THEPOWERGAME
Η μεταστέγαση των ιστορικών νοσοκομείων Αρεταίειο, Αιγινήτειο, Αλεξάνδρας και Ιπποκράτειο, ή τουλάχιστον η μεταφορά δύο εξ αυτών στην περιοχή της Κατεχάκη, φαίνεται ότι θα μπορούσε να αλλάξει άρδην την εικόνα της Λ. Βασιλίσσης Σοφίας. Αν μάλιστα η μετεγκατάσταση των νοσοκομείων δεν καταστεί εφικτή, προτείνεται επίσης στη μελέτη της διαΝΕΟσις για «Το Νέο ΕΣΥ» η αξιοποίηση της διαθέσιμης έκτασης που βρίσκεται πίσω από το Αρεταίειο και το Αιγινήτειο, με σκοπό την ανέγερση σύγχρονου πανεπιστημιακού νοσοκομείου.
Αναλυτικά, η πρώτη περίπτωση αφορά τη μετακόμιση των τεσσάρων νοσοκομείων στον χώρο του Σωτηρία ή στην πέριξ περιοχή με τη δημιουργία ενός νέου πανεπιστημιακού νοσοκομείου, καθώς σήμερα οι κτιριακές υποδομές των εν λόγω νοσοκομείων θεωρούνται ακατάλληλες για να παρέχουν σωστή υγειονομική περίθαλψη. Μάλιστα, το σχέδιο περιγράφει ότι η χρηματοδότηση για το νέο νοσοκομειακό συγκρότημα μπορεί να προέλθει από την εμπορική αξιοποίηση μέρους του χώρου που καταλαμβάνουν σήμερα τα υπάρχοντα νοσοκομεία.
Σε ό,τι αφορά τα «κουφάρια» των κτιρίων που θα μείνουν κενά μετά τη μετακόμιση των νοσοκομείων, ο ομότιμος καθηγητής της Ιατρικής Σχολής στο ΕΚΠΑ, Γιάννης Τούντας, υποστηρίζει στο powergame.gr ότι «θα αξιοποιηθούν στον χώρο της Υγείας, καθώς είτε θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως ιατρικές βιβλιοθήκες είτε να λειτουργήσει ένα μουσείο Ιατρικής. Ακόμη, ένα από αυτά θα μπορούσε να μετατραπεί σε ένα Ιατρικό κέντρο για να εκπαιδεύονται οι φοιτητές της Ιατρικής, ενώ το άλλο θα γινόταν ένα ινστιτούτο ερευνών δημόσιας υγείας της Ιατρικής Σχολής».
Οι μεγάλοι χώροι, μάλιστα, που διαθέτουν τα εν λόγω νοσοκομεία προβλέπεται, σύμφωνα με το σχέδιο, να αξιοποιηθούν είτε μέσω της δημιουργίας πράσινων χώρων είτε νέων εμπορικών χρήσεων, που θα αναβάθμιζαν σημαντικά τη Λ. Βασιλίσσης Σοφίας, η οποία επίσης θα αποσυμφορηθεί από την κίνηση και από τους ενεργοβόρους ρύπους των τεσσάρων νοσοκομείων. Παράλληλα, η μετεγκατάσταση στην εν λόγω περιοχή θα βοηθήσει και τους πολίτες να μπορούν να επισκέπτονται σύγχρονες νοσοκομειακές υποδομές, ενώ ευκολότερη πρόσβαση σε νοσοκομειακή περίθαλψη θα έχουν και οι κάτοικοι της Ανατολικής Αττικής, οι οποίοι δεν θα χρειάζεται να έρχονται στο κέντρο.
Στη δεύτερη περίπτωση θα μπορούσε να εξεταστεί η διατήρηση των νοσοκομείων Αιγινήτειο, Αρεταίειο και Αλεξάνδρας, με σημαντικές όμως παρεμβάσεις. Συγκεκριμένα, προτείνεται η ανέγερση στον υπόλοιπο χώρο του Αρεταιείου και του Αιγινητείου, που ανήκει στο ΕΚΠΑ, πανεπιστημιακού νοσοκομείου 400-500 κλινών. Ακόμη, η μεταστέγαση στο νοσοκομείο αυτό των πανεπιστημιακών κλινικών και εργαστηρίων που στεγάζονται σήμερα στα δύο νοσοκομεία και στο Αλεξάνδρας. Επιπλέον, προβλέπεται η ριζική ανακαίνιση του Αλεξάνδρας, με μείωση των κλινών και δημιουργία σύγχρονων νοσοκομειακών υποδομών για κλινικές και εργαστήρια του ΕΣΥ. Σε ό,τι αφορά το Ιπποκράτειο, το παλαιό κτίριο επί της Βασ. Σοφίας είναι σκόπιμο να διατηρηθεί. Όσο για το υπόλοιπο, το οποίο είναι ακατάλληλο για νοσοκομείο κτίριο, θα πρέπει να κατεδαφιστεί και να γίνει χώρος πρασίνου.
Τις εν λόγω προτάσεις φαίνεται ότι τις βλέπει θετικά το υπουργείο Υγείας, που σε αυτήν τη φάση τις επεξεργάζεται και διερευνά ποια από τις δύο θα μπορούσε να υλοποιηθεί. Ωστόσο, ένα κρίσιμο θέμα είναι η περίπτωση των νοσοκομείων Αιγινήτειο και Αρεταίειο, που ήταν αρχικά ένα ενιαίο νεοκλασικό κτίριο επί της Βασ. Σοφίας, που δόθηκε ως κληροδότημα στο κράτος για την παροχή υγειονομικών υπηρεσιών, ενώ στη συνεχεία επεκτάθηκε προς την οδό Μιχαλακοπούλου, διαθέτοντας και σχετικά μεγάλο χώρο ως υπαίθριο πάρκινγκ. Πρέπει, λοιπόν, να διευρυνθούν οι δεσμεύσεις που υπάρχουν ως προς τις χρήσεις τους, ώστε να ξεκαθαριστεί αν πρέπει να μείνουν νοσοκομεία ή αν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να γίνουν ένα αστικό κέντρο Υγείας ή ένα ιατρικό μουσείο.
Επίσης, απαιτείται να γίνει μια οικονομοτεχνική μελέτη στην περίπτωση της πρώτης πρότασης, ώστε να εξακριβωθεί το κόστος της μεταφοράς των τεσσάρων νοσοκομείων, αλλά και πώς η εμπορική εκμετάλλευση των χώρων των παλαιών κτιρίων των νοσοκομείων θα μπορούσε να φέρει έσοδα αν αξιοποιηθούν.
Σε ό,τι αφορά το χρονοδιάγραμμα του φιλόδοξου σχεδίου, ο κ. Τούντας υποστηρίζει ότι εξαρτάται από το ποια από τις δύο λύσεις εν τέλει θα επιλεχθεί. Συγκεκριμένα, τονίζει το εξής: «Εφόσον λυθούν τα τεχνικά ζητήματα, ετοιμαστεί η οικονομοτεχνική μελέτη και μετά προκηρυχθούν οι διαγωνισμοί και γίνουν αναθέσεις στα έργα, τότε είναι πιθανό η ανάπλαση να μπορεί να ολοκληρωθεί μέσα στην επόμενη πενταετία».