THEPOWERGAME
Με κέρδη 20% από την αρχή του έτους και άνω του 40% το τελευταίο πεντάμηνο, το Χρηματιστήριο της Αθήνας φιγουράρει μεταξύ των αγορών με τις καλύτερες επιδόσεις και αφήνει υποσχέσεις για ακόμη μία εξαιρετική χρονιά. Όμως το κλίμα στις διεθνείς αγορές δείχνει να επιδεινώνεται μετά τα αναπάντεχα αρνητικά στοιχεία για τον πληθωρισμό, που έδειξαν ότι τον Ιανουάριο οι ανοδικές πιέσεις στις τιμές προϊόντων και υπηρεσιών κλιμακώθηκαν. Μπορεί το Ελληνικό Χρηματιστήριο να βρει στηρίγματα για να διαγράψει τη δική του πορεία σε μία εποχή που οι κεντρικές τράπεζες έχουν δεσμευτεί με κάθε τρόπο να νικήσουν τον πληθωρισμό, αυξάνοντας διαδοχικά τα επιτόκια;
Η πτώση του Γενικού Δείκτη Τιμών κατά 0,53% την Παρασκευή οφείλεται κατά κύριο λόγο στις διεθνείς πιέσεις, που πυροδότησαν τα στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ για τον πληθωρισμό. «Βαρίδι» αποτέλεσε και η μετοχή του ΟΤΕ, που, παρά τα καλά αποτελέσματα, συμπλήρωσε τέσσερις συνεδριάσεις με συνολικές απώλειες 5%, γεγονός που οδηγεί την απόδοσή της σε αρνητικό έδαφος μέσα στο 2023. Οι τράπεζες, από την άλλη, σηκώνουν το βάρος της ανόδου, με κέρδη 40% φέτος, με τον Τραπεζικό Δείκτη να αγγίζει τις 900 μονάδες.
Η Τράπεζα Πειραιώς εμφάνισε ισχυρή βελτίωση στα κέρδη του 2022, αλλά και μεγάλη μείωση του δείκτη μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στο 6,8%, από 13% πέρυσι. Η διοίκηση της τράπεζας εξέφρασε την αισιοδοξία ότι θα υπερβεί τους στόχους και το 2023, στηριζόμενη στην ανάπτυξη της οικονομίας.
Η ελληνική αγορά έχει τρέξει περισσότερο απ’ ό,τι θα περίμεναν και οι πιο αισιόδοξοι, συμπληρώνοντας δέκα συνεχόμενες εβδομάδες με κέρδη και αποδεικνύοντας ότι μπορεί να αλλάξει επίπεδο και να αφήσει μια για πάντα πίσω της τα χρόνια της κρίσης και της απαξίωσης. Έχει συμπληρωθεί πάνω από ένας χρόνος που το Χρηματιστήριο της Αθήνας υπεραποδίδει των μεγάλων διεθνών αγορών. Ο Γενικός Δείκτης έχει καταφέρει να κρατηθεί με άνεση πάνω από τις 1.000 μονάδες από τις 26 Ιανουαρίου, έχοντας κατακτήσει και τις 1.100 μονάδες τελευταία.
Στο εξής η αγορά στρέφει το βλέμμα στην υλοποίηση επενδύσεων στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης, στις επιδόσεις του τουρισμού και ευρύτερα της οικονομίας, αλλά και στο φλέγον ζήτημα της επενδυτικής βαθμίδας. Μετά την αναβάθμιση από τη Fitch, η ελληνική οικονομία απέχει ένα σκαλοπάτι από την επενδυτική βαθμίδα, με βάση τις αξιολογήσεις τριών οίκων (S&P, Fitch, DBRS), και η επίτευξη του στόχου μέσα στο 2023 θεωρείται εφικτή.
Η μεσοπρόθεσμη τάση και στην Ελλάδα θα κριθεί εν πολλοίς και από τις αποφάσεις των κεντρικών τραπεζών. Η ΕΚΤ έχει προαναγγείλει ότι θα αυξήσει τα επιτόκια κατά 0,50% στις 16 Μαρτίου, ενώ οι εκτιμήσεις θέλουν τη Federal Reserve των ΗΠΑ να προχωρεί σε δύο διαδοχικές αυξήσεις των 0,25 ποσοστιαίων μονάδων έως τον Μάιο. Οι αγορές φαίνεται πως έχουν προεξοφλήσει αυτές τις αποφάσεις των κεντρικών τραπεζών. Η τάση θα αλλάξει προς το χειρότερο αν παγιωθεί η αντίληψη ότι ο πληθωρισμός δεν υποχωρεί εύκολα κι έτσι αναγκάζονται οι κεντρικές τράπεζες να αυξήσουν πολύ περισσότερο τα επιτόκια.
Σε γενικές γραμμές, αυτό που ανησυχεί σήμερα τους επενδυτές είναι ότι μπορεί η οικονομία να μην πέφτει σε ύφεση, αλλά όσο ο πληθωρισμός παραμένει υψηλός, οδεύουμε σε μία εποχή υψηλών επιτοκίων και άρα ακριβότερου χρήματος, διάρκειας πολύ μεγαλύτερης από τις αρχικές εκτιμήσεις.
Όμως, αναλυτές της αγοράς επισημαίνουν ότι η ελληνική οικονομία έχει μπροστά της ορισμένα ορόσημα που υπό προϋποθέσεις έχουν τη δυναμική να διατηρήσουν την αυτόνομη πορεία που διαγράφει το ΧΑ τον τελευταίο χρόνο. Οι τομείς της τεχνολογίας, της πληροφορικής και της ενέργειας ενδέχεται να αποδειχθούν καθοριστικοί για τη συνέχεια, προσελκύοντας μεγάλα ονόματα του εξωτερικού, των οποίων οι επενδύσεις αναμένεται να δώσουν ώθηση αρκετών δισεκατομμυρίων την επόμενη εξαετία στο ελληνικό ΑΕΠ.