THEPOWERGAME
Πάνω από 45 δισ. ευρώ απαιτούνται μέχρι το 2030 προκειμένου να καλυφθεί η μεγάλη ζήτηση σε οικιστικά ακίνητα στην Ελλάδα, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Εθνικής Τράπεζας. Το πρόβλημα της μεγάλης έλλειψης ακινήτων κατά κύριο λόγο σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, όπου καταγράφεται το 40% της ζήτησης, μέχρι στιγμής μοιάζει αξεπέραστο. Ειδικά όταν η χώρα μας βγήκε πρόσφατα από μια πολυετή κρίση στην οικοδομική δραστηριότητα η οποία την προηγούμενη δεκαετία είχε σχεδόν μηδενιστεί με απώλειες εκατοντάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας.
Η περιορισμένη προσφορά συνεχίζει να οδηγεί τις τιμές προς τα πάνω. Οι τιμές το β’ τρίμηνο του έτους για το γερασμένο απόθεμα κατοικιών έχει αυξηθεί κατά 14,1%, την ώρα που για τα νεόδμητα η αύξηση αγγίζει τα 13,8%, ενώ η Θεσσαλονίκη παίρνει τα σκήπτρα της ακρίβειας από την Αθήνα.
Η πρωτοφανής έλλειψη διαθέσιμου οικιστικού αποθέματος, σύμφωνα με την Εθνική Τράπεζα, οφείλεται κατά κύριο λόγο στη μεγάλη συρρίκνωση της κατασκευαστικής δραστηριότητας και των οικιστικών επενδύσεων κατά 90% το χρονικό διάστημα 2013-2020, αλλά και στη σημαντική πτώση κατά 42% που σημείωσαν οι τιμές τους κατά τη διάρκεια της οικονομική κρίσης. Σήμερα, η υπερβάλλουσα προσφορά, που εκτιμάται ότι στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας άγγιξε τις 350 χιλ. κατοικίες, έχει εξαλειφθεί, καθώς το διαθέσιμο απόθεμα έχει μειωθεί κατά σχεδόν 250 χιλ. κατοικίες κατά την περίοδο 2012-22.
Παράλληλα, πιο γερασμένη από ποτέ είναι σήμερα η πλειοψηφία των σπιτιών στην Ελλάδα, με το μέσο όρο ηλικίας τους να ξεπερνά τα 40 έτη. Ειδικότερα, το 55% των υφιστάμενων κτιρίων κατοικιών έχει κατασκευαστεί πριν από τη δεκαετία του ’80. Παρόλ’ αυτά, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, η σημαντική έλλειψη που καταγράφεται ακόμη και σε παλαιωμένο απόθεμα σπιτιών οδήγησε τις τιμές του β’ τρίμηνου του έτους να αυξηθούν κατά 14,1% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2022 που ήταν 10,1%. Ακόμη, ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης για τα παλαιά διαμερίσματα ήταν 11,4% το 2022, έναντι ρυθμού αύξησης 7,2% το 2021.
Όπως αποκαλύπτεται στην ανάλυση, η ποιότητα του κτιριακού αποθέματος στην Ελλάδα έχει χειροτερέψει περαιτέρω, καθώς υπάρχει ραγδαία κάμψη των επενδύσεων σε έργα ανακαίνισης και αναβάθμισης κτιρίων τα τελευταία χρόνια. Σήμερα, αν και παρατηρείται μεν μια σημαντική ανάκαμψη της οικοδομικής δραστηριότητας για νέες κατοικίες, φτάνοντας σε σχεδόν 30 χιλ. ετησίως το 2021-22,οι νέες κατασκευές παραμένουν σε σαφώς χαμηλότερα επίπεδα σε σύγκριση με την περίοδο προ 15ετίας.
Στο πλαίσιο αυτό, η έλλειψη νεόδμητων κατοικιών έχει οδηγήσει στην εκτόξευση των τιμών τους, όπως δείχνουν και τα πρόσφατα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος. Συγκεκριμένα, ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης των τιμών για τα νέα διαμερίσματα το 2022 ήταν στο 12,4%, έναντι ρυθμού αύξησης 8,2% το 2021. Στο β’ τρίμηνο του έτους, οι κατοικίες κάτω των 5 ετών σημείωσαν αύξηση 13,8% σε σχέση με το 2022.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, η ζήτηση θα συνεχίσει να επιταχύνεται και θα φτάσει σε περίπου 35 χιλ. κατοικίες ετησίως τα επόμενα χρόνια, κυμαινόμενη ελαφρώς υψηλότερα της προσφοράς, δημιουργώντας προσωρινά υπερβάλλουσα ζήτηση περίπου 30 χιλ. κατοικιών το 2023-24.