Ιδιωτικοί χρηματιστηριακοί οίκοι και ισχυρές τράπεζες στη Δύση ποντάρουν σε μια επιστροφή περιουσιακών στοιχείων (assets) της Ρωσίας στις διεθνείς αγορές εάν ο πρόεδρος της χώρας, Βλαντιμίρ Πούτιν, πείσει τον Αμερικανό ομόλογο του, Ντόναλντ Τραμπ, να άρει έστω ορισμένες τραπεζικές κυρώσεις, ώστε να διευκολυνθούν συναλλαγές σε όρους δολαρίου. Οι προσδοκίες αυτές από μερίδα επενδυτών, που φλερτάρουν με τον κίνδυνο, καλλιεργούνται καθώς η κυβέρνηση των Ρεπουμπλικάνων έχει αναπτύξει μια πρωτοφανή εγγύτητα στο καθεστώς του Κρεμλίνου προς τη μεγάλη έκπληξη των Ευρωπαίων συμμάχων και του Κιέβου. Προεκλογικά ο Τραμπ υποσχέθηκε τον άμεσο τερματισμό του πολέμου, ενώ μέλη της κυβέρνησής του έχουν ταχθεί υπέρ της αποχώρησης των ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ.
Μέχρι πρότινος ακόμη και μια χαλάρωση των αμερικανικών και ευρωπαϊκών κυρώσεων εις βάρος της Ρωσίας ήταν απόμακρο σενάριο, καθώς η Δύση συμπαραστέκονταν ενωμένη στην Ουκρανία, που πολεμά εδώ και μια τριετία τη ρωσική εισβολή. Εκτός της δραματικής αλλαγής στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ προς όφελος της Μόσχας, ελλοχεύει αμεσότερος κίνδυνος να μην καταφέρει η Ε.Ε να διατηρήσει εν ενεργεία τις κυρώσεις εις βάρος του καθεστώτος του Κρεμλίνου λόγω της φιλορωσικής στάσης που διατηρεί η Ουγγαρία. Στην περίπτωση που η Ουγγαρία ασκήσει βέτο στην ισχύ των κυρώσεων για ένα ακόμη εξάμηνο, τότε ελλοχεύει κίνδυνος να διαφύγουν μαζικά περιουσιακά στοιχεία από την Ευρώπη.
Μέχρι σήμερα, ο πρωθυπουργός της χώρας, Βίκτορ Όρμπαν, δεν έχει μπλοκάρει την ανανέωση κυρώσεων της Ε.Ε σε πάνω από 2.400 άτομα και εταιρείες της Ρωσίας παρά τις απειλές του. Όμως δεν είναι βέβαιο εάν θα δώσει τη συγκατάθεση του έως την προθεσμία της 15ης Μαρτίου. Σύμφωνα με τους Financial Times, η Ουγγαρία απείλησε πως δεν θα ασκήσει βέτο εάν η Ε.Ε δεν απομακρύνει από τη λίστα τον Ρώσο ολιγάρχη, Μίκαϊλ Φρίντμαν. Πηγές της European Pravda στην Ουκρανία, παράλληλα, είχαν αποκαλύψει πως υψηλοί αξιωματούχοι στην Ε.Ε ήδη προσπαθούν να βρουν έναν συμβιβασμό πριν τη λήξη της προθεσμίας το Σάββατο. Σ΄ αυτό το σημείο αξίζει να διευκρινίσουμε πως είναι διαφορετικά τα μέτρα της Ε.Ε εις βάρος της ρωσικής οικονομίας, συμπεριλαμβανομένου του παγώματος των συναλλαγματικών αποθεμάτων των 200 δισ. ευρώ. Η ανανέωση των μέτρων αυτών είναι δρομολογημένη για τον Ιούλιο.
Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες του Bloomberg, η ζήτηση για τα περιουσιακά στοιχεία της Ρωσίας ποικίλει από ομόλογα της Gazprom, του μονοπωλίου φυσικού αερίου, μέχρι προθεσμιακά συμβόλαια, που δεν υπόκεινται σε κυρώσεις, διότι δεν συνδέονται άμεσα με νομικά ή φυσικά πρόσωπα. Παρατηρείται «μια επιθετική αναζήτηση για τίτλους που έχουν εκδοθεί από ρωσικές οντότητες ανά τον κόσμο», δήλωσε ο Ευγένιος Κόγκαν, επενδυτικός τραπεζίτης στη Μόσχα στο Bloomberg.
Μετά τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν εξαιτίας της εισβολής στην Ουκρανία προ τριετίας, η Ρωσία επανήλθε στη διεθνή σκηνή μετά την 90λέπτη τηλεφωνική συνομιλία του Πούτιν με τον Τραμπ στις 12 Φεβρουαρίου, δηλαδή λιγότερο από έναν μήνα μετά την ορκωμοσία του Αμερικανικού προέδρου στις 20 Ιανουαρίου. Τότε ζητήθηκε η πιθανότητα εκεχειρίας ανάμεσα στη Μόσχα και το Κίεβο, με τις ΗΠΑ να ξεκινούν τις διαπραγματεύσεις δίχως το Κίεβο ή την Ε.Ε και έτσι να δίνουν ένα τεράστιο πλεονέκτημα στη Ρωσία. Το περιοδικό Fortune είχε αποκαλύψει από τον Φεβρουάριο πως η Goldman Sachs και η JPMorgan Chase συγκαταλέγονται στις τράπεζες που λειτουργούν ως διαμεσολαβητές ώστε να ικανοποιήσουν τον επενδυτικό ενδιαφέρον για τη διαπραγμάτευση περιουσιακών στοιχείων που συσχετίζονται με τη Ρωσία.
Δεν είναι τυχαίο που το ρούβλι αναρριχήθηκε στο υψηλό εξαμήνου και ειδικότερα στα 86,6 έναντι του δολαρίου στις 25 Φεβρουαρίου, την ημέρα που συναντήθηκαν Ρώσοι και Αμερικανοί αξιωματούχοι για δεύτερη φορά στο Ριάντ. Σήμερα, ωστόσο, το ρούβλι έχει αποδυναμωθεί στα 90 έναντι του δολαρίου, αν και διατηρεί τα ετήσια κέρδη του, αφού ο Τραμπ σκλήρυνε τη στάση του απέναντι στη Μόσχα. Μετά από μια εποικοδομητική συνάντηση μεταξύ Αμερικανών και Ουκρανών το βράδυ της Τρίτης στην Τζέντα της Σαουδικής Αραβίας, ο Τραμπ προειδοποίησε τη Μόσχα ότι θα επιβληθούν νέες τραπεζικές κυρώσεις εάν υπάρξουν καθυστερήσεις εκ μέρους του Κρεμλίνου για μια εκεχειρία με το Κίεβο.
Κατόπιν τούτου, ο χρηματιστηριακός δείκτης MOEX υποχώρησε κάτω από τις 3.150 μονάδες από τις 3.326 μονάδες που είχαν καταγραφεί στις 25 Φεβρουαρίου και ήταν το υψηλό εννέα μηνών. Ελπίδες για την άρση έστω και μέρους των αμερικανικών κυρώσεων εις βάρος της Ρωσίας αντικαταστάθηκαν από ανησυχίες πως θα υπάρξουν νέα περιοριστικά μέτρα, με αποτέλεσμα οι μετοχές των ενεργειακών κολοσσών Lukoil, Rosneft και Gazprom να διαγράφουν μέρος των κερδών που σημείωσαν την προηγούμενη περίοδο. Παρότι, όμως, η μετοχή της Gazprom έχει υποχωρήσει 2,91% μέσα στον Μάρτιο αλλά ενισχυθεί 1,31% από τις αρχές του έτους.