THEPOWERGAME
Το ασταμάτητο ράλι που σημειώνεται τα τελευταία χρόνια στις τιμές αγοράς κατοικιών στη χώρα μας έχει στρέψει σταδιακά τους Έλληνες προς την ενοικίαση ακινήτων, όπου οι τιμές καταγράφουν ηπιότερο ρυθμό ανόδου σε σχέση με τις τιμές πώλησης. Ο κλάδος κατοικιών το πρώτο τρίμηνο του έτους σημείωσε αξιοσημείωτη ανάπτυξη, με τις τιμές πώλησης να αυξάνονται κατά 11,4% και αυτές της ενοικίασης κατά 8% σε σύγκριση με το πρώτο τρίμηνο του 2023. Η ίδια τάση παρατηρείται και στην Ευρώπη, όπου τα υψηλά επιτόκια των δανείων φαίνεται ότι έχουν δυσκολέψει σημαντικά την απόκτηση σπιτιού, αυξάνοντας τη ζήτηση και των Ευρωπαίων για κατοικίες προς ενοικίαση.
Το πρώτο τρίμηνο του 2024, όπως αναφέρει η νέα έρευνα της Delfi Partners, η αγορά ακινήτων της Ελλάδας διατήρησε την ισχυρή της δυναμική. Εστιάζοντας στην Αθήνα, τα Νότια Προάστια πρωτοστάτησαν και πάλι, με τη μέση τιμή ζήτησης ανά τετραγωνικό μέτρο σε αυτές τις περιοχές να φτάνει τα 3.664 ευρώ, που αντιπροσωπεύει ετήσια αύξηση 8,8%. Ωστόσο, η εξαιρετική επίδοση παρατηρήθηκε και στον Πειραιά και τα προάστιά του, όπου σημειώθηκε μια εξαιρετική ετήσια αύξηση της τάξεως του 27,3% και 25%, αντίστοιχα.
Σε ό,τι αφορά την ενοικίαση στο σύνολο της επικράτειας, οι περιοχές με τις υψηλότερες μέσες ζητούμενες τιμές ενοικίασης αποτελούν μέρη με έντονο τουριστικό ενδιαφέρον και σημαντική ενίσχυση της βραχυχρόνιας μίσθωσης. Στην Αττική τα Νότια Προάστια πρωταγωνιστούν και πάλι σε ό,τι αφορά τις πιο ακριβές περιοχές. Στον αντίποδα, οι πέντε πιο οικονομικές περιοχές της Αττικής για ενοικίαση κατοικίας είναι οι Άγιοι Ανάργυροι (7,0 €/τ.μ.), η περιοχή Άγιος Ιωάννης Ρέντης (7,1 €/τ.μ.), το Πέραμα (7,3 €/τ.μ.), το Κρυονέρι (7,3€/τ.μ.) και ο Διόνυσος (7,6 €/τ.μ.).
Ωστόσο, o συνδυασμός του σταθερά χαμηλού εισοδήματος των Ελλήνων, το υψηλό κόστος ζωής εξαιτίας του πληθωρισμού και οι αυξανόμενες τιμές κατοικιών λόγω κυρίως των Airbnb και της Χρυσής Βίζας στρέφουν αναγκαστικά τους Έλληνες στη λύση της ενοικίασης.
Όπως υποστηρίζουν, μάλιστα, στελέχη της αγοράς στο powergame.gr, «οι τιμές των κατοικιών στην Ελλάδα τα τελευταία δέκα χρόνια καταγράφουν μια σταθερή αύξηση. Ωστόσο, το ράλι αυτό αναμένεται σύντομα να σταματήσει, διότι βρισκόμαστε σε μία φάση που τα ακίνητα δεν μπορούν να πηγαίνουν μόνο προς τα πάνω. Σύντομα λοιπόν θα υπάρξει η κορύφωση και στη συνέχεια θα έρθει μια ύφεση στις τιμές. Μια ύφεση, βέβαια, που δεν θα έρθει υπό τη μορφή σκασίματος μιας φούσκας, αλλά μέσω μιας πτώσης του ρυθμού αύξησης, με αποτέλεσμα να αρχίσει να διορθώνει η αγορά».
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μεταξύ του 2010 και του τέταρτου τριμήνου του 2023 τα ακίνητα στην ΕΕ παρουσίασαν σημαντικές μεταβολές. Αρχικά, τόσο τα ενοίκια όσο και οι τιμές των κατοικιών αυξήθηκαν σταθερά. Συγκεκριμένα, τα ενοίκια αυξήθηκαν κατά 22,8% και οι τιμές των κατοικιών εκτοξεύτηκαν κατά 47,9%. Αξιοσημείωτο είναι ωστόσο ότι τους πρώτους μήνες του νέους έτους σημειώθηκε μια έντονη αντίθεση, καθώς τα ενοίκια αυξήθηκαν κατά 0,6%, ενώ οι τιμές των κατοικιών μειώθηκαν κατά 0,3%. Αυτή η απόκλιση φαίνεται να υποδηλώνει μια πιθανή μετατόπιση της ζήτησης στην ενοικίαση, καθώς τα αυξανόμενα επιτόκια των δανείων δυσκολεύουν την απόκτηση σπιτιών.
Στην ΕΕ η ιδιοκτησία κατοικίας επικρατεί, με πάνω από τα δύο τρίτα (69,1%) των κατοίκων να διαμένουν σε νοικοκυριά που είναι ιδιοκτήτες των σπιτιών τους, ενώ το 30,9% διαμένει σε ενοικιαζόμενα σπίτια. Ωστόσο, η προτίμηση για ιδιοκτησία ή ενοικίαση κατοικίας διαφέρει σημαντικά μεταξύ των κρατών-μελών. Για παράδειγμα, στη Ρουμανία ένα συντριπτικό 95% του πληθυσμού κατοικούσε σε νοικοκυριά που ήταν ιδιοκτήτες των σπιτιών τους, υποδεικνύοντας μια ισχυρή τάση προς την ιδιοκτησία κατοικίας. Παρομοίως υψηλά ποσοστά παρατηρήθηκαν στη Σλοβακία (93%), την Κροατία (91%) και την Ουγγαρία (90%). Το ποσοστό ιδιοκτησίας της Ελλάδας ήταν 72,8%, υποδεικνύοντας μια αξιοσημείωτη προτίμηση για ιδιοκτησία κατοικίας, ένα ποσοστό που ξεπερνά τον μέσο όρο της ΕΕ, ωστόσο αυτό το ποσοστό σταδιακά σε βάθος χρόνου αναμένεται να μειωθεί σημαντικά.
Είναι ενδιαφέρον ότι ενώ η ιδιοκτησία κατοικίας επικράτησε στις περισσότερες χώρες μέλη, η Γερμανία ξεχώρισε ως εξαίρεση. Στη Γερμανία η ενοικίαση ήταν πιο συνηθισμένη, με το 53% του πληθυσμού να κατοικεί σε ενοικιαζόμενα σπίτια. Η Αυστρία (49%) και η Δανία (40%) παρουσίασαν επίσης υψηλότερα ποσοστά ενοικιαστών σε σύγκριση με τους ιδιοκτήτες κατοικιών. Αυτή η ποικιλία στην κατοχή στέγης αντικατοπτρίζει τα μοναδικά κοινωνικοοικονομικά πλαίσια και τις πολιτιστικές προτιμήσεις που διαμορφώνουν τα πρότυπα κατοικίας σε όλη την Ευρώπη.
Κοιτάζοντας προς το μέλλον, η αγορά κατοικίας της Ευρώπης αντιμετωπίζει διπλό αντίκτυπο από τις διακυμάνσεις των επιτοκίων, καθώς αυτά καθιστούν πιο δύσκολη την αγορά κατοικιών, οδηγώντας σε μείωση των όγκων συναλλαγών, αλλά ταυτόχρονα αυξάνουν τη ζήτηση για ενοικιαζόμενα ακίνητα.