THEPOWERGAME
Με αγωνία παρακολουθούν οι επενδυτές τις εξελίξεις στον τραπεζικό κλάδο των ΗΠΑ και της Ευρώπης, με τις ρυθμιστικές αρχές μέχρι στιγμής να έχουν κάνει τα απαραίτητα για να αποφευχθεί η γενίκευση της κρίσης που ξέσπασε την περασμένη εβδομάδα όταν η μεγαλύτερη τράπεζα των startups, Silicon Valley Bank δεν κατάφερε να βρει τη ρευστότητα που χρειαζόταν.
Ταχύτατα οι αμερικανικές αρχές εφάρμοσαν ένα πλαίσιο ασφαλείας για τους καταθέτες και τις τράπεζες που είχαν ανάγκη από ρευστότητα, ενώ στην Ευρώπη, οι ελβετικές αρχές προχώρησαν σε ένεση ρευστότητας προς την Credit Suisse. Μέσα σε λίγες ώρες δαπανήθηκαν 84 δισ. δολάρια για τη διάσωση δύο τραπεζών στις δύο άκρες του Ατλαντικού. Αμέσως μετά το σωσίβιο των 50 δισ. φράγκων (54 δισ. δολάρια) που έριξε η Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας στην Credit Suisse, για να ενισχύσει τη ρευστότητά της, μεγάλες τράπεζες των ΗΠΑ διέθεσαν 30 δισ. δολάρια για να σώσουν την First Republic Bank, η οποία ακολούθησε την πτώση της Silicon Valley Bank.
Τα σημαντικά προβλήματα των τριών αμερικανικών τραπεζών και η έκτακτη ανάγκη της ελβετικής Credit Suisse για ρευστότητα, μετά την άρνηση των Σαουδαράβων να την στηρίξουν κεφαλαιακά, βάζουν δύσκολα στις κεντρικές τράπεζες. Στην επενδυτική κοινότητα υπάρχει η αίσθηση ότι εξαιτίας των αναταράξεων που προκάλεσαν οι τραπεζικές διασώσεις, οι κεντρικές τράπεζες των ΗΠΑ και της Ευρωζώνης θα σταματήσουν τις αυξήσεις επιτοκίων συντομότερα. Παρά την αύξηση κατά 0,50% από την ΕΚΤ την Πέμπτη, οι αγορές πιστεύουν ότι το τελικό επιτόκιο στην Ευρώπη θα διαμορφωθεί χαμηλότερα απ’ ότι αναμενόταν. Κάτι ανάλογο ισχύει και για τις ΗΠΑ με την Fed να ανακοινώνει τη δική της απόφαση για τη νομισματική πολιτική την ερχόμενη εβδομάδα.
Ο πανευρωπαϊκός δείκτης των τραπεζικών μετοχών STOXX Banks σημείωσε πτώση 16,5% την τελευταία εβδομάδα, περιορίζοντας έτσι τα κέρδη του στο 2,8% από την αρχή του έτους. Συνολικά οι ευρωπαϊκές μετοχές έχασαν 3,56% στην εβδομάδα αλλά κερδίζουν 7,43% μέσα στο 2023. Στην Αμερική, ο δείκτης S&P 500 χάνει μόλις 2% από τότε που ξέσπασε η τραπεζική κρίση, αποφεύγοντας διακυμάνσεις πανικού. Αναλυτές το αποδίδουν αυτό στο γεγονός ότι οι μετοχές έχουν δεχθεί ώθηση από τη μεγάλη πτώση στις αποδόσεις των «ασφαλών» real assets.
Οι επενδυτικοί οίκοι πιστεύουν ότι ακόμη και αν όσα έχουν συμβεί μέχρι στιγμής σε ΗΠΑ και Ευρώπη με τις τραπεζικές διασώσεις, είναι το αποκορύφωμα της κρίσης, εντέλει θα οδηγηθούμε σε πιο σφιχτές χρηματοδοτικές συνθήκες, λόγω κλίματος και έλλειψης εμπιστοσύνης, κάτι που θα επιβαρύνει την παγκόσμια οικονομία και ταυτόχρονα θα περιορίσει την ανάγκη για νέες μεγάλες αυξήσεις επιτοκίων.
Οι αντιδράσεις των επενδυτών μετά την ανακοίνωση της ΕΚΤ την Πέμπτη, δείχνουν ότι στην ουσία ελπίζουν να συμβεί αυτό που θα ήθελαν, να σταματήσουν δηλαδή νωρίτερα οι αυξήσεις επιτοκίων. Οι αγορές είναι όμως πολύ πιθανό να υποτιμούν τις προθέσεις των κεντρικών τραπεζών, από τη στιγμή που ο δομικός πληθωρισμός εμφανίζεται πάρα πολύ ανθεκτικός. Το πόσο δύσκολο είναι να τεθεί υπό έλεγχο η ακρίβεια φαίνεται και από το γεγονός ότι η ΕΚΤ δεν προβλέπει ότι θα υποχωρήσει ο δομικός πληθωρισμός στο 2% έως το 2025. Μόνο στην περίπτωση που η εικόνα του πληθωρισμού βελτιωθεί σημαντικά τους επόμενους μήνες, θα μπορούμε να μιλάμε για αποκλιμάκωση των επιτοκίων κάποια στιγμή αλλά όχι πριν τα τέλη του 2024.