THEPOWERGAME
Η εμμονή της Γερμανίας για δημοσιονομική λιτότητα και η άρνηση της ενθαρρύνει μεγαλύτερη ενοποίηση στην Ευρώπη κινδυνεύουν να παγιδέψουν την οικονομία της και την υπόλοιπη Ευρωζώνη σε μεγαλύτερα προβλήματα την ώρα που είναι αναγκαία η αύξηση των δημοσίων δαπανών για την άμυνα και την αναδιάρθρωση της βιομηχανικής της βάσης. Με τον όμιλο χημικών BASF και προσφάτως την ιστορική αυτοκινητοβιομηχανία Volkswagen να περιορίζουν δραματικά την παρουσία τους στην εγχώρια οικονομία, ένας νέος κυβερνητικός συνασπισμός στη Γερμανία θα πρέπει να ανατρέψει την παγιωμένη τακτική της συγκράτησης των δημοσιονομικών δαπανών.
Ανέκαθεν η αυστηρότητα στη διαχείριση του προϋπολογισμού ήταν ένα ατού της Γερμανίας που επιβραβευόταν από τις αγορές, οδηγώντας τις αποδόσεις τους ακόμη και σε αρνητικό πρόσημο κατά τη διάρκεια της κρίσης δημοσίου χρέους της Ευρωζώνης λόγω της ισχυρής ζήτησης. Δηλαδή η αξία των κρατικών ομολόγων της Γερμανίας ως επενδυτικό καταφύγιο είναι τόσο αδιαμφισβήτητη που οι επενδυτές ήταν διατεθειμένοι να υποστούν απώλεια στην απόδοση για να εξασφαλίσουν τα κεφάλαια τους. Σήμερα, όμως, οι αγορές τάσσονται υπέρ μιας αύξησης του δημοσίου χρέους στη Γερμανία, όπως φαίνεται από την άνοδο των αποδόσεων στα 10ετή ομόλογα από το 0,75% τον Ιούλιο του 2022 στο 2,34% αυτήν τη Δευτέρα.
Μετά την κατάρρευση του κυβερνητικού συνασπισμού των Σοσιαλδημοκρατών, των Πρασίνων και των Φιλελεύθερων την περασμένη εβδομάδα, ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς είναι πρόθυμος να επισπεύσει τις διαδικασίες για τις πρόωρες εκλογές και να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης στην Bundestag πριν από τα Χριστούγεννα. Ο λόγος διάλυσης του κυβερνητικού συνασπισμού ήταν η απόλυση του υπουργού Οικονομικών, Κρίστιαν Λίντνερ, που είναι επίσης ηγέτης των Φιλελεύθερων. Ο Λίντνερ αντιτίθεται σε μια επεκτατική δημοσιονομική πολιτική που είναι αναγκαία για την άμυνα, την στρατιωτική στήριξη της Ουκρανίας και την αναδιάρθρωση της οικονομίας. Όμως με τον Ντόναλντ Τραμπ να επιστρέφει στον Λευκό Οίκο, η Ευρώπη και η Γερμανία δεν έχουν περιθώρια για να χρονοτριβούν καθώς ο νέος Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος των ΗΠΑ οδηγεί τη χώρα του στη εσωστρέφεια. Οι πρόσφατες εκθέσεις των Λέτα και Ντράγκι για το μέλλον της Ευρώπης λειτουργούν ως προειδοποιητικές βολές.
Δυόμιση χρόνια μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, είναι σαφές πως η Γερμανία έχασε το συγκριτικό πλεονέκτημα της φθηνής ενέργειας που ελάμβανε από τη Gazprom. Από αυτό το σημείο και έπειτα, όμως, ο πολιτικός κόσμος στη Γερμανία και ειδικότερα τα ισχυρά κόμματα που κινούν τα νήματα τις τελευταίες δεκαετίες θα πρέπει να θωρακίσουν την οικονομία και την κοινωνία με μια γενναία δημοσιονομική πολιτική. Μόνον έτσι είναι πιθανότερο να αποδυναμωθεί η ακροδεξιά, η ενίσχυση της οποίας αντανακλά τη μεγάλη δυσαρέσκεια της κοινής γνώμης λόγω ακρίβειας και μεταναστευτικού. Με το δημόσιο χρέος στο 62% ως προς το ΑΕΠ το 2023, η Γερμανία έχει τα περιθώρια να λειτουργήσει ενωτικά σε εσωτερικό και κατ’ επέκταση σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Διαβάστε επίσης
Σούπερ μάρκετ: Νικητές και ηττημένοι στη μάχη του ανταγωνισμού
Βιομηχανία ευεξίας: Εκρηκτική ανάπτυξη στα 6,3 τρισ.
Πότε έρχεται ο ενεργειακός χάρτης για τα data centers