THEPOWERGAME
«Ασπίδα προστασίας» στην αγορά κατοικίας προσφέρουν οι ξένες επενδύσεις, καθώς συνεισφέρουν πολύτιμη ρευστότητα για την αύξηση του όγκου των συναλλαγών και μεταξύ εγχώριων αγοραστών. Μπορεί το κόστος δανεισμού να έχει πλέον βρεθεί στο υψηλότερο σημείο των τελευταίων δύο δεκαετιών, μετά και τη νέα αύξηση των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, κατά 50 μονάδες βάσης την προηγούμενη εβδομάδα, ωστόσο η ελληνική αγορά ακινήτων εξασφαλίζει πολύτιμα κεφάλαια από τις άμεσες επενδύσεις που πραγματοποιούν οι ξένοι αγοραστές. Ταυτόχρονα, οι πωλητές αντλούν σημαντική ρευστότητα, η οποία συχνά διοχετεύεται για νέες αγορές ακινήτων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2022 αποτέλεσε έτος-ορόσημο για τις ξένες επενδύσεις στην ελληνική αγορά, ξεπερνώντας κάθε ιστορικό προηγούμενο. Με βάση τα στοιχεία της ΤτΕ, οι εισροές κεφαλαίων από το εξωτερικό για την αγορά ακινήτων στην Ελλάδα προσέγγισαν τα 2 δισ. ευρώ πέρυσι (1,97 δισ. ευρώ). Πρόκειται για ένα μέγεθος που ξεπέρασε κατά 68% το αντίστοιχο μέγεθος του 2021, που δεν είχε ξεπεράσει το 1,17 δισ. ευρώ, ενώ ήταν και υψηλότερο κατά 37% σε σχέση με το 2019, όταν είχε καταγραφεί το προηγούμενο ιστορικό υψηλό, με 1,45 δισ. ευρώ άμεσων ξένων επενδύσεων στην εγχώρια αγορά ακινήτων. Με βάση το τελευταίο εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων της Alpha Bank, οι άμεσες ξένες επενδύσεις στο σύνολο της οικονομίας ανήλθαν σε 7,2 δισ. ευρώ το 2022, αποτελώντας την καλύτερη επίδοση των τελευταίων 21 ετών. Αυτό σημαίνει ότι στην αγορά ακινήτων κατευθύνθηκε το 27,7% των συνολικών κεφαλαίων από το εξωτερικό.
Σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη αυτήν είχε ασφαλώς και το πρόγραμμα «Χρυσή Βίζα», για τη χορήγηση αδειών παραμονής μέσω της απόκτησης ακινήτων. Με βάση τα τελευταία επίσημα στοιχεία, το 2022 χορηγήθηκαν 2.258 νέες άδειες, ενώ υπολογίζεται ότι επενδύθηκαν κεφάλαια της τάξεως των 600-650 εκατ. ευρώ από επενδυτές τρίτων χωρών. Μάλιστα, κατά το τελευταίο τρίμηνο του έτους σημειώθηκε κατακόρυφη επιτάχυνση της εν λόγω δραστηριότητας, λόγω της ανακοίνωσης της κυβέρνησης για τον διπλασιασμό του ελάχιστου ορίου επένδυσης, από τις 250.000 στις 500.000 ευρώ στις περιοχές υψηλής ζήτησης, όπως το κέντρο της Αθήνας και τα νότια προάστια. Κάπως έτσι, τον Δεκέμβριο του 2022 υποβλήθηκαν 1.216 νέες αιτήσεις χορήγησης άδειας μόνιμου επενδυτή, από 337 αιτήσεις τον προηγούμενο Σεπτέμβριο. Η τάση αυτή, μάλιστα, διατηρείται με αμείωτο ρυθμό και κατά τους πρώτους μήνες του 2023, με δεδομένο ότι υπάρχει χρονικό περιθώριο έως την 1η Μαΐου για την κατοχύρωση άδειας παραμονής, με το προγενέστερο όριο των 250.000 ευρώ, αρκεί να έχει συναφθεί προσύμφωνο αγοραπωλησίας ακινήτου.
Στην πρόσφατη ετήσια έκθεσή της η ΤτΕ έκανε λόγο για μεγαλύτερη εξάρτηση της εγχώριας αγοράς ακινήτων από τη ζήτηση από το εξωτερικό, εκτιμώντας ότι το αγοραστικό ενδιαφέρον από τους Έλληνες είναι πολύ πιθανό να περιοριστεί, λόγω της αύξησης των επιτοκίων και των τιμών πώλησης, αλλά κι εξαιτίας των αβεβαιοτήτων που σχετίζονται με τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία. Από την άλλη πλευρά, βέβαια, θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι ξένοι αγοραστές τροφοδοτούν την αγορά με ρευστότητα, καθώς οι πωλητές αποκτούν αυξημένες δυνατότητες για μελλοντικές επενδύσεις για τους ίδιους, είτε μέσω της επανεπένδυσης στην αγορά ακινήτων, είτε μέσω άλλων επενδύσεων.
Ωστόσο, όπως σημειώνουν επαγγελματίες της αγοράς ακινήτων, συχνά παρατηρείται και το φαινόμενο των μη ρεαλιστικών προσδοκιών πολλών ιδιοκτητών. Ακριβώς δηλαδή επειδή ορισμένοι πωλητές ενημερώνονται για το υψηλό ενδιαφέρον από το εξωτερικό, θεωρούν πως θα μπορέσουν να διαθέσουν το ακίνητό τους σε τιμές που είναι πολύ πάνω από τις οικονομικές αντοχές των μέσων Ελλήνων αγοραστών. Πολλές φορές, μάλιστα, αυτό συμβαίνει σε περιπτώσεις κατοικιών που βρίσκονται σε περιοχές που δεν παρουσιάζουν σχεδόν κανένα αγοραστικό ενδιαφέρον από το εξωτερικό, όπως, για παράδειγμα, τα βόρεια προάστια της Αθήνας. Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργείται χάσμα μεταξύ των ζητούμενων τιμών πώλησης κι εκείνων που κατά κανόνα προσφέρουν οι περισσότεροι Έλληνες αγοραστές. Έτσι, αρκετά ακίνητα παραμένουν απούλητα επί χρόνια, καθώς η μεν αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών δέχεται συνεχή πλήγματα, οι δε απαιτήσεις των ιδιοκτητών δεν υποχωρούν σημαντικά.
Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο πολλοί επαγγελματίες του κλάδου των μεσιτών, μεταξύ των οποίων και ο ίδιος ο πρόεδρος του Συλλόγου Μεσιτών Αθηνών-Αττικής, κ. Λευτέρης Ποταμιάνος, ζητούν την αύξηση της προσφοράς από την πλευρά των επενδυτικών funds και των τραπεζών, που έχουν στην κατοχή τους δεκάδες χιλιάδες κατοικίες. Η διάθεση περισσότερων ακινήτων στην αγορά, σε πιο ρεαλιστικές τιμές, σε σχέση με τα εισοδήματα των νοικοκυριών, θα επιτρέψει την πραγματοποίηση μεγαλύτερου αριθμού συναλλαγών, αποσυμπιέζοντας την αγορά και ικανοποιώντας τη ζήτηση, χωρίς να δημιουργούνται τεχνητές «φούσκες».
Η εξέλιξη των ξένων επενδύσεων στην ελληνική αγορά ακινήτων
Έτος | Ποσό Επένδυσης |
2007 | 308,5 εκατ. ευρώ |
2008 | 129,1 εκατ. ευρώ |
2009 | 97,6 εκατ. ευρώ |
2010 | 62,9 εκατ. ευρώ |
2011 | 89,2 εκατ. ευρώ |
2012 | 101,1 εκατ. ευρώ |
2013 | 156,3 εκατ. ευρώ |
2014 | 239,5 εκατ. ευρώ |
2015 | 153,1 εκατ. ευρώ |
2016 | 222,4 εκατ. ευρώ |
2017 | 414,7 εκατ. ευρώ |
2018 | 1,12 δισ. ευρώ |
2019 | 1,45 δισ. ευρώ |
2020 | 874,9 εκατ. ευρώ |
2021 | 1,176 δισ. ευρώ |
2022 | 1,97 δισ. ευρώ |
Πηγή: Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ)