Στον «πάγο» παραμένει μια σειρά από φιλόδοξα πεντάστερα projects που είχαν προγραμματιστεί για τη Μύκονο, εξαιτίας της παρατεταμένης αναστολής έκδοσης οικοδομικών αδειών στο νησί, η οποία διαρκεί ήδη δυόμιση χρόνια. Οι επενδυτές υπογραμμίζουν την ανάγκη για άμεση έγκριση του νέου ειδικού χωροταξικού πλαισίου για τον τουρισμό, προκειμένου να αρθεί το πολυετές «χειρόφρενο» και να αποκτήσουν σαφές χρονοδιάγραμμα τα επενδυτικά τους πλάνα. Την ίδια στιγμή, έντονη αναστάτωση προκαλεί στην αγορά το νέο Προεδρικό Διάταγμα του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για τους οικισμούς.
Σχεδόν όλες οι κορυφαίες αλυσίδες πολυτελών ξενοδοχείων παγκοσμίως έχουν επιλέξει να επενδύσουν στη Μύκονο, δημιουργώντας πεντάστερα καταλύματα υψηλών προδιαγραφών. Στο νησί δραστηριοποιούνται ήδη ή προγραμματίζουν να δραστηριοποιηθούν οι Mandarin Oriental, One&Only, Four Seasons, Aman, καθώς και η Southrock, η οποία συνδέεται με τη γερμανική EOS, θυγατρική του ομίλου Otto Group.
Ωστόσο, το «πάγωμα» των οικοδομικών αδειών, οι χρονοβόρες διαδικασίες αδειοδότησης, η διογκωμένη γραφειοκρατία, αλλά και η – κατά τους επενδυτές – έμμεση επιβράβευση της αυθαιρεσίας μέσω διοικητικών αποφάσεων, έχουν οδηγήσει σε στασιμότητα πολλά από τα φιλόδοξα σχέδια.
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η περίπτωση της Grivalia Development, με το project «Blue» στο Καλό Λιβάδι της Μυκόνου, το οποίο δεν έχει ξεκινήσει, παρά το γεγονός ότι έχει ανακοινωθεί εδώ και χρόνια. Υπενθυμίζεται βέβαια ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας είχε απορρίψει το αρχικό πλάνο της επένδυσης, γεγονός που οδήγησε σε πλήρη επανασχεδιασμό. Η Grivalia κατέθεσε νέο σχέδιο, μειώνοντας τη δυναμικότητα από 150 σε 80 κλίνες, εκ των οποίων οι 20 θα φιλοξενούνται σε ανεξάρτητες βίλες. Η διάρκεια κατασκευής υπολογίζεται σε περίπου τρία έτη από την ημερομηνία έναρξης των εργασιών.
Ένα ακόμη project που παραμένει «παγωμένο» είναι η πεντάστερη ξενοδοχειακή μονάδα της Monterock International στην περιοχή Καλαφάτη, η οποία, σύμφωνα με πληροφορίες, προορίζεται να λειτουργήσει υπό την αιγίδα του πολυτελούς brand One & Only. Η συγκεκριμένη επένδυση ανέρχεται σε 81,19 εκατ. ευρώ και βρίσκεται σε φάση αναμονής.
Σε στάση αναμονής βρίσκεται και το εμβληματικό project της Aman στη Μύκονο, ενισχύοντας τον κατάλογο των μεγάλων τουριστικών επενδύσεων που έχουν «παγώσει» εξαιτίας του ρευστού πολεοδομικού πλαισίου και των θεσμικών εκκρεμοτήτων. Η παγκοσμίου φήμης αλυσίδα υπερπολυτελών ξενοδοχείων, η οποία έχει ήδη αφήσει ισχυρό αποτύπωμα στην Ελλάδα με το Amanzoe στο Πόρτο Χέλι από το 2012, σχεδιάζει την επέκτασή της στη Μύκονο, με τη δημιουργία ενός υψηλών προδιαγραφών παραθαλάσσιου resort. Το έργο αφορά επένδυση της τάξης των 100 εκατ. ευρώ, με στόχο την ανάπτυξη πολυτελούς τουριστικού συγκροτήματος σε έκταση 100 στρεμμάτων, δυτικά της παραλίας Καλό Λιβάδι. Πίσω από την επένδυση βρίσκονται Αραβικά και Ρωσικά κεφάλαια, που επιδιώκουν να συνδέσουν την αποκλειστικότητα και τη διακριτική πολυτέλεια του brand Aman με τη δυναμική και την ελκυστικότητα της Μυκόνου ως παγκόσμιου τουριστικού προορισμού.
Σε στασιμότητα έχει περιέλθει και η τριπλή επενδυτική πρωτοβουλία της Southrock, με επίκεντρο τρεις διαφορετικές περιοχές του νησιού. Η πρώτη αφορά την περιοχή του Φωκού, όπου προβλέπεται η μετατροπή ενός ημιτελούς συγκροτήματος κατοικιών σε πολυτελείς βίλες. Η έκταση αγγίζει τα 60 στρέμματα, σε απόσταση περίπου 12 χλμ. από το λιμάνι, και σχεδιάζεται να διαμορφωθούν 11 αναβαθμισμένες κατοικίες.
Στον Άγιο Ιωάννη, η εταιρεία προγραμματίζει την ανακαίνιση ενός υπάρχοντος συγκροτήματος 7 βιλών σε δύο όμορες εκτάσεις συνολικής επιφάνειας 8 στρεμμάτων. Το ακίνητο θα αποκτήσει χαρακτήρα υπερπολυτελούς φιλοξενίας, με ιδιωτικές πισίνες και διαμορφωμένους κήπους.
Το μεγαλύτερο από τα τρία projects της Southrock σχεδιάζεται στο Αγράρι, όπου προβλέπεται η ανάπτυξη ξενοδοχείου 5 αστέρων με 40 δωμάτια (συνολικής δυναμικότητας 82 κλινών), καθώς και 12 επιπλωμένων τουριστικών κατοικιών. Για την επένδυση αυτή έχει ήδη κατατεθεί φάκελος στο Enterprise Greece, με σκοπό την ένταξή της στις στρατηγικές επενδύσεις.
Αντίθετα, σε πιο ώριμο στάδιο βρίσκεται το project Blue Iris της AGC Equity Partners, συμφερόντων Αραβικών επενδυτικών κεφαλαίων. Το νέο ξενοδοχειακό συγκρότημα θα λειτουργήσει υπό το brand της Four Seasons Hotels and Resorts, με την επωνυμία Four Seasons Resort Mykonos, και σύμφωνα με τον σχεδιασμό, αναμένεται να ανοίξει εντός του έτους.
Πρόκειται για το δεύτερο μεγάλο εγχείρημα της AGC Equity Partners στην Ελλάδα, μετά την εξαγορά και ανάπλαση της χερσονήσου του Αστέρα Βουλιαγμένης, που φιλοξενεί πλέον το Four Seasons Astir Palace Hotel Athens, την Astir Marina και την Astir Beach.
Το νέο resort στη Μύκονο αναπτύσσεται κατά μήκος της παραλίας στο Καλό Λιβάδι και θα περιλαμβάνει 94 δωμάτια, σουίτες και βίλες με απρόσκοπτη θέα στο Αιγαίο. Το project είχε ενταχθεί στο καθεστώς των Στρατηγικών Επενδύσεων ήδη από το 2019, με αρχικό προϋπολογισμό 60 εκατ. ευρώ.
Σήμερα, οι μπουλντόζες της ΤΕΡΝΑ – η οποία έχει αναλάβει την κατασκευή – βρίσκονται ήδη στο πεδίο, προχωρώντας τις εργασίες για την υλοποίηση της επένδυσης, η οποία πλέον φτάνει τα 78,6 εκατ. ευρώ.
Την ώρα που σημαντικές επενδυτικές προσπάθειες στη Μύκονο – όπως αυτές της Monterock International, της Southrock και της AGC Equity Partners – είτε παραμένουν στάσιμες είτε μόλις τώρα αρχίζουν να υλοποιούνται, το γενικότερο θεσμικό περιβάλλον συνεχίζει να επιβαρύνει το επενδυτικό κλίμα στο νησί και συνολικά στη χώρα.
Έντονες αντιδράσεις έχει προκαλέσει στην αγορά το νέο Προεδρικό Διάταγμα του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, το οποίο εισάγει για πρώτη φορά ένα ενιαίο και λεπτομερές πλαίσιο για την οριοθέτηση των οικισμών με πληθυσμό κάτω των 2.000 κατοίκων. Οι ρυθμίσεις του Διατάγματος, που αγγίζουν περίπου το 80% των οικισμών της χώρας, έχουν σημάνει συναγερμό σε χιλιάδες ιδιοκτήτες ακινήτων, καθώς μεταβάλλονται ριζικά τα κριτήρια αρτιότητας και οικοδομησιμότητας της εκτός σχεδίου γης.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Γιάννης Δεληκανάκης, Founding Partner της Southrock Asset Management – με έντονη παρουσία επενδύσεων στη Μύκονο – τονίζει πως η νέα αυτή ρύθμιση καθιστά ακόμη πιο ασταθές και απρόβλεπτο το επενδυτικό περιβάλλον. Όπως επισημαίνει, το πρόβλημα δεν περιορίζεται μόνο στο περιεχόμενο του διατάγματος, αλλά εστιάζει κυρίως στην αβεβαιότητα που δημιουργεί η δυνατότητα προσβολής κάθε διοικητικής πράξης.
Η κατάσταση αυτή, κατά τον ίδιο, ενισχύει τη θεσμική αστάθεια και αποτρέπει σοβαρούς επενδυτές από το να αναλάβουν μακροχρόνια ρίσκα, ιδιαίτερα σε περιοχές υψηλού τουριστικού ενδιαφέροντος όπως η Μύκονος. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει: «Η Ελλάδα γίνεται με αυτόν τον τρόπο πανάκριβη. Κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος ότι μια διοικητική πράξη που ισχύει σήμερα θα εξακολουθεί να ισχύει σε δέκα χρόνια ή αν θα έχει ήδη ακυρωθεί – ίσως και αναδρομικά – από κάποιο δικαστήριο».
Η πίεση προς το Υπουργείο είναι έντονη, με προτάσεις όπως η δημιουργία Περιοχών Ελέγχου Χρήσεων (ΠΕΧ), προκειμένου να διαμορφωθεί μια ισορροπία μεταξύ πολεοδομικού σχεδιασμού και προστασίας των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων. Ωστόσο, οι διατάξεις του Π.Δ. 129/2025 εξακολουθούν να προκαλούν αντιδράσεις τόσο από την ΚΕΔΕ όσο και από συλλογικούς φορείς, επιστημονικές ενώσεις και επενδυτές, θέτοντας υπό αμφισβήτηση τη δυνατότητα βιώσιμης ανάπτυξης – όχι μόνο στη Μύκονο, αλλά και σε ολόκληρες περιοχές της περιφέρειας που στηρίζονται στον τουρισμό ή την αγροτική παραγωγή. Αντίστοιχα, η ΠΟΜΙΔΑ και επιστημονικές ενώσεις όπως η ΕΤΑΝΕΠ, κάνουν λόγο για απαξίωση των περιουσιών, ενίσχυση της αστυφιλίας, μείωση της αγοράς κατοικίας στην περιφέρεια και σοβαρό πλήγμα στο επενδυτικό ενδιαφέρον από το εξωτερικό.