THEPOWERGAME
Δυο συγκρουόμενες πραγματικότητες έχουν κλονίσει τις αγορές στο διάστημα μιας εβδομάδας, με τις δυσάρεστες εξελίξεις να διαδέχονται η μία την άλλη στον αμερικανικό τραπεζικό κλάδο. Οι επιπτώσεις της απότομης αύξησης των επιτοκίων εδώ και έναν χρόνο έγιναν εμφανείς στο χαρτοφυλάκιο ομολόγων της Silicon Valley Bank (SVB), δημιουργώντας αμφιβολίες για τη δυνατότητα των περιφερειακών τραπεζών των ΗΠΑ να καλύψουν τις υποχρεώσεις απέναντι στους καταθέτες τους.
Έκτος από την κατάρρευση των SVB και Signature Bank, στο μάτι του κυκλώνα βρέθηκε η Credit Suisse και η First Republic Bank (FRB), μη μπορώντας να ορθοποδήσουν χωρίς εξωτερική βοήθεια. Στην Ελβετία, η Credit Suisse δέχτηκε γραμμή πίστωσης 50 δισ. ελβετικών φράγκων την Τετάρτη και η First Republic έλαβε την Πέμπτη στήριξη 30 δισ. δολαρίων από τις 11 μεγαλύτερες τράπεζες των ΗΠΑ, μεταξύ των οποίων οι JPMorgan Chase, Bank of America, Citigroup, Goldman Sachs, και Morgan Stanley.
Παράλληλα, όμως, η μάχη ενάντια του πληθωρισμού είναι μεγάλη, με τον ΟΟΣΑ να προειδοποιεί την Παρασκευή πως παραμένει βασική απειλή για τις οικονομίες. Ο διεθνής οργανισμός παρότρυνε τις κεντρικές τράπεζες να μην οπισθοδρομήσουν από την αύξηση των επιτοκίων και να μην επηρεαστούν από το χάος που έχει προκληθεί στις αγορές. Ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΟΟΣΑ, Αλβάρο Περέιρα, εκτίμησε πως τα επιτόκια δεν θα μειωθούν πριν το 2024. Απευθυνόμενος στους Financial Times, τόνισε πως «δεν είμαστε στο 2008», εννοώντας την τελευταία χρηματοπιστωτική κρίση.
Πράγματι, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) την περασμένη Πέμπτη προχώρησε στην προαναγγελθείσα αύξηση των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης αντί των 25 μ.β που είχε εκτιμηθεί τις τελευταίες ημέρες. Εντούτοις, αν και αξιωματούχοι της ΕΚΤ έχουν τονίσει επανειλημμένα πως ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη παραμένει υψηλός, στην επίσημη ανακοίνωση της περασμένης Πέμπτης δεν ανέφεραν πως θα συνεχίσουν «να αυξάνουν τα επιτόκια σημαντικά σε σταθερό ρυθμό».
Απομένει να διαπιστωθεί εάν η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) και η Τράπεζα της Αγγλίας θα βάλουν νερό στο κρασί τους στις συνεδριάσεις της επόμενης εβδομάδας. Θα μετριάσουν τις αυξήσεις των επιτοκίων; Εδώ και ένα 12μήνο προκειμένου να συγκρατήσουν την αλματώδη άνοδο του πληθωρισμού, η Fed, η Τράπεζα της Αγγλίας και σε βραδύτερους ρυθμούς η ΕΚΤ προχώρησαν σε μεγάλη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής. Ως αποτέλεσμα, οι τιμές των ομολόγων που διατηρούν οι εμπορικές τράπεζες στα χαρτοφυλάκια τους είναι σήμερα χαμηλότερες σε σχέση έναν χρόνο πριν.
Μετά την κατάρρευση της SVB, οι καταθέτες στράφηκαν στις ισχυρότερες τράπεζες των ΗΠΑ για να θωρακίσουν την κινητή περιουσία τους. Έτσι δεν δυσκολεύτηκε ο Τζίμι Ντίμον, διευθύνων σύμβουλος της JPMorgan, να πείσει τους επικεφαλής των υπολοίπων ισχυρών του χρηματοπιστωτικού συστήματος των ΗΠΑ να συγκεντρώσουν 30 δισ. δολάρια για να στηρίξουν τη First Republic υπό τη μορφή καταθέσεων. Είχαν προηγηθεί διαβουλεύσεις με την υπουργό Οικονομικών, Τζάνετ Γιέλεν, η οποία πρότεινε αυτή τη λύση για να αποφευχθεί και το στίγμα ενός κρατικού πακέτου στήριξης, και τον πρόεδρο της Fed, Τζερόμ Πάουελ, σύμφωνα με το Bloomberg.
Με έδρα το Σαν Φρανσίσκο, η First Republic Bank θεωρήθηκε ο επόμενος αδύναμος κρίκος μετά την SVB διότι τα δυο τρίτα των καταθέσεων της υπερβαίνουν το πλαφόν των 250.000 δολαρίων που καλύπτεται σε περίπτωση χρεοκοπιών. Οι φόβοι επιβεβαιώθηκαν όταν Πέμπτη ανέστειλε την καταβολή μερίσματος. Ο διαχειριστής κεφαλαίων αντιστάθμισης κινδύνου (hedge funds), Μπιλ Άκμαν, περιέγραψε τις συντονισμένες ενέργειες των 11 ισχυρών τραπεζών των ΗΠΑ για τη στήριξη της First Republic ως «μια πλασματική ψήφο εμπιστοσύνης». Συμπλήρωσε πως «ο κίνδυνος χρεοκοπίας της FRB έχει πια διαχυθεί στις μεγαλύτερες μας τράπεζες».
Ισχυρό σημάδι των πιέσεων που δέχονται οι τράπεζες είναι το γεγονός ότι δανείστηκαν περίπου 160 δισ. δολάρια από τη Fed την εβδομάδα που έληξε στις 15 Μαρτίου, στο πλαίσιο των έκτακτων μέτρων για τη στήριξη του χρηματοπιστωτικού συστήματος που ελήφθησαν μετά την κατάρρευση των SVB και Signature Bank. Έως και την Παρασκευή εξακολουθούσε να επικρατεί μεγάλη ανασφάλεια στον τραπεζικό κλάδο, με τον πανευρωπαϊκό τραπεζικό δείκτη Euro Stoxx Bank Index να υποχωρεί κατά 2,8% και τη μετοχή της Credit Suisse κατά 8%. Οι χρηματιστηριακοί δείκτες Cac-40 και Dax έκλεισαν με πτώση 1,4% και 1,3%, αντίστοιχα. Η Wall Street αμφιταλαντεύονταν με απώλειες των Dow Jones, S&P 500 και Nasdaq από 0,76% έως και 1,29% λίγο πριν το κλείσιμο, με τη μετοχή της FRB να χάνει πάνω από 30%.