THEPOWERGAME
Γεγονός είναι ότι, τις τελευταίες δεκαετίες, η πλειονότητα των νέων επιλέγουν την τριτοβάθμια εκπαίδευση προς εξασφάλιση μιας γρήγορης και συνάμα προσοδοφόρας, πρόσβασης στην αγορά εργασίας, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι εξ αυτών, έχοντας, μετά από χρόνια, αποφοιτήσει από ανώτατες σχολές, να υποχρεώνονται σε μια επίπονη και πολλές φορές άδικα μακρόχρονη διαδικασία αναζήτησης θέσεων εργασίας που να ανταποκρίνονται στις γνώσεις τους.
Η οξύμωρη αυτή «συνθήκη» διατηρείται, από την ίδια την κοινωνία, ενεργή ανεξάρτητα από την πορεία της οικονομίας. Οι πανεπιστημιακές σχολές ήταν και παραμένουν εξαιρετικά δημοφιλείς ήδη από τη δεκαετία του ΄80 ή και του ΄70, ενώ στο μακρό αυτό το διάστημα η χώρα, εφάρμοσε αρκετά μοντέλα ανάπτυξης, έγινε μέλος της ΕΟΚ και αργότερα της ΕΕ, όπως και της ΟΝΕ, άλλαξε νόμισμα, γνώρισε περιόδους ισχυρής ανάπτυξης, αλλά και διαστήματα ακραίας ύφεσης.
Κι όμως, όλες αυτές οι δομικές αλλαγές στην ελληνική οικονομία δεν στάθηκαν ικανές να μεταβάλλουν τον επαγγελματικό προσανατολισμό των νέων. Δεν… ξύπνησαν τα «αντανακλαστικά» της μέσης ελληνικής οικογένειας να κατευθύνει τα παιδιά της προς ένα ευρύτερο εργασιακό πεδίο, με αποτέλεσμα, σήμερα, οι επιχειρήσεις να δηλώνουν αδυναμία εντοπισμού εργαζόμενων με τις κατάλληλες δεξιότητες.
Στην κατάληξη της 10ετούς κρίσης χρέους της χώρας, στα τέλη δηλαδή του 2018, έρευνα του ΣΕΒ έδειχνε ότι το 36% των επιχειρήσεων αντιμετώπιζε δυσκολίες στην πλήρωση κενών θέσεων εργασίας, με το αντίστοιχο ποσοστό για τις εξωστρεφείς εταιρείες να φθάνει στο 46% και στο 45% για τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις. Μάλιστα, το 27,7% των εργοδοτών αξιολογούσε, τότε, την έλλειψη κατάλληλων δεξιοτήτων ως τη σημαντικότερη δυσκολία για την πλήρωση κενών θέσεων εργασίας.
Σήμερα, κι ενώ κοινωνία και οικονομία επιχειρούν να εξέλθουν μιας νέας κρίσης, αυτής του Covid-19, ένα μεγάλο μέρος των εργοδοτών ετοιμάζεται να προβεί σε προσλήψεις, ωστόσο το 80% αυτών, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της ManpowerGroup, δηλώνει αδυναμία εύρεσης «αξιόμαχων» εργαζόμενων.
Γιατί λοιπόν διαιωνίζεται αυτή η αρνητική εικόνα στην αγορά εργασίας;
Δεν θα ήταν, μάλιστα, υπερβολή να λέγαμε ότι, όχι απλά διαιωνίζεται, αλλά τροφοδοτείται, κυρίως από την αναχρονιστική κουλτούρα που έχει διαμορφώσει ο μέσος Έλληνας για το ζήτημα της απασχόλησης και το πώς αντιλαμβάνεται την έννοια του επαγγελματικού προσανατολισμού και πώς προσεγγίζει την προοπτική της επαγγελματικής αποκατάστασης και ανέλιξής του.
Δυστυχώς, οι νέοι επιμένουν επί δεκαετίες να κυνηγούν σχεδόν αποκλειστικά τα πρωτοκλασάτα επαγγέλματα κι όχι τις εμπορεύσιμες θέσεις που συν τω χρόνω μπορεί και προσφέρει η αγορά.
Κύριο μέλημα λοιπόν είναι να αλλάξει αντίληψη ο μέσος γονιός για το επαγγελματικό μέλλον τον παιδιών του και μέσω αυτής της προσαρμογής να βελτιωθεί συνολικά και το επίπεδο και η εξειδίκευση των δεξιοτήτων των μελλοντικών εργαζόμενων, όπως και να εξασφαλιστεί η καλύτερη διάχυση των νέων στα επαγγέλματα της «πρώτης γραμμής». Υπόθεση σίγουρα όχι εύκολη, διότι προϋποθέτει:
Τη δέσμευση ότι θα υπάρξουν πολυεπίπεδες, επίμονες, στοχευμένες, «έξυπνες» παρεμβάσεις της πολιτείας και της αγοράς, ώστε αργά, αλλά σταθερά, η κοινωνία να αποκτήσει σωστό επαγγελματικό προσανατολισμό, να στρέψει το βλέμμα της προς τα επαγγέλματα που προσφέρουν θέσεις εργασίας και που η ανεργία διαμορφώνεται σε μηδενικά επίπεδα.
Τη δέσμευση ότι θα διατεθούν πόροι από την επιχειρηματική κοινότητα για τη στήριξη της επαγγελματικής εκπαίδευσης. Η αγορά έχει χρέος να επενδύσει στην έννοια της ενδοεπιχειρησιακής μάθησης δαπανώντας τα κεφάλαια που της αναλογούν, κεφάλαια τα οποία σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα θα της «επιστραφούν» στο πολλαπλάσιο, ως υπεραξία από την απασχόληση εργαζόμενων με ορθή – άρτια κατάρτιση.
Τη δέσμευση ότι θα υποστηριχθεί η σταδιακή και κυρίως συνειδητή μεταστροφή του ενδιαφέροντος των μαθητών και προς τα τεχνικά επαγγέλματα, που υπόσχονται άμεση εργασιακή αποκατάσταση, αξιοπρεπείς θέσεις απασχόλησης και καλούς μισθούς.
Τη δέσμευση ότι θα διαμορφωθεί νέο περιεχόμενο για τα μαθήματα επαγγελματικού προσανατολισμού, όπως κι η ενεργή εμπλοκή στη μάθηση ειδικών συμβούλων της ελεύθερης αγοράς, με μέντορες και προσωπικότητες από συγκεκριμένους κλάδους της οικονομίας.
Τη δέσμευση ότι θα δομηθεί ένα νέο παραγωγικό μοντέλο για τη χώρα, ώστε μέσα από διαφοροποιημένες υποδομές να αναδειχθούν τα επαγγέλματα κι οι δεξιότητες που μπορούν να οδηγήσουν στην παραγωγή και προώθηση προϊόντων με διεθνή προσανατολισμό.
Τη δέσμευση ότι θα επιδιωχθεί η σύνδεση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας. Ο χώρος της παιδείας πρέπει να πάψει να είναι «απόμακρος» ή σχετικά απομονωμένος, από το επιχειρηματικό περιβάλλον. Γι΄ αυτό και απαιτείται η αναβάθμιση των πειραματικών και θεματικών σχολών, όπως εξάλλου προβλέπει και πρόσφατος νόμος του υπουργείου Παιδείας, η ενεργοποίηση προγραμμάτων μετεκπαίδευσης και δια βίου μάθησης των εργαζόμενων κι η καθιέρωση της Διττής Εκπαίδευσης ως μοντέλου που επιτρέπει στον σπουδαστή να «συστηθεί» στην αγορά εργασίας πριν ενταχθεί σε αυτή. Ένα ανάλογο μοντέλο διττής εκμάθησης εφαρμόζει και το Ελληνογερμανικό Επιμελητήριο που βασίζεται στα γερμανικά πρότυπα εκπαίδευσης, συνδυάζει τη θεωρητική μάθηση με την ενδοεπιχειρησιακή κατάρτιση, αναπτύσσει συνέργειες με μεγάλες – γνωστές επιχειρήσεις κι η επιτυχία του κρίνεται από το γεγονός ότι εξασφαλίζει την κατά 92% απορρόφηση από την αγορά εργασίας των σπουδαστών που το επιλέγουν.
Τη δέσμευση ότι θα δημιουργηθεί ένας μηχανισμός, ένα εξελιγμένο μαθησιακό μοντέλο, που θα συνδέσει τις τρεις βαθμίδες εκπαίδευσης, με την αγορά εργασίας, που θα κατευθύνει με έναν περισσότερο σύγχρονο ορθολογισμό και όχι με ξεπερασμένες και αδιέξοδες αντιλήψεις τους νέους στην απασχόληση, που θα καλλιεργήσει και θα αναδείξει νέα ταλέντα και που, εν τέλει, θα μειώσει θεαματικά την ανεργία, θα εξισορροπήσει τη σχέση προσφοράς και ζήτησης εργασίας διευρύνοντας τους επαγγελματικούς ορίζοντες και τις επιλογές των νέων.
Διότι, μιλώντας με όρους αγοράς, η ανάπτυξη του ΑΕΠ της χώρας δεν μπορεί παρά να βασίζεται σε τρεις πυλώνες. Στην κρίση και τις επιλογές του επιχειρηματία, στη δύναμη του κεφαλαίου και στην κατάρτιση και τις δεξιότητες του εργαζόμενου. Αν κάποιος από τους τρεις αυτούς πυλώνες δεν δομηθεί σωστά, οι συνέπειες γίνονται εύκολα αντιληπτές.