THEPOWERGAME
Η προειδοποίηση ήρθε ήδη από τον Ιανουάριο. Ο οίκος Standard & Poor’s επεσήμανε τότε πως περίπου οι μισές από τις μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη θα υποβαθμιστούν σε «junk» (σκουπίδι) ως προς την πιστοληπτική τους ικανότητα ως το 2060, αν δεν ληφθούν μέτρα για το κόστος του δημογραφικού. Εκτίμησε πως, ελλείψει μεταρρυθμίσεων για να αντιμετωπιστούν οι δημοσιονομικές επιπτώσεις της γήρανσης του πληθυσμού, μια τυπική κυβέρνηση (μεταξύ των μεγαλύτερων οικονομιών) θα φτάσει να έχει έλλειμμα που θα ανέρχεται στο 9,1% του ΑΕΠ ως το 2060, κάτι που θα αποτελούσε τεράστια αύξηση σε σχέση με το 2,4% το 2025. Ο οίκος προέβλεψε επίσης πως το κόστος πληρωμής των συντάξεων θα αυξηθεί μέχρι εκείνη την ημερομηνία (ελλείψει μέτρων πάντα) κατά 4,5% του ΑΕΠ, φτάνοντας το 9,5%, αν και οι διακυμάνσεις θα είναι μεγάλες από χώρα σε χώρα. Ανάμεσα στο 2022 και το 2060, οι δαπάνες για το σύστημα περίθαλψης θα μπορούσαν να ανέλθουν κατά 2,&% του ΑΕΠ για ένα «μέσο κράτος».
Σύμφωνα με τους αναλυτές, οι κεντροευρωπαϊκές και νοτιοευρωπαϊκές χώρες αντιμετωπίζουν ίσως τα χειρότερα δημογραφικά προβλήματα του πλανήτη, ενώ ειδικά στη Γερμανία, ο πληθυσμός γηράσκει με έναν από τους ταχύτερους ρυθμούς παγκοσμίως. Σημείωμα του Moody’s ανέφερε πως η πίεση για την γερμανική αγορά εργασίας είναι «ήδη εμφανής», προσθέτοντας πως: «η όποια ανάπτυξη θα εξασθενήσει περισσότερο μέσα στο έτος χωρίς μεταρρυθμίσεις».
Το πρόβλημα είναι πως με την αύξηση των επιτοκίων εξαιτίας του υψηλού πληθωρισμού, το δημογραφικό πρόβλημα αποτυπώνεται ήδη στις πιστοληπτικές αξιολογήσεις των κρατών. Τον κώδωνα του κινδύνου κρούουν οι Moody’s, S&P και Fitch. Η υποβάθμιση είναι πιθανή αν δεν έρθουν μεταρρυθμίσεις και μάλιστα σαρωτικές, κάτι που όμως από την άλλη πλευρά έχει οικονομικό κόστος για τους ίδιους τους πληθυσμούς, άμεση επίπτωση στην ποιότητα ζωής τους (και συνεπακόλουθα και πολιτικό κόστος για τις κυβερνήσεις). Από την άλλη, η στάση των οίκων αξιολόγησης είναι αμετακίνητη. O Οίκος Fitch υποβάθμσε την πιστοληπτική ικανότητα της Γαλλίας τον περασμένο μήνα, αναφέροντας πως τα δημοσιονομικά ελλείμματα που αναμένεται να εμφανίσει η Γαλλία για φέτος και το επόμενο έτος «είναι πολύ πάνω» από τα αναμενόμενα, προειδοποιώντας ότι η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού (σημείο τεράστιας αντίδρασης στη γαλλική κοινωνία) θα μπορούσε να καθυστερήσει.
«Στο παρελθόν, το δημογραφικό αποτελούσε μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη ανησυχία» επισημαίνει ο Ντίτμαρ Χόρνουνγκ, συνεργάτης γενικός διευθυντής στην Moody’s Investors Services. «Τώρα το μέλλον είναι ήδη μαζί μας και πλήττει ήδη τα εθνικά πιστοληπτικά προφίλ».
Οι οίκοι αξιολόγησης έχουν σημάνει συναγερμό και για το διαρθρωτικό έλλειμμα στο συνταξιοδοτικό της Ισπανίας, αλλά και για τη διαχείριση που γίνεται στη Γαλλία. «Παρότι το δημογραφικό εξελίσσεται με αργούς ρυθμούς, το πρόβλημα γίνεται όλο και πιο επείγον» σημειώνει ο Έντουαρντ Πάρκετ, παγκόσμιος επικεφαλής έρευνας στο συγκεκριμένο αντικείμενο για τον οίκο Fitch.
Στις ΗΠΑ, οι Ρεπουμπλικανοί πιέζουν ήδη στο Κογκρέσο για περικοπές στις δαπάνες και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στον προϋπολογισμό στα πλαίσια της αναμέτρησης που γίνεται αυτό τον καιρό αναφορικά με την αύξηση του ορίου δανεισμού για την εξυπηρέτηση του αμερικανικού δημοσίου χρέους.
Οι επιπτώσεις από το κόστος δανεισμού
Στην Ευρώπη, σύμφωνα με την Κομισιόν, το ποσοστό του πληθυσμού ηλικίας άνω των 65 ετών θα αυξηθεί από 20% σήμερα σε 30% ως το 2050. Η αύξηση το κόστους δανεισμού επηρεάζει τον αντίκτυπο που έχουν στην ανάπτυξη οι αλλαγές στα ποσοστά παραγωγικών ηλικιών στον πληθυσμό, και επιδρά στα δημόσια οικονομικά αυξάνοντας τα κόστη για την περίθαλψη και το συνταξιοδοτικό. Σύμφωνα με το Μάρκο Μερσνικ, επικεφαλής εθνικό αναλυτή για την S&P Global Ratings, με βάση τα stress test της S&P, ακόμη και αύξηση μίας ποσοστιαίας μονάδας στο κόστος δανεισμού θα μπορούσε να αυξήσει την αναλογία χρέους-ΑΕΠ στην Ιαπωνία, την Ιταλία, τη Βρετανία και τις ΗΠΑ κατά περίπου 40-60% ως το 2060!
«Πρόκειται για μια σημαντική αύξηση, που υπονοεί πως οι μεταρρυθμίσεις για να αντιμετωπιστούν οι πιέσεις της γήρανσης και άλλες δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις είναι απαραίτητες, αν οι κυβερνήσεις θέλουν το δημόσιο χρέος να παραμείνει βιώσιμο», πρόσθεσε.