THEPOWERGAME
Στις αρχές Νοεμβρίου δημοσιεύθηκαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή δύο κείμενα σημαντικά για την Ευρωπαϊκή αγορά ταχυδρομικών υπηρεσιών: Η πολυαναμενόμενη Έκθεση Αποτίμησης (Evaluation Report) της Εφαρμογής της τρέχουσας Ταχυδρομικής Οδηγίας (Postal Service Directive), καθώς και η Έκθεση για την Αποτίμηση Εφαρμογής του Κανονισμού Διασυνοριακής παράδοσης δεμάτων (Cross-Border Parcel Regulation).
Η Οδηγία και ο Κανονισμός αποτελούν τον κορμό της ρύθμισης της Ταχυδρομικής Αγοράς στην Ε.Ε.
Ειδικότερα η Οδηγία, η οποία έχει ενσωματωθεί στο Εθνικό Δίκαιο με το Ν. 4053/2012, είναι ένα μάλλον ξεπερασμένο κείμενο. Έχει συνταχθεί το 1998 με στόχο την σταδιακή απελευθέρωση της αγοράς από τα τότε (στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες) κρατικά μονοπώλια (PTTs), και παρόλο που έχει τροποποιηθεί δύο φορές, το 2002 και το 2008, και οδήγησε στη πλήρη απελευθέρωση της Ευρωπαϊκής Ταχυδρομικής Αγοράς (1/1/2010 και 1/1/2013 για ορισμένα Κράτη-Μέλη), δεν ανταποκρίνεται πλέον στις τεχνολογικές και κοινωνικές εξελίξεις και στις σύγχρονες ανάγκες των πολιτών.
Η αγορά του παραδοσιακού επιστολικού ταχυδρομείου έχει σημαντικά συρρικνωθεί, λόγω της λεγόμενης «ηλεκτρονικής υποκατάστασης» (e-subsitution).
Η αλληλογραφία, ως μέσο επικοινωνίας έχει πρακτικά σχεδόν πλήρως υποκατασταθεί από τις ψηφιακές υπηρεσίες όπως ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, μηνύματα, κοινωνικά δίκτυα.
Το «τελευταίο οχυρό» της παραδοσιακής αλληλογραφίας, που ήταν η αποστολή ειδοποιητηρίων οφειλών, λογαριασμών κ.λπ. από τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρείες, παρόχους τηλεπ/νιών, ενέργειας και δημόσιες αρχές, έχει πρακτικά καταληφθεί από το e-billing, e-banking και υπηρεσίες e-gov. Στις χώρες της Ε.Ε. τα τελευταία 10 χρόνια η μείωση του πλήθους των ταχυδρομούμενων φακέλων είναι της τάξης του 5% ετησίως.
Από την άλλη πλευρά είναι γνωστή η εκρηκτική αύξηση της αγοράς των δεμάτων (πακέτων), που οφείλεται προφανώς στην αυξανόμενη διείσδυση του ηλεκτρονικού εμπορίου. Η τάση αυτή έγινε εντονότερη στην Ευρώπη, αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο, κατά την διάρκεια της πανδημίας, όταν οι περιορισμοί, αλλά και η αυτόβουλη αποφυγή μετακινήσεων, ενίσχυσαν πολύ περισσότερο την τάση όλων των πολιτών για ηλεκτρονικές αγορές. Μάλιστα στη χώρα μας το lockdown κατά τη διάρκεια της περυσινής εορταστικής περιόδου προκάλεσε πρωτοφανείς καθυστερήσεις στην παράδοση δεμάτων και έμφραγμα στη λειτουργία των εταιρειών ταχυμεταφορών.
Επομένως, και παρά το γεγονός ότι η επικοινωνία μέσω επιστολής αποτελεί ένα βασικό και αναφαίρετο ανθρώπινο δικαίωμα, και πρέπει να είναι εξασφαλισμένη για όλους τους πολίτες, υπό την έννοια της Καθολικής Υπηρεσίας, το συντριπτικά μεγαλύτερο τμήμα της αγοράς πλέον αφορά τις παραδόσεις δεμάτων, δηλ. αγαθών που οι καταναλωτές προμηθεύονται ηλεκτρονικά.
Οι παραπάνω εξελίξεις απαιτούν εκσυγχρονισμό του ευρωπαϊκού νομικού, κανονιστικού και ρυθμιστικού περιβάλλοντος. Κατά τη γνώμη των Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών Ταχυδρομείων, που εκφράζονται συλλογικά μέσω του ERGP (European Regulators Group for Postal Services), παρά το πρώτο θετικό βήμα που αποτελεί η δημοσίευση της Έκθεσης, πιο τολμηρές πρωτοβουλίες θα χρειασθούν το συντομότερο δυνατόν προς την κατεύθυνση της ριζικής μελλοντοστραφούς αναμόρφωσης της Οδηγίας.
Κυριότερο χαρακτηριστικό της σύγχρονης θεώρησης πρέπει να είναι η στροφή από ένα ρυθμιστικό περιβάλλον προσανατολισμένο στον αποστολέα (sender oriented) σε ένα περιβάλλον προσανατολισμένο στον παραλήπτη (receiver or recipient oriented). Ο ουσιαστικά σημαντικός κρίκος στη σύγχρονη ταχυδρομική αγορά είναι εκείνος από τον οποίον προκαλείται η αποστολή του αντικειμένου, και αυτός είναι ο καταναλωτής, ασχέτως του τυπικού γεγονότος ότι ως αποστολέας εμφανίζεται ο (ηλεκτρονικός) έμπορος.
Η μεταβολή αυτή του ρυθμιστικού περιβάλλοντος θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί μέσω πολλών και τολμηρών καινοτομιών, που θα χρειασθούν βέβαια ενδελεχή μελέτη, με άξονα την παροχή στον παραλήπτη/καταναλωτή πρόσθετων δυνατοτήτων και επιλογών.
Τέτοιες δυνατότητες ξεκινούν από την επιλογή του τόπου, τρόπου και χρόνου παραλαβής του εμπορεύματος (π.χ. μέσω αυτοματοποιημένων θυρίδων πακέτων – parcel lockers, τις οποίες είναι δυνατόν να χρησιμοποιούν πολλοί ταχυδρομικοί πάροχοι, λύση που ήδη εφαρμόζεται σε αρκετές περιοχές της Ευρώπης) και φθάνουν μέχρι την επιλογή από τον παραλήπτη του παρόχου υπηρεσιών ταχυμεταφοράς που θα του παραδίδει τα δέματά του (δυνατότητα που μπορεί να επιφέρει την επιβολή υποχρεώσεων διασύνδεσης μεταξύ των δικτύων των διαφόρων παρόχων).
Το αποτέλεσμα παρόμοιων τροποποιήσεων θα ήταν η προώθηση μιας ανταγωνιστικής ενιαίας αγοράς ταχυδρομικών υπηρεσιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η ενδυνάμωση της προστασίας των τελικών χρηστών.
Οι Ευρωπαϊκές Ανεξάρτητες Ρυθμιστικές Αρχές εστιάζουν παράλληλα την προσοχή τους στην διερεύνηση των επιπτώσεων της πανδημίας, στην αναζήτηση σύγχρονων λύσεων για την προσβασιμότητα στα δίκτυα διανομής και ιδιαίτερα στο λεγόμενο «τελευταίο μίλι», και στην αλληλεπίδραση και ευθυγράμμιση του Ευρωπαϊκού Κανονιστικού Πλαισίου με τις παράλληλες σημαντικές πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις ψηφιακές αγορές και τις ψηφιακές υπηρεσίες (DMA-Digital Markets Act, DSA-Digital Services Act), αλλά και για την Αειφόρο Ανάπτυξη και την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία (Green Deal).