Ο χρυσός σημείωσε ένα νέο ορόσημο, ξεπερνώντας τα 3.000 δολάρια ανά ουγγιά για πρώτη φορά στην ιστορία. Η εκτόξευση της τιμής του αποδίδεται σε μια σειρά οικονομικών και γεωπολιτικών εξελίξεων, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής του Ντόναλντ Τραμπ για τον παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο, της μαζικής αγοράς χρυσού από τις κεντρικές τράπεζες και της αυξανόμενης ανησυχίας των επενδυτών απέναντι στη σταθερότητα του δολαρίου και των χρηματοπιστωτικών αγορών.
Η άνοδος του χρυσού κατά 0,4% στα 3.001,2 δολ., ακολούθησε την ιστορική του τάση να λειτουργεί ως ασφαλές καταφύγιο σε περιόδους κρίσεων. Από την οικονομική κρίση του 2008 έως την πανδημία του 2020, το πολύτιμο μέταλλο έχει αναδειχθεί ως ένας αξιόπιστος δείκτης παγκόσμιας αβεβαιότητας. Η πρόσφατη εκτίναξη των τιμών, που έφερε τον χρυσό από τα 2.000 στα 3.000 δολάρια μέσα σε μόλις δύο χρόνια, σχετίζεται με τη νομισματική πολιτική των κεντρικών τραπεζών, οι οποίες στράφηκαν μαζικά στην αγορά χρυσού, αναζητώντας εναλλακτική λύση απέναντι στο δολάριο.
Μεγάλες οικονομίες όπως η Κίνα, η Πολωνία, η Ινδία και η Τουρκία ηγήθηκαν αυτής της στρατηγικής, αυξάνοντας σημαντικά τα αποθέματά τους. Από το 2022, οι αγορές χρυσού από τις κεντρικές τράπεζες έχουν διπλασιαστεί, αγγίζοντας τους 1.000 τόνους ετησίως, με αποτέλεσμα τη διαμόρφωση μιας νέας πραγματικότητας στην αγορά πολύτιμων μετάλλων.
Η εμπορική πολιτική Τραμπ και οι επιπτώσεις
Η επιβολή δασμών από τον Τραμπ, που στοχεύουν όχι μόνο την Κίνα αλλά και συμμάχους των ΗΠΑ, όπως ο Καναδάς, το Μεξικό και η ΕΕ, δημιούργησε ένα κλίμα εμπορικής αβεβαιότητας. Η απάντηση των επενδυτών ήταν η αναζήτηση ασφαλών τοποθετήσεων, με τον χρυσό να αποτελεί την κορυφαία επιλογή. Επιπλέον, οι δασμοί προκάλεσαν τεράστιες εισροές χρυσού στις ΗΠΑ, με περισσότερες από 23 εκατομμύρια ουγγιές, αξίας περίπου 70 δισεκατομμυρίων δολαρίων, να έχουν μεταφερθεί σε αμερικανικές αποθήκες από την ημέρα των εκλογών μέχρι τα μέσα Μαρτίου του 2025.
Η στρατηγική του Τραμπ να επαναδιαμορφώσει το παγκόσμιο εμπόριο, φτάνοντας μέχρι και να απειλήσει με οικονομικά και στρατιωτικά μέτρα για τον έλεγχο περιοχών όπως η Γροιλανδία και η Διώρυγα του Παναμά, έχει αυξήσει τον κίνδυνο διατάραξης του διεθνούς οικονομικού συστήματος. Η πρόταση της αμερικανικής κυβέρνησης για την ανοικοδόμηση της Γάζας, καθώς και η αιφνιδιαστική της στάση στις διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία για την Ουκρανία, έχουν ενισχύσει το κλίμα αβεβαιότητας.
Χρυσός, Δολάριο και Πληθωρισμός
Παρά το γεγονός ότι οι αυξήσεις επιτοκίων και η ενίσχυση του δολαρίου ιστορικά πιέζουν προς τα κάτω την τιμή του χρυσού, αυτή τη φορά οι παράγοντες αυτοί αντί να φρενάρουν την άνοδο, την ενίσχυσαν. Η υποχώρηση του γουάν έναντι του δολαρίου ώθησε τους Κινέζους επενδυτές να αγοράσουν περισσότερο χρυσό, ενώ η διατήρηση υψηλού πληθωρισμού διεθνώς αύξησε την ελκυστικότητα του μετάλλου ως μέσο διατήρησης αξίας.
Αξιοσημείωτο είναι ότι το ράλι του χρυσού ξεπέρασε ακόμη και την απόδοση του S&P 500, το οποίο αν και τετραπλασίασε την αξία του τα τελευταία 25 χρόνια, υπολείπεται του δεκαπλασιασμού της τιμής του χρυσού στο ίδιο διάστημα. Η επενδυτική ψυχολογία έπαιξε επίσης καθοριστικό ρόλο, καθώς πολλοί επενδυτές που είχαν χάσει την ευκαιρία να αγοράσουν χρυσό στις προηγούμενες τιμές, έσπευσαν να επενδύσουν όταν το μέταλλο ξεπέρασε τα 2.400 και τα 2.500 δολάρια, τροφοδοτώντας περαιτέρω την άνοδό του.
Το Μέλλον του Χρυσού: Μπορεί να Φτάσει τα 3.500 Δολάρια;
Αν και η τιμή του χρυσού σημείωσε ιστορικό υψηλό, δεν έχει φτάσει ακόμη το ανώτατο επίπεδο σε πραγματικούς όρους. Μετά την κρίση του 1980, η τιμή του χρυσού σε προσαρμοσμένη αξία πληθωρισμού άγγιξε τα 3.800 δολάρια. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει ακόμη περιθώριο ανόδου, με αρκετούς αναλυτές να εκτιμούν πως η τιμή μπορεί να φτάσει τα 3.500 δολάρια ανά ουγγιά, εφόσον η επενδυτική ζήτηση αυξηθεί κατά 10%.
Η αναδυόμενη αγορά του χρυσού αντικατοπτρίζει την αυξανόμενη δυσπιστία απέναντι στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα και τις παραδοσιακές επενδύσεις. Εάν η πολιτική αβεβαιότητα και οι γεωπολιτικές εντάσεις συνεχιστούν, η ζήτηση για χρυσό ως ασφαλές καταφύγιο θα ενισχυθεί περαιτέρω, καθιστώντας το μέταλλο έναν από τους πιο ελκυστικούς επενδυτικούς προορισμούς για το 2025 και τα επόμενα χρόνια.