THEPOWERGAME
Στο Τεφαρίκι που βρίσκεται στον δρόμο Βάρης – Κορωπιού είχαμε πάει αρκετά χρόνια πριν και είχαμε καλές εντυπώσεις. Ήταν ένα «οικονομικά» στημένο μαγαζί χωρίς ακριβό εξοπλισμό, που έχει στολιστεί με διάφορα vintage αντικείμενα. Παραμένει ίδιο, με ένα ευρύχωρο ημιυπαίθριο χώρο με τέντες. Αίσθηση λαϊκού μαγαζιού, που υπονοεί πως θα απολαύσεις ποιοτικό κρέας σε χαμηλές σχετικά τιμές.
Θυμόμαστε ότι τα πιάτα του ήταν νόστιμα με ποιοτικό κρέας, συστατικά που συγκέντρωναν στο μαγαζί γνωστούς καλοφαγάδες που είχαν γίνει πιστοί πελάτες. Θέλαμε να επιβεβαιώσουμε πως ακόμα κρατιέται στο ίδιο επίπεδο και να αποφασίσουμε αν μπορούμε να το κατατάξουμε κι εμείς στην νοερή μας λίστα με «τα καλά κρεατάδικα της Αττικής».
Ο κατάλογος είναι πληθωρικός. Πολλά πρώτα πιάτα, πολλά αυγά και λουκάνικα, μεγάλη ποικιλία από χοιρινά, κοτόπουλα ελεύθερης βοσκής και μοσχαρίσια κρέατα. Τι λείπει εντελώς από τη λίστα; Το μαντέψατε. Αρνί. Ο κοντινός ανταγωνισμός, άλλωστε, στα Καλύβια και στη Βάρη διαπρέπει στα αμνοερίφια. Φυσικό επόμενο, λοιπόν, ο προσανατολισμός να είναι στο μοσχάρι. Και καλό μοσχαρίσιο δεν βρίσκεις εύκολα για μια σειρά από λόγους που δεν είναι της στιγμής. Άρα θα έπρεπε να έχεις ένα προβάδισμα εξαρχής.
Η κάρτα αναφέρει πολλές κοπές Black Angus, που, όπου το βρίσκουμε, μας κεντρίζει το ενδιαφέρον. Και φυσικά παραγγείλαμε. Και σε πικάνια και σε sirloin. Και σπάλα βοδινή (κάπου από τις Σέρρες απ’ ότι μας είπαν) και μοσχαρίσια λουκάνικα και σαλάτες και πατατούλες με γκοργκοντζόλα.
Ας πούμε εδώ, μια και το έφερε ο λόγος, πως το Black Angus έχει γίνει πλέον στη χώρα μας αντικείμενο ειρωνείας, ενώ δεν το αξίζει. Είναι μια θαυμάσια ράτσα βοοειδών με αρκετό ενδομυϊκό λίπος (αν του εξασφαλιστεί το κατάλληλο σιτηρέσιο), που κάνει πεντανόστιμο το κρέας τους. Και για μια περίοδο ήταν πολύ δημοφιλές. Στην Ελλάδα όμως όπου έχουμε μια απίστευτη ευκολία στο να πουλάμε φύκια για μεταξωτές κορδέλες (ειδικά όταν οι ιθαγενείς δεν έχουν ξαναδεί μετάξι), ακόμα και ένα συνοικιακό μεζεδοπωλείο μπορεί να ισχυρίζεται χωρίς κανένα κόστος, πως σερβίρει B.A. Δοκιμάζει λοιπόν ο πελάτης κάτι άνοστο και ανούσιο που φυσικά και δεν είναι ανάλογο της τιμής του και αναρωτιέται προς τι η όλη φασαρία. Και με το δίκιο του. Την επόμενη φορά λοιπόν που κάποια επιχείρηση θα προσπαθήσει να του πουλήσει τη συγκεκριμένη ράτσα θα γελάσει και θα αποχωρήσει.
Τα καταστήματα που σερβίρουν πραγματικό Βlack Angus θα πρέπει πλέον με κάποιο τρόπο να επιδεικνύουν την πιστοποιημένη ταυτότητα των κρεάτων τους. Η απλή αναφορά στον κατάλογο δεν θα έπρεπε να είναι πλέον αποδεκτή.
Απλώς τα αναφέρουμε αυτά μια και θίξαμε το θέμα της ράτσας, όχι πως αφορά τη συγκεκριμένη επιχείρηση.
Σταθήκαμε τυχεροί εδώ λοιπόν;
Το πιάτο που είχε κάποιο ξεχωριστό γευστικό ενδιαφέρον με βαθιά κρεάτινη νοστιμιά, ήταν η βοδινή σπάλα από τις Σέρρες. Τα υπόλοιπα πιάτα (τα Black Angus δηλαδή), δεν κατάφεραν να εντυπωσιάσουν. Όχι μόνο τα κομμάτια που δοκιμάσαμε δεν διέθεταν τη γνωστή λιπαρή νοστιμιά της ράτσας, αλλά δεν ήταν καν εφάμιλλα άλλων λιγότερο «διάσημων» φυλών όπως τα Limousin ή τα Charolais. Εκτός κι αν η ράτσα έπεσε στα χέρια κτηνοτρόφου που με την ανάλογη -λάθος- διατροφή στα ζώα κατάφερε να της αφαιρέσει σημαντικό ποσοστό νοστιμιάς. Η πικάνια -που έχει σαφώς καλύτερη τύχη όταν μπαίνει «διπλωμένη» σε σούβλα, αλλά ελάχιστοι μερακλήδες εστιάτορες μπαίνουν στον κόπο να την ετοιμάσουν έτσι- ακόμα και με το γοητευτικό εξωτερικό της λίπος δεν κατάφερε να φτάσει σε αποδεκτό γευστικό επίπεδο.
Οι σαλάτες με εύκολες λύσεις και προφανή υλικά, πολλές με dressing βαλσαμικού που έχουμε πλέον βαρεθεί. Επίσης να κάνουμε μια έκκληση σε όσους εστιάτορές μας διαβάζουν: Σαλάτα με ντοματίνια καλό είναι να περιλαμβάνεται στο μενού μόνο εάν έχετε πρόσβαση σε γευστική, ποιοτική ύλη. Αν όχι, μην μπαίνετε στον κόπο.
Ελαφρώς βαριεστημένο, επίσης, το σέρβις, τυπικά ευγενικό βέβαια, επικοινωνεί σαφώς κούραση και μειωμένο ενδιαφέρον. Καμία σχέση με παλιότερα.
Τι ακριβώς συμβαίνει, λοιπόν, με τα μαγαζιά που θα περίμενε κανείς με το χρόνο να είναι διαρκώς βελτιούμενα αφού αποκτούν περισσότερη εξειδίκευση, γνώση και πρόσβαση σε προμηθευτές; Είναι δύσκολο να βρεις αξιόλογη πρώτη ύλη με προδιαγραφές από ντόπιο παραγωγό; Είναι δύσκολο να βρεις έστω εισαγόμενο προϊόν που να ανταποκρίνεται στις προσδοκίες του απαιτητικού πελάτη σου; Ή αν τα βρεις και τα δύο θα πρέπει να τα πληρώσεις σε μια τιμή που θα είναι αδύνατον να εξασφαλίσει και λογικό τιμοκατάλογο και το απαραίτητο περιθώριο κέρδους (εκτός αν είσαι εξωπραγματικά ακριβό κατάστημα κάπου στα Βόρεια Προάστια);
Η περίπτωση του «Εβίβα» στην Κορινθία που τα έχει κάνει όλα αυτά σωστά και ταυτόχρονα προσφέρει εξαιρετική ποιότητα σε όλα του τα πιάτα και στις ίδιες τιμές, δείχνει πως η άσκηση φυσικά και «βγαίνει». Αν δεν είσαι κουρασμένος.
Διαβάστε επίσης:
Η συμβουλή του Γουόρεν Μπάφετ για μία ζωή χωρίς τύψεις
ΑΑΔΕ: Ειδοποιητήρια για αλλαγές στοιχείων στις φορολογικές δηλώσεις
Τι λένε οι επενδυτές για τη μεθοδολογία εσόδου του Great Sea Interconnector