THEPOWERGAME
Οι ΗΠΑ έχουν μακρά ιστορία παρεμβάσεων σε διάφορες χώρες τις τελευταίες δεκαετίες. Αυτές οι συγκρούσεις, που ονομάζονται «μικροί πόλεμοι» ή «μακροχρόνιοι πόλεμοι», είναι κυρίως αποτέλεσμα του τέλους του Ψυχρού Πολέμου και της 11ης Σεπτεμβρίου. Από το Ιράκ στη Συρία, από το Αφγανιστάν στη Σομαλία, από την Αϊτή στον Παναμά, οι ΗΠΑ έχουν στείλει δυνάμεις σε πολλά μέρη στοχεύοντας στην «αναγέννηση» αυτών των χωρών. Όπου, όμως και αν έχουν παρέμβει οι ΗΠΑ, έχουν αφήσει πίσω τους καταστροφές, χάος, φτώχια και γενικά δεν παρουσίασαν κάποια σημαντική βελτίωση.
Μετά από 20 χρόνια και 2 τρισεκατομμύρια δολάρια πολέμου και προσπάθειας ανοικοδόμησης, η τύπου Blitzkrieg ταχύτατη κατάρρευση του Αφγανιστάν, «σόκαρε» πολιτικούς και στρατιωτικούς αξιωματούχους των ΗΠΑ, καθώς και μεγάλη πλειοψηφία διεθνών αναλυτών, εγείροντας πολλά ερωτήματα.
Οι λόγοι της κατάρρευσης
Οι ΗΠΑ εδώ και καιρό έχουν επικεντρωθεί στην αντιμετώπιση τόσο της Κίνας όσο και της Ρωσίας, σε πολύ στενή συνεργασία με τους Ευρωπαίους συμμάχους τους. Αποτέλεσμα ήταν η κυβέρνηση Μπάιντεν να επανεστιάσει σχεδόν όλες τις ενέργειές της σε αυτούς τους τομείς, ενώ παράλληλα εγκατέλειψε εντελώς, ή απλώς αγνόησε, το Ιράν, τη Βόρεια Κορέα, το Ιράκ, το Αφγανιστάν και τον παγκόσμιο πόλεμο κατά της τρομοκρατίας.
Το Αφγανιστάν, είναι μόνο η πρόσφατη και πιο δραματική εκδήλωση του δόγματος Μπάιντεν -όπως επαναδιατυπώθηκε και από το πρόσφατο τηλεοπτικό του διάγγελμα- να μην επενδύει σε ο,τιδήποτε θεωρεί δευτερεύον στην αντιμετώπιση της Κίνας και της Ρωσίας. Η μόνη διαφορά μεταξύ του Αφγανιστάν και των άλλων χωρών, όπως το Ιράκ, όπου υπάρχουν ακόμη πολύ περιορισμένες επενδύσεις των ΗΠΑ, ήταν ότι είχε μηδενική γεωπολιτική αξία για τα μελλοντικά συμφέροντα των ΗΠΑ, αρκεί να πείθονταν οι Ταλιμπάν να μην επιτεθούν στις ΗΠΑ στο μέλλον. Υποστηρίζοντας τη συμφωνία με τους Ταλιμπάν, που άφησαν τις ΗΠΑ ήσυχες και την πτώση του ISIS πριν από μερικά χρόνια, ο Μπάιντεν μείωσε επίσης έντονα τις αμερικανικές επενδύσεις στον παγκόσμιο πόλεμο κατά της τρομοκρατίας, για να αφιερώσει περισσότερους πόρους στην αντιμετώπιση της Κίνας και της Ρωσίας.
Η Αριστερά και η Δεξιά των Αμερικανών τείνουν να ομονοήσουν ότι ήρθε η ώρα οι ΗΠΑ να κοιτάξουν προς τα μέσα και ότι η εξωτερική πολιτική θα πρέπει να επικεντρωθεί στα στενά συμφέροντά τους. «Μας συμφέρει; Τι κάνουμε και γιατί το κάνουμε;» Αυτά είναι ερωτήματα που επανατίθενται.
Ο Αμερικανός πρόεδρος τον Ιούλιο είπε ότι ο αφγανικός στρατός διέθετε 300.000 στρατιώτες που ήταν «εξίσου καλά εξοπλισμένοι με οποιονδήποτε στρατό στον κόσμο» και ότι είχε αεροπορία. Πώς εξαφανίστηκαν 300.000 Αφγανοί στρατιώτες; Πού ήταν, λοιπόν, η αφγανική αεροπορία τον τελευταίο ενάμιση μήνα; Όπως αποδείχθηκε τελικά η αεροπορία ήταν μια χούφτα ελικόπτερα και παροπλισμένα αεροπλάνα.
Ένας από τους σημαντικούς λόγους κατάρρευσης ήταν η διαφθορά της αφγανικής κυβέρνησης που αποδείχθηκε εξίσου μεγάλη απειλή όσο και οι Ταλιμπάν. Η μεγάλη διαφθορά και η εκτεταμένη ανικανότητα των υπουργείων Άμυνας και Εσωτερικών, ιδιαίτερα, συνέβαλαν στην ταχεία κατάρρευση των δυνάμεων ασφαλείας του Αφγανιστάν. Αρκετοί αστυνομικοί παραμένουν απλήρωτοι εδώ και μήνες, ενώ τα απαραίτητα πυρομαχικά κι εφόδια για το στρατό «εξαφανίζονταν» πριν φθάσουν στους τελικούς παραλήπτες τους, και πάνω από 160 αεροσκάφη της Αφγανικής Αεροπορίας είναι καθηλωμένα λόγω της έλλειψης ανταλλακτικών και κυρίως της αναχώρησης των εργολαβικών εταιριών του Πενταγώνου, που έκαναν τη συντήρησή τους.
Παράλληλα με την απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων και του ΝΑΤΟ, οι χιλιάδες εργολάβοι που υποστήριζαν τις δυνάμεις του συνασπισμού και των Αφγανών, οι οποίοι αποτελούσαν ουσιαστικά τη ραχοκοκαλιά της υλικοτεχνικής λειτουργίας του αφγανικού στρατού, έφυγαν επίσης. Χωρίς αυτούς, το σύνολο της διαχείρισης της εφοδιαστικής αλυσίδας, της εκπαίδευσης και της συντήρησης του εξοπλισμού του κατέρρευσε σε δραματικό βαθμό.
Qui Bono?
Η πτώση του Αφγανιστάν αποτελεί σημαντική οπισθοδρόμηση για τις ΗΠΑ σε παγκόσμιο επίπεδο, όσον αφορά την εικόνα και την αντίληψη ότι τα κράτη που υποστηρίζονται από τις ΗΠΑ αντί να ισχυροποιούνται, παραμένουν ευάλωτα. Νικητές στην Καμπούλ είναι εκείνοι που επωφελούνται από την ανάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν. Είναι, επίσης, εκείνοι που ωφελούνται ή θριαμβολογούν καθώς οι ΗΠΑ φαίνονται ταπεινωμένες. Μεταξύ αυτών των «νικητών» είναι σίγουρα το Κατάρ, η Ρωσία, η Κίνα, το Πακιστάν, η Τουρκία και το Ιράν. Οι περισσότερες από αυτές τις χώρες φιλοξένησαν τους Ταλιμπάν ή τους υποστήριξαν σιωπηρά. Άλλοι, όπως η Τουρκία, προσπάθησαν να έχουν ρόλο στο μετα-αμερικανικό Αφγανιστάν.
Όλες αυτές οι χώρες έχουν κοινά συμφέροντα. Θέλουν τις ΗΠΑ να φύγουν από την περιοχή. Θέλουν, επίσης να μοιραστούν τους ενεργειακούς και ορυκτούς πόρους που μπορεί να ρέουν μέσω του Αφγανιστάν. Αυτές οι χώρες έχουν διαφορετικές ιδεολογικές ατζέντες. Η Τουρκία, το Πακιστάν και το Κατάρ έχουν μια ακροδεξιά ισλαμική κοσμοθεωρία του κόσμου, καθώς αποτελούν έναν άξονα που στηρίζει τη Μουσουλμανική Αδελφότητα. Η Κίνα και η Ρωσία έχουν άλλες προσεγγίσεις για το πώς οι εξελίξεις μπορούν να τους ωφελήσουν στην παγκόσμια σκηνή.
Συμμαχικοί προβληματισμοί…
Το μεγάλο ερώτημα μετά το Αφγανιστάν, είναι πώς οι ΗΠΑ θα δείξουν ότι είναι πραγματικά προσηλωμένες στη σταθερότητα και την ασφάλεια, των συμμάχων τους. Οι ΗΠΑ μιλούν περισσότερο αυτές τις μέρες για «σχεδόν ομότιμους» αντιπάλους και την επιθυμία να αντιμετωπίσουν τη Ρωσία και την Κίνα. Ωστόσο, πολλές χώρες αναρωτιούνται τι δεσμεύσεις έχει η Ουάσινγκτον ως αντάλλαγμα όταν ζητά από φίλους και εταίρους να τις βοηθήσουν σε αυτόν τον ανταγωνισμό. Όταν οι ΗΠΑ αρνούνται να δουν ακόμη και τις χώρες ως συμμάχους, αλλά τις αποκαλούν «συμφέροντα» και στη συνέχεια τους ζητούν να βοηθήσουν στην αντιπαράθεση με τη Ρωσία και την Κίνα, πολλές χώρες αναρωτιούνται τι θα συμβεί όταν οι ΗΠΑ αλλάξουν πολιτική και τα «συμφέροντά» τους δεν θα ευθυγραμμίζονται πλέον. Αυτές οι χώρες αναρωτιούνται αν τους συμφέρει να αντιμετωπίσουν την Κίνα ή τη Ρωσία ή το Ιράν.
Μετά το Αφγανιστάν, οι ΗΠΑ θα πρέπει να καθησυχάσουν συμμάχους και εταίρους. Καθώς οι Αμερικανοί αξιωματούχοι μιλούν για «αιώνιους πολέμους» και σπαταλούν «περιουσίες» σε όλο τον κόσμο, υπάρχουν ανησυχίες για το τι θα ακολουθήσει. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στη Μέση Ανατολή, όπου οι εταίροι και οι σύμμαχοι της Αμερικής αναρωτιούνται εάν οι ΗΠΑ βλέπουν τις χώρες μόνο ως «συμφέροντα». Οι δηλώσεις των ΗΠΑ για μια πιο σκληρή στάση απέναντι στη Σαουδική Αραβία και την Αίγυπτο, δύο χώρες που κάποτε αποτελούσαν πυλώνα της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, οδηγούν τουλάχιστον σε προβληματισμό. Οι ανησυχίες για τον ρόλο των ΗΠΑ στο Ιράκ και τη Συρία εντείνονται επίσης. Σε ποιο βαθμό θα διαβρώσει το Αφγανιστάν τελικά την εμπιστοσύνη στην Ουάσινγκτον και τους ισχυρισμούς της ότι εξακολουθεί να είναι αφοσιωμένη στην περιοχή;
Οι επιπτώσεις στη «γειτονιά» μας…
Η Τουρκία διατηρούσε 600 στρατιώτες στο Αφγανιστάν σε μη-πολεμικό ρόλο και διαπραγματευόταν με τις ΗΠΑ να αναλάβει το αεροδρόμιο της Καμπούλ και την ασφάλειά του. Η Άγκυρα ευελπιστούσε πως αυτός θα μπορούσε να είναι ένας πιθανός τομέας συνεργασίας που θα βοηθούσε στην αποκατάσταση των επιβαρυμένων σχέσεων των δύο χωρών και ταυτόχρονα να αναλάβει ένα ρόλο περιφερειακού ρυθμιστή. Η ταχεία, όμως, κατάρρευση της Καμπούλ και οι δηλώσεις των Ταλιμπάν πως η Τουρκία δεν πρέπει διατηρήσει στρατεύματα στο Αφγανιστάν, ακύρωσαν τους σχεδιασμούς της Άγκυρας. Παρόλ’ αυτά, τουρκικές πηγές δηλώνουν πως δεν έχει ακόμη αποφασιστεί αν τα παραπάνω σχέδια θα εγκαταλειφθούν εντελώς και ότι «σε περίπτωση που οι Ταλιμπάν ζητήσουν τεχνική υποστήριξη, η Τουρκία μπορεί να παρέχει ασφάλεια και τεχνική υποστήριξη στο αεροδρόμιο».
Το βέβαιο είναι ότι, αργά ή γρήγορα, θα υπάρξουν επιπτώσεις στο μεταναστευτικό σκηνικό για τις κύριες χώρες υποδοχής όπως η Τουρκία και η Ελλάδα. Το Ιράν δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να φιλοξενήσει εκατομμύρια πρόσφυγες. Σιγά- σιγά θα προσπαθήσουν να περάσουν στη Δύση. Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, θα πρέπει να πρωταγωνιστήσει στο πλαίσιο της ενεργοποίησης των Βρυξελλών, ενώ η ενίσχυση του ακραίου ισλαμισμού στην ευρύτερη περιοχή επιβάλλει τον έγκαιρο σχεδιασμό σε πολιτικό, διπλωματικό και επιχειρησιακό επίπεδο.
Επίσης, η Ελλάδα θα βρεθεί στη δύσκολη θέση να ενθαρρύνει τη στήριξη της γειτονικής Τουρκίας, ως κυμματοθραύστη, για την άμεση και αποτελεσματική αντιμετώπιση του κύματος προσφύγων, γεγονός που αναπόφευκτα θα αναδείξει και πάλι το ρόλο της ως περιφερειακού παίκτη. Πάντως, ας μην υπάρχουν ψευδαισθήσεις ότι η όποια θετική στάση της Αθήνας σε ένα μείζον ζήτημα που θα απασχολήσει έντονα τον Ταγίπ Ερντογάν το αμέσως επόμενο διάστημα, μπορεί να επηρεάσει θετικά και τις διμερείς σχέσεις.