THEPOWERGAME
Έως και 28,7% έχουν αυξηθεί οι ζητούμενες τιμές ενοικίασης από το ξέσπασμα της πανδημίας μέχρι σήμερα στο λεκανοπέδιο της Αττικής, με τις περιοχές του παράκτιου μετώπου της Αττικής, να πρωταγωνιστούν στο «ράλι», εν μέσω αύξησης της ζήτησης, ιδίως από ξένους. Σύμφωνα με την επεξεργασία των στοιχείων του δείκτη τιμών Spitogatos Property Index (SPI), που καταγράφει την πορεία των ζητούμενων ενοικίων (με βάση τις ηλεκτρονικές αγγελίες του δικτύου Spitogatos.gr), από το πρώτο τρίμηνο του 2020, όταν δηλαδή ξέσπασε η πανδημία και μέχρι και το φετινό πρώτο τρίμηνο, παρατηρείται σημαντική αύξηση των τιμών των ενοικίων σε όλες τις περιοχές της Αττικής.
Η μοναδική εξαίρεση είναι το κέντρο της Αθήνας, όπου όμως και πάλι, η διόρθωση που πραγματοποιήθηκε κυρίως την περίοδο 2020-2021, έχει πλέον αντισταθμιστεί σχεδόν εξ ολοκλήρου και οι τιμές έχουν επιστρέψει στα προ της πανδημίας επίπεδα. Συγκεκριμένα, η μέση ζητούμενη τιμή αγγίζει τα 9,4 ευρώ/τ.μ. μετά και την τελευταία ετήσια αύξηση της τάξεως του 4,2%. Στο ανώτατο σημείο τους, τα ζητούμενα ενοίκια στο κέντρο της Αθήνας είχαν φτάσει σχεδόν στα 10 ευρώ/τ.μ. προτού διορθώσουν προς τα κάτω και λόγω πανδημίας. Σήμερα, που οι ξένοι έχουν επιστρέψει στην αγορά ακινήτων και η βραχυχρόνια μίσθωση κινείται και πάλι έντονα ανοδικά, φαίνεται πως κάποιοι ιδιοκτήτες επιχειρούν να επωφεληθούν της έλλειψης ακινήτων, ζητώντας υψηλότερο ενοίκιο. Σημειώνεται πάντως πως σε κάποιες συνοικίες που δεν βρίσκονται κοντά σε δημοφιλή τουριστικά αξιοθέατα κι επομένως δεν έχουν μεγάλη ζήτηση για βραχυχρόνιες μισθώσεις, η επιλογή της μακροχρόνιας μίσθωσης είναι μονόδρομος, όσον αφορά την εξασφάλιση υψηλότερης απόδοσης για το ακίνητο. Παράλληλα, αν οι τιμές παραμείνουν στο επίπεδο των 8-9 ευρώ/τ.μ., η μακροχρόνια μίσθωση θα προβάλει ως η ελκυστικότερη επιλογή για την συντριπτική πλειονότητα των ιδιοκτητών, καθώς είναι δύσκολο να εξασφαλιστούν τέτοια έσοδα από την βραχυχρόνια μίσθωση, ιδίως αν το ακίνητο δεν βρίσκεται εντός του εμπορικού τριγώνου της πόλης, ή εναλλακτικά, αν δεν προσφέρει θέα στην Ακρόπολη.
Από την άλλη πλευρά, το παράκτιο μέτωπο, τα βόρεια και τα ανατολικά προάστια κινούνται έντονα ανοδικά από την πανδημία και μετά, δείχνοντας ότι η ζήτηση είναι εκείνη που κινεί τις εξελίξεις. Η ανάγκη για βελτίωση της ποιότητας ζωής και της κατοικίας μας γενικότερα φαίνεται πως έχει αλλάξει τα «θέλω» πολλών ενδιαφερόμενων, ιδίως από την πανδημία και μετά, όταν πέρασαν μεγάλο μέρος του χρόνου τους στο σπίτι που έμεναν. Στο πλαίσιο αυτό, αναζητούν ακίνητα σε περιοχές με υψηλότερη ποιότητα ζωής, ή μεγαλύτερα, πιο σύγχρονα και με χαμηλότερες λειτουργικές δαπάνες. Ως εκ τούτου, τα βόρεια και τα ανατολικά προάστια, βρίσκονται στο επίκεντρο της ζήτησης, καθώς διαθέτουν μεγαλύτερο απόθεμα από διαμερίσματα μεγάλης επιφάνειας, προσφέρουν καλύτερη ποιότητα ζωής σε σχέση με το κέντρο, ενώ αρκετά ακίνητα έχουν κατασκευαστεί την τελευταία 20ετία, προσφέροντας υψηλότερη ενεργειακή απόδοση κι άρα και χαμηλότερες δαπάνες για θέρμανση το χειμώνα και ψύξη τον χειμώνα.
Το πρόβλημα ασφαλώς έγκειται στο ότι οι ζητούμενες τιμές ενοικίασης έχουν αυξηθεί κατακόρυφα από το 2020 μέχρι σήμερα. Στα βόρεια προάστια, η αύξηση αγγίζει το 22,3% σε 10,26 ευρώ/τ.μ. κατά μέσο όρο. Πλέον αποτελεί κοινός τόπος, το ζητούμενο μηνιαίο ενοίκιο να κινείται πέριξ των 900 – 1.100 ευρώ, ανάλογα με την επιφάνεια και τις προδιαγραφές του εκάστοτε ακινήτου. Αντίστοιχα, στα ανατολικά προάστια, όπου οι τιμές είχαν παραμείνει χαμηλές μέχρι πρότινος, καταγράφεται σημαντική αύξηση κατά 21,2%, από 6,25 ευρώ πριν από τρία χρόνια, σε σχεδόν 7,6 ευρώ/τ.μ. σήμερα.
Ακόμα μεγαλύτερη αύξηση της τάξεως του 28,7% παρατηρείται στο υπόλοιπο της Αττικής. Μόνο κατά την διάρκεια του τελευταίου 12μήνου, οι περιοχές αυτές σημείωσαν μέση αύξηση των ζητούμενων ενοικίων κατά 10,3%. Έτσι, σήμερα, το μέσο ενοίκιο διαμορφώνεται σε 8,33 ευρώ/τ.μ., από μόλις 6,47 ευρώ/τ.μ. πριν από μερικά χρόνια. Στην συγκεκριμένη ζώνη εντοπίζονται περιοχές του παράκτιου μετώπου της Αττικής, όπως η Σαρωνίδα, η Ανάβυσσος, το Σούνιο και το Λαγονήσι, που παρουσιάζουν υψηλή ζήτηση και από ξένους ψηφιακούς «νομάδες». Έτσι, ακίνητα, τα οποία στο παρελθόν λειτουργούσαν ως εξοχικά για τους καλοκαιρινούς μήνες, πλέον έχουν ζήτηση και για άλλες περιόδους, όπως το φθινόπωρο και η άνοιξη.
Φορείς της αγοράς ακινήτων εκτιμούν πάντως, ότι δεν θα είναι εύκολη υπόθεση η διατήρηση των ενοικίων στο τρέχον επίπεδο, χωρίς να απαιτηθούν κάποιες διορθώσεις. Άλλωστε, τα εισοδήματα των νοικοκυριών δεν έχουν κατορθώσει να αυξηθούν αντίστοιχα. Παράλληλα, όταν κάποιος διαμένει σε κατοικία με τόσο υψηλό ενοίκιο, βρίσκεται πάντα σε αναζήτηση εναλλακτικής κατοικίας/περιοχές, όπου το κόστος θα είναι χαμηλότερο. Εναλλακτικά, άλλοι εξετάζουν την αγορά, θεωρώντας ότι είναι προτιμότερο να δαπανούν τέτοια ποσά προς την εξυπηρέτηση του δανείου ενός δικού τους ακινήτου. Ένας ακόμα κίνδυνος αφορά στο ενδεχόμενο να πολλαπλασιαστούν τα οφειλόμενα ενοίκια προς τους ιδιοκτήτες. Κάτι ανάλογο είχε συμβεί και πριν από μερικά χρόνια, κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης, με αποτέλεσμα να σημειωθεί «κραχ» στην αγορά των ενοικίων.
Η πορεία των τιμών ενοικίασης από το ξέσπασμα της πανδημίας μέχρι σήμερα
Περιοχή A’ Τρίμηνο 2023 (Σε ευρώ/τ.μ.) A’ Τρίμηνο 2022 (Σε ευρώ/τ.μ.) Ετήσια Μεταβολή Μεταβολή 2020-2023
Κέντρο Αθήνας 9,38 9 4,2% -0,6%
Βόρεια Προάστια 10,26 10 2,6% 22,3%
Νότια Προάστια 11,08 10,38 6,7% 4,6%
Δυτικά Προάστια 7,46 7,22 3,3% 20%
Ανατολικά Προάστια 7,58 7,5 1,1% 21,2%
Πειραιάς 8,25 7,75 6,5% 8,5%
Προάστια Πειραιά 7,03 6,73 4,5% 16,7%
Υπόλοιπο Αττικής 8,33 7,55 10,3% 28,7%
Θεσσαλονίκη – Δήμος 8 7,5 6,7% 4,7%
© Spitogatos Property Index (SPI)