THEPOWERGAME
Σταθεροποιητικές τάσεις κυριαρχούν στην δευτερογενή αγορά ομολόγων, καθώς οι επενδυτές προεξοφλούν ότι την ερχόμενη εβδομάδα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα προχωρήσει σε μία ακόμη αύξηση των επιτοκίων της, πιθανότατα κατά 0,25%.
Ωστόσο η «ανθεκτικότητα» που επιδεικνύουν τα ελληνικά ομόλογα «στις αντίξοες» αυτές συνθήκες είχε ως αποτέλεσμα το περιθώριο των 10ετών τίτλων έναντι των αντίστοιχων γερμανικών, να υποχωρήσει σήμερα στη διάρκεια της συνεδρίασης σε νέο χαμηλό έτους (1,25%).
Η εξέλιξη αυτή, αν επιβεβαιωθεί, θα οδηγήσει το βασικό επιτόκιο (αποδοχής καταθέσεων) της ΕΚΤ στο 3,5% από 3,25% που είναι σήμερα. Υπενθυμίζεται ότι η επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ ανέφερε την περασμένη Δευτέρα ότι είναι πολύ νωρίς ακόμη να αποφανθούμε κατά πόσο ο δομικός πληθωρισμός έχει αγγίξει την υψηλότερη κορυφή του, επιβεβαιώνοντας ότι κατ΄ανάγκη τα επιτόκια θα πρέπει να συνεχίσουν ν΄αυξάνονται. Άλλωστε η προθεσμιακή αγορά χρήματος έχει ήδη προεξοφλήσει – εκτός από την αύξηση της επόμενης εβδομάδας – μία ακόμη τον Ιούλιο.
Είναι ενδεικτικό ότι οι περισσότεροι οικονομολόγοι σε έρευνες που κατά καιρούς πραγματοποιούν προβλέπουν ότι το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ θα έχει φθάσει το 3,75% έως το τέλος του 2023. Στο υψηλότερο επίπεδο δηλαδή των τελευταίων 23 ετών από τον Οκτώβριο του 2000.
Παρά ταύτα ο πληθωρισμός παρέμεινε στο 6,1% (τον Μάιο) τρεις φορές δηλαδή υψηλότερος από το στόχο του 2% που έχει θέσει η ΕΚΤ.
Στην δευτερογενή αγορά ομολόγων σήμερα και πιο συγκεκριμένα στο Ηλεκτρονικό Σύστημα Συναλλαγών (ΗΔΑΤ) της Τραπέζης της Ελλάδος καταγράφηκαν συναλλαγές 140 εκατ. ευρώ εκ των οποίων τα 60 εκατ. ευρώ αφορούσαν σε εντολές αγοράς.
Η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου διαμορφώθηκε στο 3,73% από 3,7% που έκλεισε χθες, έναντι 2,41% του αντίστοιχου γερμανικού τίτλου, με αποτέλεσμα το περιθώριο να διαμορφωθεί στο 1,32%, στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων 12 μηνών.
Στην αγορά συναλλάγματος ανοδικά κινείται το ευρώ έναντι του δολαρίου με αποτέλεσμα το απόγευμα το ευρωπαικό νόμισμα να διαπραγματεύεται στα 1,077 δολάρια από το επίπεδο των 1,0756 δολαρίων, που άνοιξε η αγορά.