THEPOWERGAME
Χαμηλότερες θα είναι το 2024 οι αυξήσεις των τιμών των κατοικιών, ακόμα και σε περιοχές υψηλής ζήτησης από επενδυτές, όπως τα δημοφιλή τουριστικά νησιά, η Αθηναϊκή Ριβιέρα και το κέντρο της Αθήνας, καθώς, όπως αναφέρουν πηγές της αγοράς, τους τελευταίους μήνες, καταγράφεται πτώση της ζήτησης, όχι τόσο από ξένους επενδυτές, όσο από Έλληνες αγοραστές. Όπως εξηγούν, οι αυξήσεις των τιμών είναι πλέον τέτοιες, ώστε να δυσχεραίνουν την απόκτηση κατοικίας για μεγάλο ποσοστό των ενδιαφερόμενων αγοραστών, λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη ότι τα πραγματικά, καθαρά εισοδήματα των περισσότερων νοικοκυριών είτε έχουν μείνει στάσιμα, είτε έχουν υποχωρήσει την τελευταία διετία, εξαιτίας του κύματος ακρίβειας και του υψηλού πληθωρισμού.
Με βάση τους δείκτες τιμών της ΤτΕ, από τις αρχές του 2017, δηλαδή όταν ξεκίνησε η ανάκαμψη της αγοράς κατοικίας και μέχρι το τέλος του τρίτου τριμήνου του 2023, οι τιμές πώλησης κατοικιών στην Αττική σημείωσαν αύξηση κατά 76%, φτάνοντας στο σημείο να απέχουν πλέον μόλις 2,4% από το προηγούμενο υψηλό της αγοράς. Αυτό είχε καταγραφεί, το τρίτο τρίμηνο του 2008, πριν από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης. Μάλιστα, σύμφωνα με πηγές της αγοράς, στα νότια προάστια, οι τιμές ξεπερνούν πλέον κατά σχεδόν 20-30% τα υψηλά του 2008, κάτι που συμβαίνει και στο κέντρο της Αθήνας, αλλά και στα βόρεια προάστια της Αθήνας.
Στο πλαίσιο αυτό, τόσο οι τράπεζες, όσο και η ίδια η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) αναφέρουν πλέον ότι το 2024 θα σηματοδοτήσει την επιβράδυνση του ρυθμού ανόδου των τιμών, χωρίς να αποκλείονται ακόμα και διορθώσεις προς τα κάτω, ιδίως σε περιοχές και ακίνητα χαμηλής ζήτησης και χαμηλών προδιαγραφών. Σε πρόσφατη έκθεσή της για την αγορά κατοικίας, η Εθνική Τράπεζα ανέφερε ότι η μέση αύξηση για το διάστημα 2023-2024 θα αγγίξει το 7%, ενώ συνολικά την περίοδο 2025-2030, η ΕΤΕ προβλέπει μέση άνοδο των τιμών κατά 5% σε ετήσια βάση σε πανελλαδικό επίπεδο. Υπενθυμίζεται ότι με βάση τα στοιχεία της ΤτΕ, κατά το φετινό εννεάμηνο, οι τιμές πώλησης κατοικιών στο σύνολο της χώρας, κατέγραψαν αύξηση κατά 13,9%, έναντι αύξησης κατά 11,2% κατά το εννεάμηνο του 2022.
Αντίστοιχα, η Alpha Finance προβλέπει ότι συνολικά το διάστημα 2023-2025, ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανόδου των τιμών δεν θα ξεπεράσει το 3%, ενώ ειδικά για το 2023, η αύξηση (υπολογίζοντας και την επίδραση του πληθωρισμού) θα είναι 4,7%. Όπως αναφέρει σχετική ανάλυση της εταιρείας, πρόκειται για μια πρόβλεψη, που υποστηρίζεται τόσο από την Ευρωπαϊκή Ένωση Τραπεζών, όσο και από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Για ηπιότερο ρυθμό αύξησης των τιμών πώλησης διαμερισμάτων, κάνει λόγο και η ανάλυση της ΤτΕ, στο πλαίσιο της τελευταίας έκθεσης για την νομισματική πολιτική, που δημοσιεύτηκε πριν από μερικές ημέρες. Σε αυτήν, οι αναλυτές της ΤτΕ, αναφέρουν ότι «πρόδρομοι δείκτες σχετικοί με την εγχώρια αγορά, αλλά και η εξέλιξη των τιμών σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, παραπέμπουν ενδεχομένως σε μια επικείμενη περίοδο διόρθωσης των τιμών, ειδικά για χρήσεις, χαρακτηριστικά και θέσεις ακινήτων χαμηλότερης ζήτησης». Προσθέτει ότι «οι ρυθμοί αύξησης των τιμών αναμένεται να γίνουν ηπιότεροι, καθώς η τρέχουσα συγκυρία δεν επιτρέπει στους επενδυτές εφησυχασμό αναφορικά με τη μεσοπρόθεσμη εξέλιξη των συνθηκών της αγοράς».
Συνολικά πάντως, σύμφωνα με την ΤτΕ, η αγορά κατοικίας θα συνεχίσει να εμφανίζει συγκρατημένα θετικές προοπτικές, υπό την επίδραση των διεθνών εξελίξεων και του περιβάλλοντος υψηλού πληθωρισμού, αυξημένων επιτοκίων και αβεβαιότητας, που επηρεάζουν άμεσα την Ευρώπη και συνολικά την παγκόσμια οικονομία. Όπως και τα προηγούμενα χρόνια, η επενδυτική δραστηριότητα και ζήτηση από το εξωτερικό, θα εξακολουθήσουν να αποτελούν έναν από τους σημαντικότερους «κινητήριους μοχλούς» της αγοράς κατοικίας. Το 2023 αναμένεται να ξεπεράσει το προηγούμενο ιστορικό υψηλό των άμεσων ξένων επενδύσεων στην αγορά ακινήτων, καθώς ήδη σε επίπεδο εννεαμήνου, έχουν εισρεύσει από το εξωτερικό κεφάλαια 1,64 δισ. ευρώ, μια αύξηση κατά 28% σε ετήσια βάση. Το 2022, το συνολικό ύψος των ξένων επενδύσεων για την αγορά ακινήτων είχε διαμορφωθεί σε 2 δισ. ευρώ.
Η ΤτΕ προσθέτει ότι «η μεταβολή των χαρακτηριστικών της ζήτησης, που ξεκίνησε με αφορμή την περίοδο της πανδημίας, συνεχίζεται μέχρι σήμερα, με συγκεκριμένες κατηγορίες ακινήτων και θέσεις να προσελκύουν δυσανάλογα υψηλό επενδυτικό ενδιαφέρον, ενισχύοντας την εικόνα μιας αγοράς διαφορετικών ταχυτήτων. Στο βαθμό που η ζήτηση από το εξωτερικό θα διατηρηθεί και η προσφορά ποιοτικών ακινήτων θα παραμείνει περιορισμένη, οι τιμές εκτιμάται ότι θα συνεχίσουν την ανοδική πορεία τους στο υψηλών προδιαγραφών τμήμα της αγοράς συμπαρασύροντας ανοδικά και τις τιμές στις δευτερεύουσες αγορές», καταλήγει η ΤτΕ.