THEPOWERGAME
Σε «κινητήριο μοχλό» της αγοράς κατοικίας εξελίσσονται και φέτος οι ξένοι επενδυτές, καθώς η ελληνική κτηματαγορά παραμένει αισθητά φθηνότερη από τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές, ενώ παράλληλα προσφέρει και το δέλεαρ των μελλοντικών υπεραξιών και επομένως και κερδών, που αναζητούν αρκετοί επενδυτές. Το γεγονός αυτό, ειδικά σε μια περίοδο κατά την οποία οι τιμές των κατοικιών υποχωρούν σε πολλές χώρες, ιδίως δε σε αυτές από τις οποίες προέρχεται σημαντική μερίδα αγοραστών, όπως π.χ. η Γερμανία, η Γαλλία, οι ΗΠΑ και η Μεγάλη Βρετανία, αποτελεί σημαντικό πλεονέκτημα.
Όπως εξηγούν στελέχη της αγοράς ακινήτων, οι χαμηλές τιμές που επικρατούν στην Ελλάδα έναντι του εξωτερικού, επιτρέπει σε πολλούς ενδιαφερόμενους, ακόμα και να αποφύγουν πλήρως τον δανεισμό. Κάτι τέτοιο καθιστά την απόκτηση κατοικίας στην Ελλάδα μια ακόμα πιο δελεαστική προοπτική στην παρούσα συγκυρία, καθώς ο ενδιαφερόμενος αποφεύγει τα υψηλά επιτόκια δανεισμού και τον αντίστοιχο κίνδυνο, μεγιστοποιώντας την απόδοση της επένδυσής του και μειώνοντας σημαντικά την απόσβεσή της.
Σε πρόσφατη ανάλυση της εταιρείας παροχής υπηρεσιών ακινήτων Elxis, η οποία ειδικεύεται στις πωλήσεις εξοχικών κατοικιών σε ξένους, ανέφερε ότι κατά την διάρκεια του τρέχοντος έτους και λόγω της αύξησης του κόστους δανεισμού, πολλοί ξένοι αγοραστές προτιμούν να αγοράσουν λίγο πιο φθηνά ακίνητα, αν αυτό θα τους εξασφαλίσει την αποπληρωμή αποκλειστικά με ίδια κεφάλαια, χωρίς δηλαδή να χρειαστεί να καταφύγουν σε τραπεζικό δανεισμό. Σύμφωνα με τον κ. Γιώργο Γαβριηλίδη, διευθύνοντα σύμβουλο της Elxis, «ενώ τα προηγούμενα χρόνια οι πελάτες μας χρησιμοποιούσαν ένα μίγμα από ίδια κεφάλαια και τραπεζικό δανεισμό, πλέον στηρίζονται, σχεδόν αποκλειστικά στις αποταμιεύσεις τους, ώστε να αποφύγουν εντελώς το να χρειαστεί να καταφύγουν και σε τραπεζικό δανεισμό».
Ασφαλώς, όπως δείχνουν τα σχετικά νούμερα, αυτό δεν έχει καμία απολύτως επίπτωση στις ροές κεφαλαίων από το εξωτερικό. Σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκεντρώνει η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), κατά το φετινό πρώτο εξάμηνο, έχουν ήδη επενδυθεί κεφάλαια ύψους 1,1 δισ. ευρώ, ποσό που είναι αυξημένο κατά 39,5% σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα. Μόνο κατά το δεύτερο τρίμηνο, οι επενδύσεις από το εξωτερικό για την αγορά ακινήτων ανήλθαν σε 605,8 εκατ. ευρώ, από 414,4 εκατ. ευρώ κατά το αντίστοιχο περσινό τρίμηνο, σημειώνοντας ετήσια αύξηση κατά 46,2%.
Το κατά πόσο θα ξεπεραστεί το ρεκόρ του 2022, όταν οι επενδύσεις ανήλθαν σε 2 δις ευρώ, θα εξαρτηθεί από το πόσα συμβόλαια αγοραπωλησίας θα προλάβουν να ολοκληρωθούν κατά την διάρκεια του δεύτερου εξαμήνου. Αυτό γιατί, όπως αναφέρει πηγές της αγοράς, στα συμβολαιογραφικά γραφεία έχουν συγκεντρωθεί χιλιάδες προσύμφωνα αγοράς κατοικίας από ξένους επενδυτές τρίτων χωρών, που θέλησαν να κατοχυρώσουν την εξασφάλιση άδειας παραμονής, με το όριο των 250.000 ευρώ, προτού αυτό διπλασιαστεί σε 500.000 ευρώ από την 1η Αυγούστου. Με βάση την σχετική ρύθμιση, όποιος προλάβαινε να υπογράψει έστω προσύμφωνο αγοράς ακινήτου μέχρι τότε, θα μπορούσε να επωφεληθεί του χαμηλότερου ορίου επένδυσης και στις περιοχές που επηρεάζονται από την αύξηση στις 500.000 ευρώ, δηλαδή τα βόρεια και τα νότια προάστια, το κέντρο της Αθήνας, τον δήμο της Θεσσαλονίκης, την Μύκονο και την Σαντορίνη.
Με βάση τα στοιχεία του Υπ. Μεταναστευτικής Πολιτικής, κατά το διάστημα Ιανουαρίου – Αυγούστου (8μηνο) υποβλήθηκαν 5.461 αιτήσεις χορήγησης αρχικής άδειας μόνιμου επενδυτή. Αυτό σημαίνει ότι επενδύθηκαν τουλάχιστον 1,36 δις ευρώ μόνο από επενδυτές τρίτων χωρών, για την απόκτηση κατοικιών, στο πλαίσιο του προγράμματος «Χρυσή Βίζα». Τους επόμενους μήνες και καθώς τα προσύμφωνα που έχουν υπογραφεί θα μετατρέπονται σε πράξεις αγοραπωλησίας, το νούμερο αυτό θα αυξηθεί ακόμα περισσότερο, ενισχύοντας ακόμα περισσότερο τις ροές κεφαλαίων προς την εγχώρια κτηματαγορά.
Σε πρόσφατη ανάλυσή της, η Alpha Bank τονίζει ότι ένα από τα δέλεαρ των ξένων επενδυτών, πέραν ασφαλώς του προγράμματος «Χρυσή Βίζα» ή και σε συνδυασμό με αυτό, αποτελεί το γεγονός ότι η δραστηριότητα των βραχυχρόνιων μισθώσεων είναι ιδιαίτερα επικερδής στην Ελλάδα. Για τον λόγο αυτό, όπως φαίνεται από έρευνα που πραγματοποίησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 4 στα 10 ακίνητα στην Ελλάδα που είναι αναρτημένα στις πλατφόρμες, έχουν αποκτηθεί με στόχο την εκμετάλλευση μέσω βραχυχρόνιας μίσθωσης. ο αντίστοιχος μέσος όσος στην Ε.Ε. δεν ξεπερνά το 20%, ή 2 στα 10 ακίνητα.
Το μεγάλο πλεονέκτημα των ελληνικών καταλυμάτων, σε σχέση με πολλά ευρωπαϊκά, ιδίως όσα βρίσκονται σε δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς, είναι το χαμηλό κόστος κτήσης τους, τη στιγμή που δεν υστερούν σε έσοδα. Μάλιστα, σε πολλές περιπτώσεις εξασφαλίζουν ακόμα περισσότερα χρήματα, μιας και το φετινό καλοκαίρι η Ελλάδα αποτέλεσε την ακριβότερη χώρα για διαμονή μέσω Airbnb στην Ευρώπη.