THEPOWERGAME
Οι τιτάνες της Wall Street επιλέγουν πολιτικά στρατόπεδα όσο στενεύουν τα χρονικά περιθώρια για τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ. Η αναμέτρηση του επόμενου Νοεμβρίου αναμένεται να είναι μια από τις κρισιμότερες των τελευταίων γενεών, με την οικονομική ατζέντα του Τζο Μπάιντεν, νυν προέδρου των ΗΠΑ και υποψηφίου των Δημοκρατικών, και αυτήν του Ντόνανλτ Τραμπ, πρώην πρόεδρου και υποψηφίου των Ρεπουμπλικάνων, να βρίσκονται στο μικροσκόπιο. Αν και οι ΗΠΑ παρουσιάζουν θετικές επιδόσεις στην ανάπτυξη και τις αγορές, το κόστος διαβίωσης των Αμερικανών δέχεται πιέσεις λόγω του πληθωρισμού που απέχει από τον στόχο παρά τη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής.
Μολονότι οι δικαστικές περιπέτειες του Τραμπ συνεχίζονται εν μέσω της προεκλογικής περιόδου, δεν έχουν επαληθευτεί φόβοι που ήθελαν τους υποστηρικτές και κατ’ επέκταση χορηγούς του να τρέπονται σε φυγή. Απεναντίας, ο Στίβεν Σβάρτσμαν, επικεφαλής του επενδυτικού κολοσσού Blackstone, ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα πως θα στηρίξει τον Τραμπ στις προεδρικές εκλογές του 2024. Πρόκειται για μια αλλαγή πλεύσης 180 μοιρών από τις εκλογές του 2020, όπου ο Σβάρτσμαν μαζί με άλλους χορηγούς των Ρεπουμλικάνων από τη Wall Street αποστασιοποιήθηκαν μετά την άρνηση του Τραμπ να αποδεχτεί το εκλογικό αποτέλεσμα και τις προσπάθειες υποστηρικτών του να εισβάλουν στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου του 2020. Όπως δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της Blackstone, το ενεργητικό της οποίας υπερβαίνει τα 40 δισ. ευρώ, «η ανησυχία της πλειοψηφίας των Αμερικανών είναι πως η οικονομική, μεταναστευτική και εξωτερική πολιτική ακολουθούν λανθασμένη κατεύθυνση».
Την υποστήριξη του στον Τραμπ έδωσε και ο Νέλσον Πελτζ, ένας ακόμη μεγαλοεπενδυτής της Wall Street και ιδρυτής της Trian Fund Management, η οποία διαθέτει ενεργητικό 8,5 δισ. δολαρίων. Εκτός των άλλων, ο Νέλσον Πελτζ είναι επίσης μέτοχος της Disney, εκφράζοντας πρόσφατα δημόσια την αντίθεση του με την «ακροαριστερή» διοίκηση του ομίλου στο τηλεοπτικό δίκτυο Fox News που έχει στηρίξει τον Τραμπ. Η Disney έχει συγκρουστεί με τον κυβερνήτη της πολιτείας της Φλόριντα και Ρεπουμπλικάνο, Ρον ντε Σάντις, με αφορμή νόμο που πέρασε πρόσφατα για τα Γονικά Δικαιώματα στην Εκπαίδευση. Εργαζόμενοι της Disney έκριναν αναχρονιστικό τον νόμο διότι περιορίζει τη συζήτηση για τον σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου στο σχολείο.
Στον αντίποδα των κ.κ Σβάρτσμαν και Πέλτζ βρίσκεται ο Μπιλ Γκρος, ένας από τους μακροβιότερους τιτάνες της Wall Street. «Η εκλογή του Τραμπ θα ήταν πιο επιβλαβής στις αγορές ομολόγων των ΗΠΑ» είπε ο Γκρος στο πλαίσιο συνέντευξης που δημοσιεύτηκε την Κυριακή στους Financial Times. «Ο Τραμπ είναι πιο «αρνητικός απλά επειδή τα προγράμματά του προωθούν τη συνέχιση των περικοπών φόρων και την αύξηση των δαπανών που επωμίζεται το κράτος» δήλωσε επίσης ο 80χρόνος «βασιλιάς των αγορών ομολόγων» που υπήρξε ιδρυτής του κολοσσού PIMCO. Επί σειρά ετών, ο Γκρος διηύθυνε το Total Return Fund, το οποίο επικεντρώνεται σε τίτλους σταθερού εισοδήματος με υφιστάμενα κεφάλαια της τάξεως των 51 δισ. δολαρίων.
Μετά τις μεγάλες περικοπές στη φορολογία επί προεδρίας Τραμπ, τα γενναιόδωρα δημοσιονομικά προγράμματα που πέρασε ο Τζο Μπάιντεν και την αύξηση των επιτοκίων από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed), το δημοσιονομικό έλλειμμα των ΗΠΑ έχει αυξηθεί κατακόρυφα μαζί με το κόστος δανεισμού για το κράτος.
Η απόδοση του 10ετούς κρατικού ομολόγου αναρριχήθηκε τη Δευτέρα στο 4,49% από το 3,5% περίπου έναν χρόνο πριν. Ενώ μειώνονται οι πιθανότητες για μια άμεση μείωση των επιτοκίων από τη Fed, η περσινή υποβάθμιση της προοπτικής της αμερικανικής οικονομίας από τη Moody’s σε «αρνητική» είναι μια δυσάρεστη υπενθύμιση για τους υποψηφίους Μπάιντεν και Τραμπ πως απαιτείται δημοσιονομική πειθαρχία.
Οπότε τα σχόλια του Γκρος έχουν μεγάλη βαρύτητα σε μια περίοδο που απέχει έξι μήνες από τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ και λίγες ημέρες πριν ξεκινήσουν οι διαβουλεύσεις των ενόρκων στη δίκη όπου ο Τραμπ κατηγορείται πως πλήρωσε με 130.000 δολάρια την πορνοστάρ Στόρμι Ντάνιελς με αντάλλαγμα τη σιωπή της όσο βρισκόταν σε εξέλιξη η προεκλογική εκστρατεία του 2016.
Ο Τραμπ, του οποίου η δημοτικότητα είναι ισχυρότερη από αυτήν του Μπάιντεν στις πιο πολλές δημοσκοπήσεις, έχει υποσχεθεί πως θα μονιμοποιήσει τις φορολογικές περικοπές που πέρασε το 2017 και οι οποίες υπολογίζεται πως θα κοστίσουν στο αμερικανικό δημόσιο 4 τρισ. δολάρια μέσα στην επόμενη δεκαετία. Ήδη, το δημοσιονομικό έλλειμμα έφθασε πέρυσι το 8,8% από το 4,1% που είχε καταγραφεί το 2022. Ο Γκρος είπε πως το έλλειμμα στον προϋπολογισμό είναι ο «βασικός ένοχος» που θα ασκήσει πιέσεις στις αγορές.
Διαβάστε επίσης:
Βιλερουά: Να μην αποκλείσει η ΕΚΤ δεύτερη μείωση επιτοκίων τον Ιούλιο
Noval Property: Λήξη 5ης περιόδου εκτοκισμού πράσινου ομολόγου
Ευ. Μυτιληναίος: Επενδύουμε 3 δισ. σε έργα ΑΠΕ στην Ιταλία