THEPOWERGAME
Στην πέμπτη θέση κατατάσσεται το ελληνικό πρόγραμμα χορήγησης αδειών παραμονής (Χρυσή Βίζα) μέσω της επένδυσης σε ακίνητα, μεταξύ των άλλων ευρωπαϊκών προγραμμάτων, αν υπολογιστεί η παράμετρος των προσφερόμενων υπηρεσιών υγείας. Όπως σημειώνει σχετική έρευνα της Astons, μιας εταιρείας που ειδικεύεται στην παροχή υπηρεσιών επενδυτικής μετανάστευσης, η υγεία εξελίσσεται σε ένα βασικό κριτήριο επιλογής μιας χώρας από τους ξένους επενδυτές. Μάλιστα, η σημασία που έχει η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας μιας χώρας έχει εκτοξευτεί μετά την εμπειρία της πανδημίας, με τους επενδυτές να εξετάζουν σε βάθος το σύστημα υγείας της κάθε χώρας, προτού επιλέξουν εκείνη που τους καλύπτει, με βάση ασφαλώς και το ελάχιστο όριο επένδυσης.
Χρυσή Βίζα: Το top-5 των χωρών στην Ευρώπη
Στο πλαίσιο αυτό, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία και Μάλτα καταλαμβάνουν τις πρώτες θέσεις, μεταξύ των χωρών που προσφέρουν προγράμματα επένδυσης σε ακίνητα, ανάλογα με του ελληνικού, που βρίσκεται στην αμέσως επόμενη θέση. Η κατάταξη της Astons γίνεται με βάση την ειδική βαθμολογία της κάθε χώρας στους δείκτες παροχής υγείας. Στο πλαίσιο αυτό, η Ισπανία συγκεντρώνει 88 βαθμούς και η Πορτογαλία 83,2, ενώ ακολουθούν η Ιταλία με 82,9 βαθμούς και η Μάλτα με 82,5 βαθμούς. Η Ελλάδα βαθμολογείται με 75,1 μονάδες στην πέμπτη θέση, μεταξύ των χωρών του ευρωπαϊκού νότου. Η βαθμολόγηση προκύπτει με βάση τον μέσο όρο της κάθε χώρας, όπως αυτό προκύπτει από την κατάταξή της κάθε χώρας από τον ΠΟΥ (Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας), αλλά και τον δείκτη Health Care Index της Numbeo, ο οποίος αποτελεί μια εκτίμηση της συνολικής ποιότητας του συστήματος υγείας της κάθε χώρας.
Χρυσή Βίζα: Στην κορυφή της λίστας η παροχή υγείας
Σε σχετικές δηλώσεις του, ο γενικός διευθυντής της Astons, Άρθουρ Σαρκισιάν, σημειώνει ότι «η ποιότητα ζωής, ανέκαθεν υπήρξε κινητήριος μοχλός του προορισμού των επενδύσεων για την λήψη αδειών παραμονής, ή ακόμα και ιθαγένειας. Στο πλαίσιο αυτό, οι παροχές υγείας και συνολικά το σύστημα υγείας μιας χώρας, διαδραματίζουν έναν σημαντικό ρόλο προς αυτήν την κατεύθυνση. Ωστόσο, η πανδημία που βιώνουμε σήμερα, έχει φέρει τον συγκεκριμένο παράγοντα στην κορυφή της λίστας πολλών υποψηφίων επενδυτών για προφανείς λόγους».
Ως εκ τούτου, οι πρόσφατες επενδύσεις που έχουν γίνει στο σύστημα υγείας και της Ελλάδας και που θα παραμείνουν ως «κληρονομιά» και μετά την πανδημία, αναμένεται να επιδράσουν θετικά και στο πρόγραμμα «Χρυσή Βίζα» της χώρας.
Χρυσή Βίζα: Το ελληνικό πρόγραμμα
Άλλωστε, όπως έδειξε άλλη σχετική έρευνα της Astons, στις αρχές του έτους, το ελληνικό πρόγραμμα Χρυσής Βίζα είναι το ελκυστικότερο για τους Βρετανούς, καθώς συνδυάζει το χαμηλό κόστος της απαιτούμενης επένδυσης, με την ποιότητα ζωής και το περιβάλλον που αποζητούν οι επενδυτές από την Γηραιά Αλβιόνα. Συγκεκριμένα, σε σχετική έρευνα που πραγματοποίησε η Astons, προέκυψε ότι το ελληνικό πρόγραμμα Golden Visa είναι το δημοφιλέστερο μεταξύ των Βρετανών επενδυτών, καθώς συγκέντρωσε την προτίμηση του 19% των συμμετεχόντων, μπροστά από ανταγωνιστικά προγράμματα, όπως της Ισπανίας και της Πορτογαλίας.
Υπενθυμίζεται ότι στην Ελλάδα, το ελάχιστο κόστος για την εξασφάλιση άδειας παραμονής, μέσω της αγοράς ακινήτου, διαμορφώνεται σε 250.000 ευρώ, ενώ στις δύο χώρες της Ιβηρικής είναι διπλάσιο και ανέρχεται σε 500.000 ευρώ. Ταυτόχρονα, σημαντικό δέλεαρ για τους Βρετανούς είναι και το χαμηλό κόστος των ελληνικών ακινήτων, με την μέση τιμή πώλησης να μην ξεπερνά τα 222.500 ευρώ στο τέλος του 2020, τη στιγμή που στο κέντρο του Λονδίνου το κόστος είναι υψηλότερο κατά σχεδόν 85%.
Υπενθυμίζεται ότι με βάση τα στοιχεία του Υπ. Μεταναστευτικής Πολιτικής, το 2020 εκδόθηκαν 403 άδειες παραμονής σε επενδυτές, στο πλαίσιο του σχετικού προγράμματος «Χρυσή Βίζα». Ο αριθμός αυτός αναμένεται αρκετά υψηλότερος, εφόσον αποκατασταθεί η δυνατότητα των ενδιαφερόμενων να ταξιδέψουν στην χώρα, κάτι που εκτιμάται ότι θα είναι εφικτό, ίσως από το φθινόπωρο και μετά. Το 2019 ήταν το καλύτερο έτος για το σχετικό πρόγραμμα, καθώς είχαν εκδοθεί 3.504 άδειες. Συνολικά, από την έναρξη λειτουργίας του προγράμματος και μέχρι σήμερα, έχουν χορηγηθεί 8.011 άδειες σε επενδυτές, ενώ αν υπολογιστούν και τα μέλη των οικογενειών τους, ο συνολικός αριθμός ανέρχεται σε 23.785.