 Φεβρουαρίου, και η ανάγκη πρότερης προεργασίας προς την κατεύθυνση αυτή, δεν μας παρείχε ασφαλές χρονικό διάστημα για την πλήρη και ορθή επεξεργασία στοιχείων που αφορούν τις ενισχύσεις εκατοντάδων χιλιάδων αγροτών και κυρίως της έγκαιρης ενημέρωσής τους για τις επιπτώσεις, ώστε να διαμορφώσουν τις επιλογές τους πριν την υποβολή των αιτήσεων ενιαίας ενίσχυσης στο εφετινό ΟΣΔΕ.
Ωστόσο – προσθέτει ο Υπουργός – εργαζόμαστε εντατικά προς αυτήν την κατεύθυνση σε συνεργασία με τις υπηρεσίες του ΥΠΑΑΤ, τον ΟΠΕΚΕΠΕ, το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο, την Παγκόσμια Τράπεζα και τους εξειδικευμένους συμβούλους μας, ώστε να προσδιορισθεί άμεσα το μέγιστο δυνατό ποσοστό εσωτερικής σύγκλισης και να υποβληθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε 5 μήνες από σήμερα (σ.σ. η προθεσμία είναι μέχρι τον Αύγουστο 2021), ως επιλογή μας για το επόμενο έτος, 2022».
Ο κ. Σπ. Λιβανός επαναβεβαιώνει, πάντως, την πολιτική βούληση της Κυβέρνησης και ειδικότερα της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΑΑΤ «να ολοκληρώσει τη σύγκλιση των ιστορικών δικαιωμάτων, άμεσα, γρήγορα, ουσιαστικά, προς όφελος της νέας γενιάς των αγροτών μας, εξαλείφοντας μία χρόνια ανισότητα απέναντί τους.
Εξασφαλίζουμε έτσι την ουσιαστικότερη στήριξη των νέων και τη δικαιότερη κατανομή δικαιωμάτων μεταξύ των παλαιότερων και της νέας γενιάς, κλείνοντας μια εκκρεμότητα ετών».
Συνδεδεμένες ενισχύσεις
Χωρίς ουσιαστικές αλλαγές θα χορηγηθούν φέτος και οι συνδεδεμένες ενισχύσεις, συνολικού προϋπολογισμού 178 εκατ. ευρώ, στους δικαιούχους παραγωγούς των παρακάτω προϊόντων: ρύζι, σκληρό σιτάρι, βοοειδή, βιομηχανική τομάτα, πορτοκάλια για χυμοποίηση, όσπρια, πρωτεϊνούχα κτηνοτροφικά ψυχανθή, σπόροι σποράς, σπαράγγι, σηροτροφία, τεύτλα, βοοειδή (χωρίς γη), ροδάκινα για χυμοποίηση, αιγοπρόβατα (χωρίς γη), αιγοπρόβατα, κορινθιακή σταφίδα , καρποί με κέλυφος, μήλα, σανοδοτικά ψυχάνθη.
Οι όποιες αλλαγές και στις συνδεδεμένες παραπέμπονται από το 2022 καθώς, όπως επισημαίνει ο Υπουργός στη δήλωσή του, σκοπός είναι «να μην αιφνιδιαστούν οι Έλληνες παραγωγοί σε μια χρονική συγκυρία, που η συνέχιση των επιπτώσεων της πανδημίας δημιουργεί αβεβαιότητα και αναταράξεις, αλλά και με δεδομένο ότι βρισκόμαστε σε μια περίοδο που σε πολλές περιπτώσεις έχουν προγραμματίσει τις επιλογές τους για τη φετινή χρονιά.
Βασική στόχευση μας είναι το επόμενο διάστημα να προχωρήσουμε σε μια ουσιαστική αξιολόγηση του καθεστώτος των συνδεδεμένων ενισχύσεων στην ελληνική παραγωγή και την συμβολή τους στη βιωσιμότητα, την ανθεκτικότητα και την ανταγωνιστικότητα των ωφελούμενων καλλιεργειών», εξηγεί.