THEPOWERGAME
Παρά την αλλαγή πορείας των επιτοκίων στην Τουρκία, το νόμισμα της χώρας όχι μόνον δεν ανάκαμψε από την πτωτική πορεία του αλλά διολίσθησε μέχρι τις 24 τουρκικές λίρες έναντι του δολαρίου. Μετά την ανορθόδοξη νομισματική πολιτική που εφαρμόζονταν επί μακρόν από τον πρόεδρο της χώρας, Ρετζέπ Ταγίπ Έρντογαν, η κεντρική τράπεζα υπό τη διοίκηση της νέας επικεφαλής, Χαφιζέ Γκέι Eρκάν, αποφάσισε την Πέμπτη μια αύξηση κατά 650 μονάδες βάσης από το 8,5% στο 15%.
Αλλά η τουρκική λίρα δεν εμφάνισε άνοδο. Απεναντίας παρέμεινε αρχικά κοντά στον πρόσφατο ιστορικό χαμηλό των 23,6 τουρκικών λιρών έναντι του δολαρίου για να υποχωρήσει έπειτα περαιτέρω. Δυο φαίνεται να είναι οι λόγοι. Πρώτον, οι διεθνείς επενδυτές και η επιχειρηματική κοινότητα της Τουρκίας προσδοκούσαν μεγαλύτερη αύξηση του βασικού επιτοκίου, ειδικότερα στο 21%.
Δεύτερον, πληροφορίες θέλουν τον νέο υπουργό Οικονομικών, Μεχμέτ Σίμσεκ, να μην ενθαρρύνει παρεμβάσεις από τις κρατικές τράπεζες για τη στήριξη της τουρκικής λίρας. Αρχές Ιουνίου, η Goldman Sachs είχε προβλέψει πως η τουρκική λίρα θα υποχωρήσει μέχρι τα 28 ως προς το δολάριο μέσα στους επόμενους 12 μήνες αντί αρχικής πρόβλεψης για πτώση στα 22:1. «Πιστεύουμε πως η επιλογή του Μεχμέτ Σίμσεκ στο τιμόνι του υπουργείου Οικονομικών αυξάνει τις πιθανότητες να εφαρμοστεί μια ορθόδοξη νομισματική πολιτική», είχαν αναφέρει αναλυτές της Goldman Sachs.
Σε κάθε περίπτωση, το κόστος δανεισμού της Τουρκίας, η οικονομία της οποίας είναι μια από τις μεγαλύτερες του αναδυόμενου κόσμου, κινείται πια στο υψηλότερο επίπεδο από τον Νοέμβριο του 2021. Χρειάστηκε, ωστόσο, μια προς τα πάνω προσαρμογή κατά 650 μονάδες βάσης που αποφασίστηκε εντός μιας και μόνο συνεδρίασης. Θα πρέπει να γίνουν και άλλες.
Επιφυλακτικοί οι επενδυτές για τη στροφή της νομισματικής και οικονομικής πολιτικής στην Τουρκία
Μολονότι έκλεισε ένας κύκλος χαμηλών επιτοκίων, δεν είναι βέβαιο εάν θα ανοίξει ένας νέος στο εγγύς μέλλον. Οι επενδυτές θέλουν να είναι σίγουροι πως με τη συνεδρίαση της Πέμπτης σηματοδοτείται ο επίλογος μιας ανορθόδοξης νομισματικής πολιτικής που οδήγησε σε σερί αρνητικών ρεκόρ την τουρκική λίρα και στην εκτίναξη του πληθωρισμού. Παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις για να εξακριβώσουν εάν αυτή η πορεία θα είναι μόνιμη ή όχι. Ο πρόεδρος της Τουρκίας δήλωσε αυτήν την εβδομάδα πως, αν και εξακολουθεί να πιστεύει πως τα υψηλά επιτόκια οδηγούν σε άνοδο του πληθωρισμού, θα επιτρέψει στην Έρκαν και στον Σίμσεκ θα επαναφέρουν τον πληθωρισμό σε μονοψήφια ποσοστά.
Ο Ερντογάν, ο οποίος υπερίσχυσε των τελευταίων εκλογών τον Μάιο, έχει αιφνιδιάσει ξανά τις αγορές στο παρελθόν. Στις αρχές του 2021 απομάκρυνε τον Νατζί Αγμπάλ από το τιμόνι της κεντρικής τράπεζας λίγο αφότου εκείνος είχε αναλάβει καθήκοντα, επειδή αύξησε τα επιτόκια. Έπειτα, ο κεντρικός τραπεζίτης, Σαχάπ Καβτσίογλου, μείωσε τα επιτόκια από το 19% στο 8,5% μέσα σε περίπου μια διετία, θέτοντας σε εφαρμογή τη ανορθόδοξη ρητορική του Ερντογάν ότι με το φθηνό κόστος δανεισμού καταπολεμάται ο πληθωρισμός και όχι το αντίθετο.
Μέσα σε εκείνο το διάστημα, ο πληθωρισμός κορυφώθηκε έως το 85,51%. Ακόμη και η πρόσφατη υποχώρησή του, διολισθαίνοντας κάτω από 40% τον Μάιο, αποδόθηκε στη δωρεάν παροχή φυσικού αερίου από την κυβέρνηση αφού τον Απρίλιο ξεκίνησαν οι πρώτες παραδόσεις από μεγάλο κοίτασμα στη Μαύρη Θάλασσα.
H στατιστική υπηρεσία της χώρας είχε δηλώσει πως θα μηδένιζε τις τιμές του φυσικού αερίου μέσα στον Μάιο ύστερα από προεκλογική δέσμευση του Ερντογάν πως θα το παρείχε δωρεάν στα νοικοκυριά. Κατά τη διάρκεια αυτής της εβδομάδας, η κυβέρνηση ανακοίνωσε επίσης αύξηση του βασικού μισθού κατά το ένα τρίτο στα 483 δολάρια λόγω των ισχυρών ανατιμήσεων στην πραγματική οικονομία.
Όμως, η πολιτική αυτή δεν είναι βιώσιμη. Ο υψηλός πληθωρισμός διαβρώνει το βιοτικό επίπεδο των πολιτών της χώρας και η αποδυνάμωση της τουρκικής λίρας έχει εξαντλήσει τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας. Ενδεικτικό είναι πως από τις αρχές του έτους έχουν δαπανηθεί περίπου 23 δισ. δολάρια για τη στήριξη του νομίσματος, σύμφωνα με υπολογισμούς οικονομολόγων που παραθέτουν οι Financial Times.