THEPOWERGAME
Εκτός από χώρες με γνωστά και σημαντικά οικονομικά προβλήματα, όπως η Αργεντινή, ο Ισημερινός και η Αίγυπτος, που κινδυνεύουν σχεδόν μόνιμα τα τελευταία χρόνια με χρεοκοπία, υφίστανται και ορισμένες ανεπτυγμένες οικονομίες, οι οποίες συγκαταλέγονται στις μεγαλύτερες του κόσμου και θεωρούνται ευάλωτες σε περιβάλλον υψηλών επιτοκίων. Είναι χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Γαλλία, η Μεγάλη Βρετανία και η Ιταλία, που δεν κινδυνεύουν με χρεοκοπία, αλλά θα μπορούσαν να δουν τη δημοσιονομική τους θέση να επιδεινώνεται αισθητά.
Η άνοδος των ομολογιακών αποδόσεων είναι προφανές ότι αυξάνει το κόστος εξυπηρέτησης των κρατικών χρεών. Η εξέλιξη αυτή έρχεται σε μία εποχή που μέσω του QE έχει ουσιαστικά μικρύνει η μέση λήξη των κρατικών ομολόγων και έχει αυξηθεί η ταχύτητα με την οποία η άνοδος των επιτοκίων περνάει στο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους. Αυτό συνέβη γιατί κατά τη διάρκεια των προγραμμάτων QE τα ομόλογα μεγαλύτερης διάρκειας αντικαταστάθηκαν από αποθεματικά των κεντρικών τραπεζών που είχαν κυμαινόμενο επιτόκιο.
Σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας, η κατά 1 ποσοστιαία μονάδα άνοδος των βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων επιτοκίων οδηγεί σε αύξηση τον κρατικό δανεισμό και των δύο χωρών με ποσό που αντιστοιχεί στο 0,5% του ΑΕΠ. Καθώς θα λήγουν τα μεγαλύτερης διάρκειας ομόλογα θα μεγαλώνει και ο λογαριασμός των υψηλότερων επιτοκίων. Έως το 2027 η άνοδος των επιτοκίων κατά 1% θα αυξάνει τον κρατικό δανεισμό σε ΗΠΑ και Μ. Βρετανία με το ισόποσο του 0,7%-0,8% του ΑΕΠ.
Ισχυροί παράγοντες του επιχειρηματικού κόσμου και των αγορών έχουν προειδοποιήσει ότι η υπερβολική συσσώρευση χρέους, τώρα που τα επιτόκια αυξήθηκαν και θα παραμείνουν υψηλά, είναι ένας από τους παράγοντες που απειλούν με μια νέα παγκόσμια κρίση.
Το παγκόσμιο sell-off στα ομόλογα και η άνοδος των αποδόσεων απειλεί τη βιωσιμότητα των κρατικών χρεών. Όσο αυξάνεται το δημόσιο χρέος μιας χώρας, ιδιαίτερα σε περιβάλλον υψηλότερων επιτοκίων, τόσο πιο επιφυλακτικές γίνονται οι αγορές στο να δανείσουν τη χώρα αυτήν. Έτσι διογκώνονται τα προβλήματα και επιδεινώνεται σημαντικά η θέση της χώρας στη διεθνή σκηνή. Δυσκολεύεται να σηκώσει κεφάλαια από τις αγορές και να καλύψει τις ανάγκες του προϋπολογισμού της και η κρίση είναι αναπόφευκτη.
Οι αγορές δείχνουν να έχουν μηδενική ανοχή στις υπερβολικές σπατάλες που απειλούν τη δημοσιονομική σταθερότητα, κάτι που δεν συνέβαινε πριν από την πανδημία, γιατί τότε τα επιτόκια ήταν μηδενικά και δεν υπήρχε επιτοκιακός κίνδυνος. Παρ’ όλα αυτά, οι αναλυτές δεν αναμένουν κάποια σοβαρή δημοσιονομική κρίση στον ανεπτυγμένο κόσμο.
Εκ πρώτης όψεως, οι ΗΠΑ είναι αυτές που εμφανίζουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο και ακολουθούν Γαλλία, Μ. Βρετανία και Ιταλία. Ο κίνδυνος για τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι να χάσουν την απόλυτη εμπιστοσύνη που απολαμβάνουν από τις αγορές. Ταυτόχρονα, όμως, οι ΗΠΑ έχουν ένα μεγάλο πλεονέκτημα σε σύγκριση με άλλα κράτη. Εκδίδουν ομόλογα σε δολάρια, που είναι το παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα. Η Ιαπωνία αποτελεί μία ακόμη ιδιαίτερη περίπτωση, γιατί ενώ εμφανίζει το υψηλότερο χρέος προς ΑΕΠ στον κόσμο, τα υψηλά επίπεδα αποταμίευσης στη χώρα τής επιτρέπουν να σηκώνει το υψηλό χρέος.
Αντιθέτως, μεγάλο είναι το πρόβλημα για τις χώρες της Ευρωζώνης, όπου η ύπαρξη νομισματικής ένωσης και η απουσία δημοσιονομικής ένωσης πιέζουν ασφυκτικά τις κυβερνήσεις των χωρών-μελών. Στην Ευρώπη η Γαλλία είναι η πιο ευάλωτη χώρα και ακολουθούν Μ. Βρετανία και Ιταλία. Όλες αυτές οι χώρες εμφανίζουν πρωτογενή ελλείμματα που δεν συνάδουν με τη διατήρηση σταθερών λόγων χρέους προς ΑΕΠ. Οι αγορές το γνωρίζουν και γι’ αυτό αν σημειωθεί κάποια δημοσιονομική κρίση σύντομα, πιθανότατα θα ευθύνονται οι αγορές, που θα αντιδρούν στη δημοσιονομική τους χαλαρότητα.