THEPOWERGAME
Επί χρόνια, πολλοί αναλυτές επέκριναν το bitcoin ως τη χειρότερη για απάτη και στην καλύτερη περίπτωση για μια αδύναμη επένδυση που δεν έχει εφαρμογή στον πραγματικό κόσμο. Ήταν με λίγα λόγια για αυτούς, ένα μέσο κερδοσκοπίας.
Ωστόσο, τα πράγματα άλλαξαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας και από τον Νοέμβριο μέχρι και τον Απρίλιο, η αξία του μεγαλύτερου κρυπτονομίσματος του πλανήτη έσπαγε το ένα ρεκόρ μετά το άλλο. Μέσα σε τρεις μήνες από το σπάσιμο του φράγματος των 20.000 δολαρίων, το bitcoin έφτασε να σπάει και εκείνο των 60.000.
Αναλυτές των αγορών, ερμήνευαν την άνοδο αυτή, ως προστασία απέναντι σε έναν ενδεχόμενο πληθωριστικό κίνδυνο, καθώς κυβερνήσεις και κεντρικές τράπεζες επί έναν σχεδόν χρόνο προχωρούν σε πακέτα οικονομική στήριξης των πληττόμενων από τα lockdowns νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
«Θα υπάρξει αναζήτηση για εναλλακτικά νομίσματα λόγω της σταθερής απομείωσης της αξίας του χρήματος που κυκλοφορεί», ανέφεραν στις 17 Δεκεμβρίου, αναλυτές της Deutsche Bank σε σημείωμά τους, προσθέτοντας ότι διαφαινόταν πως θα εξακολουθούσε να υπάρχει μεγάλη ζήτηση για το bitcoin.
Ωστόσο, τα πράγματα άλλαξαν δραματικά, όταν στις 13 Μαΐου, ο ιδρυτής της Tesla Έλον Μασκ με μία μόνο ανάρτησή του αποκαθήλωσε την κυριαρχία του bitcoin, η κατακρύλα του οποίου συμπαρέσυρε και όλα τα άλλα κρυπτονομίσματα. Υπενθυμίζεται ότι ο μεγιστάνας είχε γνωστοποιήσει την απόφαση της εταιρείας του να μην συναλλάσσεται πλέον με bitcoin ως μέσου πληρωμής για τα ηλεκτρονικά αυτοκίνητά της, λόγω του περιβαλλοντικού του αποτυπώματος. Βέβαια, ο ίδιος, όπως πάλι ανακοίνωσε χτες μέσω Twitter δεν πουλά τα κρυπτονομίσματα που έχει στην κατοχή του.
Όπως γράφει και ο ειδικός επί της εταιρικής διακυβέρνησης στις ΗΠΑ Lawrence A. Cunningham στο Market Watch, οι επενδυτές που μέσω των Social Media, προωθούν μικρομετοχές τύπου GameStop και κρυπτονομίσματα όπως το Bitcoin και το Dogecoin, σίγουρα δεν είναι ποιοτικοί επενδυτές.
Οι περισσότεροι από αυτούς που επενδύουν μόνο σε κρυπτονομίσματα δεν έχουν την ανάλογη εξοικείωση με τη συμπεριφορά των αγορών ή τη θεωρία της επένδυσης, σχολιάζει ο Αμερικανός συγγραφέας και προσθέτει πως η συμπεριφορά τους μπορεί στην πλειονότητά της να ερμηνευτεί από έναν νέο κλάδο της οικονομικής επιστήμης που ονομάζεται «identity economics», όπως και το ομώνυμο βιβλίο του 2010 των Τζορτζ Άκεροφ και Ρέιτσελ Κράντον.
Ιdentity economics: Η «κοινότητα της κρυπτολατρείας» βάζει σε σκέψη τους επενδυτές
Τα identity economics επιχειρούν να δώσουν απάντηση κι ερμηνεία στην παράλογη οικονομική συμπεριφορά. Για παράδειγμα, οι άνθρωποι εκτιμούν τη συνεργασία με συγκεκριμένους συναδέλφους σε μια συγκεκριμένη εταιρεία, όταν μοιράζονται διακριτικούς κανόνες και στόχους. Όταν οι εργαζόμενοι αισθάνονται ότι έχουν μια κοινή αποστολή, αυτή η αίσθηση ικανοποίησης αντισταθμίζει έναν χαμηλότερο μισθό. Αυτός είναι ένας λόγος για τον οποίο τα τμήματα Ανθρώπινου Δυναμικού επενδύουν σε αντικείμενα εταιρικής κουλτούρας.
Κάτι παρόμοιο συντελείται και με τα κρυπτονομίσματα. Όπως οι εργαζόμενοι αισθάνονται καλά σε ένα συγκεκριμένο περιβάλλον κι ας αμείβονται με λίγα χρήματα, έτσι και οι επενδυτές των κρυπτονομισμάτων ποντάρουν το κεφάλαιό τους στα πιο ριψοκίνδυνα bets, χωρίς να λαμβάνουν εκ των προτέρων υπόψη τους τις ελάχιστες αποδόσεις. Αυτή η «κοινότητα» των «τζογαδόρων επενδυτών» μοιράζονται έναν κωδικό και μια γλώσσα: «HODL» ή «θα φτάσω στο φεγγάρι». Οι αφοσιωμένοι στο dogecoin αποκαλούν τους εαυτούς τους «subshibers» από τη ράτσα SHIBA INU που είναι το σήμα του κρυπτονομίσματος. Κι έτσι ακριβώς όπως οι εργαζόμενοι αναπτύσσουν μια μεταξύ τους συναδελφική κουλτούρα με στόχο την κορυφή της εταιρείας, έτσι και οι «subshibers» έχουν αφιερωθεί στην επιτυχία του dogecoin.
Αυτή ακριβώς η κρυπτολατρεία είναι που βάζει σε σκέψεις τους επενδυτές, αναφέρει ο Lawrence A. Cunningham. Για αυτούς που παρακολουθούν τους χρηματιστηριακούς δείκτες, η παρουσία των κρυπτονομισμάτων προσθέτει μια συνεχή μεταβλητότητα στην ήδη συνεχώς κινούμενη αγορά. Οι short-sellers επικεντρώνονται σε βραχυπρόθεσμες επενδύσεις και κέρδη, κάτι που συνεπάγεται και μεγαλύτερα και πιο σοβαρά ρίσκα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η περίπτωση του GameStop στις αρχές του χρόνου.
Ακόμη και ποιοτικοί επενδυτές, που ενδιαφέρονται περισσότερο για την αξία των επιχειρήσεων παρά τις τιμές της αγοράς, αντιμετωπίζουν και αυτοί αντιξοότητες από τη σοβαρότητα της μετάδοσης του κινδύνου. Εξάλλου, τα identity economics δύνανται να επηρεάσουν και τις τιμές και τις αποδόσεις των επενδύσεων οπουδήποτε στον κόσμο, ανεξαρτήτως των εκάστοτε επιχειρηματικών χαρακτηριστικών ή ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων.
Κατά τον Cunningham, οι παραδοσιακοί επενδυτές θα πρέπει να μελετήσουν αυτή την «κοινότητα των επενδυτών σε κρυπτονομίσματα» προκειμένου να αξιολογήσουν τον κίνδυνο και να βρεθούν σε θέση να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις που θα προκύψουν.