Με τη νέα θητεία του Ντόναλντ Τραμπ κλονίζεται η πεποίθηση που κυριάρχησε μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και της ένταξης της Κίνας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου. Πρόκειται για την ιδέα πως η οικονομική συνεργασία μεταξύ κρατών αποτελεί ισχυρό κίνητρο για να αποφεύγονται συγκρούσεις.
Η νέα επιθετική εμπορική πολιτική των ΗΠΑ διχάζει τη Δύση, βυθίζει τις αγορές, πυροδοτεί νέες ανατιμήσεις και κινδυνεύει να αντιστρέψει τον κύκλο των καθοδικών επιτοκίων που ξεκίνησαν οι κεντρικές τράπεζες πέρσι το φθινόπωρο. Την περασμένη Τετάρτη, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) διατήρησε σταθερά τα επιτόκια για δεύτερη διαδοχική συνεδρίαση, αναθεώρησε αρνητικά τις προβλέψεις για ανάπτυξη και διέβλεψε μεγαλύτερη αύξηση των πληθωριστικών πιέσεων στην ισχυρότερη οικονομία του κόσμου σε σχέση με προηγούμενες εκτιμήσεις.
Κάτω από αυτήν την αρνητική οικονομική και γεωπολιτική συγκυρία, λαμβανομένης υπόψη και της πόλωσης ΗΠΑ-ΕΕ σε κρίσιμα θέματα για την ασφάλεια της Ευρώπης, οι επιδόσεις των ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων είναι πιο σταθερές από αυτές της Wall Street. Εδώ και έναν μήνα, οι δείκτες S&P 500 και Nasdaq έχουν επωμισθεί απώλειες 6,38% και 9,84%, αντίστοιχα, έναντι περιορισμένης πτώσης 1,09% που έχει καταγράψει ο πανευρωπαϊκός Euro Stoxx 50.
Στη Φρανκφούρτη, ο Dax έχει καταγράψει μηνιαία άνοδο 2,43% καθώς η Γερμανία δρομολογεί την ιστορική αύξηση των αμυντικών δαπανών που εκτιμάται πως θα τονώσει τη βιομηχανική δραστηριότητα. Μόλις αυτήν την Παρασκευή, το κοινοβούλιο της χώρας έδωσε το πράσινο φως στην αποδέσμευση εκατοντάδων δισ. ευρώ στην ενίσχυση της άμυνας, προσπερνώντας το συνταγματικό «φρένο χρέους».
Από την άλλη πλευρά, ο S&P 500 κλείνει στο κόκκινο για 5η διαδοχική εβδομάδα, με τη μεταβλητότητα στη Wall Street να είναι την Παρασκευή ιδιαίτερα τεταμένη καθώς έληγαν συμβόλαια σε χρηματιστηριακούς δείκτες, μετοχές και διαπραγματεύσιμα αμοιβαία.
Αναλυτές της Morgan Stanley τονίζουν στο Bloomberg πως το κλίμα θα είναι ευμετάβλητο στις αγορές των ΗΠΑ τουλάχιστον μέχρι το β’ εξάμηνο του έτους. Σε αυτό το κλίμα αβεβαιότητας αποδίδεται η άνοδος της τιμής του χρυσού πάνω από τα 3.000 δολάρια την ουγκιά, με κέρδη επί 3η διαδοχική εβδομάδα παρά πτώση της τάξεως του 1% την Παρασκευή. Στο Χρηματιστήριο Μετάλλων του Λονδίνου, η τιμή του χαλκού έφθασε στο υψηλό πεντάμηνου και ξεπέρασε τα 10.000 δολάρια τον τόνο λόγω της αυξανόμενης ζήτησης και ισχυρών πιθανοτήτων να επιβληθούν δασμοί αφού ο Τραμπ διέταξε έρευνα για να αποσαφηνιστεί οι εισαγωγές του μετάλλου αποτελούν «απειλή για την εθνική ασφάλεια» των ΗΠΑ.
Εντούτοις, ο υπεύθυνος στρατηγικών επενδύσεων της Bank of America, Μάικλ Χάρτνετ, απέρριψε σενάρια που θέλουν οι δασμοί Τραμπ να θέτουν σε κίνδυνο τις επιδόσεις των μετοχών. Στοιχεία της Bank of America έδειξαν πως οι εισροές στα διεθνή μετοχικά αμοιβαία έφθασαν τα 43,4 δισ. δολάρια την εβδομάδα που έληξε 20 Μαρτίου, αντανακλώντας το υψηλότερο επίπεδο από τις αρχές του έτους. Μετά την επιβολή δασμών 25% σε όλες τις αμερικανικές εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου προ δυο εβδομάδων, ο Τραμπ επανήλθε με απειλές για τη φορολόγηση έως και 200% των κρασιών και των αλκοολούχων ποτών από την Ε.Ε επειδή οι Βρυξέλλες ανήγγειλαν αντίποινα σε εισαγωγές 28 δισ. ευρώ από τις ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένων δασμών 50% στο αμερικανικό ουίσκι. Η Ε.Ε ανέστειλε τους δασμούς για τα μέσα Απριλίου αλλά οι ΗΠΑ έχουν δρομολογήσει, επίσης, δασμούς εις βάρος του Μεξικού, του Καναδά και της Κίνας.
Εκτός από την ομοβροντία δασμών από τον Τραμπ που τροφοδοτούν φόβους για ύφεση στην αμερικανική οικονομία, η κυβέρνηση των Ρεπουμπλικάνων θέτει υπό αμφισβήτηση τη στρατιωτική στήριξη της Ουκρανίας, διεκδικώντας οικονομικά ανταλλάγματα από το Κίεβο και παρακάμπτοντας την Ευρώπη στις διαπραγματεύσεις. Σε αυτήν δραματική αλλαγή εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, η Ε.Ε μαζί με τη Βρετανία αποφασίζουν μεγάλη αύξηση των αμυντικών δαπανών, γεγονός που αναμένεται να οδηγήσει σε επέκταση της βιομηχανικής δραστηριότητας όχι μόνον στη Γερμανία αλλά και σε όλη την Ευρώπη σε ένα, κατά τα άλλα, απαισιόδοξο περιβάλλον.