THEPOWERGAME
Μετά το πολυετές ράλι των χρηματιστηριακών αγορών, το οποίο τροφοδοτούνταν από τον υποτονικό πληθωρισμό και τη στήριξη των κεντρικών τραπεζών, το ρευστό και τα ομόλογα επανέρχονται στο προσκήνιο λόγω των αλματωδών ανατιμήσεων στην πραγματική οικονομία και κατ΄ επέκταση της ραγδαίας αύξησης του κόστους δανεισμού. Όσο οι κεντρικές τράπεζες και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού δεν οπισθοδρομούν από τη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής -καθώς ο πληθωρισμός απέχει από τον στόχο του 2%- οι επενδυτές προτιμούν το χαμηλό ρίσκο και την αμεσότητα στη ρευστοποίηση επενδύσεων. Στις ΗΠΑ παρατηρείται, επίσης, μια στροφή στις προθεσμιακές καταθέσεις μιας και το επιτόκιο μπορεί να φθάσει έως και το 4%.
Σε μια περίοδο που το οικονομικό κλίμα στον ανεπτυγμένο κόσμο επηρεάζεται από τη γεωπολιτική ένταση λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, του αυξημένου κόστους ενέργειας και των επενδυτικών διλλημάτων που θέτει η κλιματική κρίση, είναι αισθητή η αποστροφή του επενδυτικού κινδύνου. Η παθητική διαχείριση χαρτοφυλακίου -η οποία αναπαράγει αποδόσεις με γνώμονα έναν δείκτη αναφοράς μετοχών, ομολόγων ή άλλων επενδυτικών προϊόντων- κερδίζει έδαφος. Αυτό δεν σημαίνει πως η ενεργητική διαχείριση χαρτοφυλακίου -όπου ένας διαχειριστής επιδιώκει αποδόσεις που υπερισχύουν ενός δείκτη αναφοράς- χάνει την απήχηση της.
Μετά από απώλειες της τάξεως του 2,99% του χρηματιστηριακού δείκτη S&P 500 και αντίστοιχα 7,99% του Nasdaq μέσα στο 2022, η προτίμηση στην παθητική διαχείριση χαρτοφυλακίου από τους μικροεπενδυτές στις ΗΠΑ κινήθηκε στο 46% έναντι των διεθνών επενδύσεων (38%) και της ενεργητικής διαχείρισης (22%), σύμφωνα με τη σφυγμομέτρηση του Bloomberg. Βέβαια τα δεδομένα διαφέρουν για τους διαχειριστές κεφαλαίων της Wall Street. Η δημοφιλέστερη απάντηση μεταξύ των επαγγελματιών ήταν οι διεθνείς επενδύσεις (47%), έπειτα η παθητική διαχείριση χαρτοφυλακίου (37%). Τελευταία ήταν η ενεργητική διαχείριση με ποσοστό 30%.
Μεγάλη απήχηση έχουν επίσης οι τίτλοι του αμερικανικού δημοσίου με διάρκεια από τέσσερις έως 52 εβδομάδες, γνωστοί ως T-bills. «Οι ομολογιακές αγορές βρίσκονται ξανά στο προσκήνιο», δήλωσε ο Τζέρεμι Κιλ, διαχειριστής κεφαλαίων στην Keil Financial Partners, στο αμερικανικό ειδησεογραφικό δίκτυο CNBC. Με τις αποδόσεις εξαμηνιαίων και 12μήνων γραμματίων των ΗΠΑ να αποδίδουν πάνω από 5%, το αντίκρισμα γίνεται ελκυστικό χωρίς να ενέχει επενδυτικό ρίσκο. Σύμφωνα με την Bank of America, οι εισροές σε ρευστά διαθέσιμα, συμπεριλαμβανομένων των γραμματίων του αμερικανικού δημοσίου και των τραπεζογραμματίων, διαμορφώθηκαν στα 68 δισ. δολάρια την εβδομάδα που έληξε αρχές Μαρτίου έναντι των 7,4 δισ. δολαρίων που καταγράφηκαν σε μετοχικά αμοιβαία.
Mε την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) να τονίζει πως προτεραιότητα έχει η χαλιναγώγηση του πληθωρισμού, έχοντας ήδη αυξήσει τα επιτόκια της κατά 300 μονάδες βάσης από τον περσινό Μάρτιο, οι επενδυτές στρέφονται ξανά στις αγορές σταθερού εισοδήματος της Ευρώπης. Στοιχεία της Deutsche Bank έδειξαν πως αντιστρέφονται οι καθαρές εκροές των 818 δισ. ευρώ που είχαν σημειωθεί στα τέλη του 2021. «Όσο μειώνεται το χάσμα των επιτοκίων μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης, το ευρώ θα συνεχίσει να ενισχύεται κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους», σχολίασε στο Bloomberg o Πωλ Τζάκσον, υψηλό στέλεχος στην Invesco Asset Management. Με την απόδοση του 10ετούς γερμανικού ομολόγου να έχει σκαρφαλώσει από αρνητικό πρόσημο στο 2,73% μέσα σε ένα έτος, αναλυτές της αγοράς κάνουν λόγο για επαναπατρισμό κεφαλαίων στην Ευρώπη.