THEPOWERGAME
Τους νικητές και τους χαμένους από τον νόμο για τη μείωση του πληθωρισμού των ΗΠΑ (IRA) και την πιθανή απάντηση της ΕΕ εντοπίζει η Citigroup από την ευρωπαϊκή αγορά. Αν και συνολικά ο νόμος αποτελεί σημαντικό αρνητικό παράγοντα για τις ευρωπαϊκές εταιρείες και άρα για τις μετοχές της Ευρώπης, ωστόσο εκτιμά πως υπάρχουν πολλοί κλάδοι που θα επωφεληθούν από το νέο αυτό τοπίο.
Ο νόμος για τη μείωση του πληθωρισμού των ΗΠΑ, όπως σημειώνει η Citi, σχεδιάζει 369 δισ. δολάρια επιδοτήσεων πράσινης βιομηχανίας και ενέργειας για μια δεκαετία, πολλές από τις οποίες εισάγουν διακρίσεις σε βάρος ξένων παραγωγών. H Citigroup πιστεύει ότι η ΕΕ θα καταλήξει σε πολιτική συμφωνία την άνοιξη σχετικά με τη χαλάρωση των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις για την καθαρή τεχνολογία και τον επαναπροσδιορισμό περίπου 300 δισ. ευρώ υφιστάμενων γραμμών χρηματοδότησης για να βοηθήσει τις κυβερνήσεις με λιγότερη δημοσιονομική δύναμη να ανταγωνιστούν. Αλλά αυτά θα είναι ως επί το πλείστον δάνεια προς τα κράτη μέλη, τα οποία δεν αναμένεται να αναληφθούν πλήρως, και σχεδόν καθόλου νέα κονδύλια της ΕΕ. Οι κλιμακούμενες επιδοτήσεις και οι ολοένα και πιο προστατευτικές πολιτικές αυξάνουν τους κινδύνους υψηλότερου μεσοπρόθεσμου πληθωρισμού.
Ο αμερικανικός IRA και η απάντηση της ΕΕ θα έχουν αντίκτυπο σε συγκεκριμένο τμήμα της ευρωπαϊκής αγοράς μετοχών. Συνοπτικά, οι κύριες ανησυχίες σχετικά με τον IRA των ΗΠΑ είναι:
- ότι ο IRA κάνει διακρίσεις έναντι των ευρωπαϊκών προϊόντων που εισάγονται στις ΗΠΑ, εις βάρος των εταιρειών της ΕΕ.
- ότι η από-βιομηχανοποίηση θα επιβαρύνει τις μακροπρόθεσμες οικονομικές επιδόσεις της Ευρώπης, και
- ότι θα προκαλέσει μια στροφή στην κατανομή κεφαλαίου προς τις ΗΠΑ.
Οι κλάδοι και οι μετοχές που χάνουν ή κερδίζουν από τον IRA
Η αρχική «αντίδραση» είναι ότι ο IRA των ΗΠΑ, σε συνδυασμό με καθυστερημένη ή ανεπαρκή απάντηση από την ΕΕ, θα είναι καθαρά αρνητική εξέλιξη για ευρωπαϊκές εταιρείες, τονίζει η Citi.
Αυτό θα μπορούσε να ισχύει για ορισμένους κλάδους όπως η Υγειονομική Περίθαλψη, και ενώ υπάρχουν ορισμένα πιθανά αυξητικά οφέλη, ο καθαρός αντίκτυπος είναι σε μεγάλο βαθμό μέτρια αρνητικός. Η AstraZeneca και η AbbVie είναι από τις πιο εκτεθειμένες εταιρείες. Όπως σημειώνει η Citi, ο IRA περιλαμβάνει τις πιο σημαντικές μεταρρυθμίσεις για την τιμολόγηση των φαρμάκων στις ΗΠΑ από το 2006. Αν και υπάρχουν ορισμένα πιθανά αυξητικά οφέλη, ο καθαρός αντίκτυπος είναι σε μεγάλο βαθμό αρνητικός για την παγκόσμια βιομηχανία, μειώνοντας τις προσαρμοσμένες στον κίνδυνο αποδόσεις.
Ωστόσο, οι αναλυτές της Citi πιστεύουν ότι πολλοί κλάδοι θα μπορούσαν να ωφεληθούν σημαντικά.
Στον τεχνολογικό κλάδο, ο IRA των ΗΠΑ θα οδηγήσει σε αυξημένη ζήτηση για ημιαγωγούς ισχύος, οι οποίοι είναι κρίσιμοι για τα ηλεκτρικά οχήματα και την ευρύτερη κίνηση προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Μια απάντηση στην Ευρώπη παρόμοια με αυτή του αμερικανικού IRA θα είχε περαιτέρω θετικό αντίκτυπο στη ζήτηση ημιαγωγών ισχύος. Δεδομένων των υφιστάμενων περιορισμών παραγωγικής ικανότητας σε τέτοια εξαρτήματα, περαιτέρω κυβερνητικά κίνητρα θα μπορούσαν να επιδεινώσουν την τρέχουσα ανισορροπία προσφοράς/ζήτησης, καθιστώντας αναγκαίες τις συνεχείς επενδύσεις κεφαλαίου στην ικανότητα παραγωγής ημιαγωγών. Οι μεγαλύτεροι δικαιούχοι σε αυτό το πλαίσιο είναι η Infineon και η STMicro.
Σε ότι αφορά τον κλάδο της Ενέργειας και των Υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, η Citi σημειώνει πως ένα από τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά του IRA των ΗΠΑ είναι ότι παρέχει φορολογικά κίνητρα για απαλλαγή από τον άνθρακα, αλλά με τρόπο που είναι τεχνολογικά αγνωστικιστικός. Αναμφισβήτητα η μεγαλύτερη επιρροή είναι η εύρεση οδών για βιομηχανική απαλλαγή από τον άνθρακα. Τα κίνητρα παρέχουν τρόπους για τη «βρώμικη» βιομηχανία να μειώσει τις εκπομπές μέσω διαδικασιών όπως η δέσμευση άνθρακα, το μπλε υδρογόνο και τα βιοκαύσιμα.
Η προσέγγιση των ΗΠΑ έρχεται σε αντίθεση με την ενεργειακή πολιτική της ΕΕ που έχει προσπαθήσει να επιλέξει τις τεχνολογικές οδούς. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας βρίσκονται εδώ και πολύ καιρό στο επίκεντρο της πολιτικής, και πιο πρόσφατη νομοθεσία όπως το RePowerEU έχει ωθήσει τις φιλοδοξίες γύρω από το πράσινο υδρογόνο. Ωστόσο, φαίνεται τώρα πως η ΕΕ συνειδητοποιεί ότι αυτή η προσέγγιση μπορεί να έχει θέσει σε κίνδυνο τη βιομηχανική ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης.
Για τον κλάδο της ενέργειας, θεωρητικά, αυτή η αλλαγή εστίασης θα ήταν πιο επωφελής για όσες εταιρείες διαθέτουν πολλές βιομηχανικές εγκαταστάσεις (π.χ. διύλιση, χημικά). Για παράδειγμα, η Repsol διαθέτει περίπου το 40% του καθαρού ενεργητικού της σε αυτό το είδος δραστηριότητας και σχεδόν όλο είναι στην ΕΕ.
Εκ πρώτης όψεως, οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας θεωρούνται δυνητικοί δικαιούχοι ενός IRA της ΕΕ, δεδομένης της έκθεσής τους στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η Citi πιστεύει ότι αυτή η αντίληψη είναι λάθος. Οι ίδιες οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας δεν ζήτησαν πρόσθετα νομισματικά κίνητρα για την διάθεση κεφαλαίων στις παραδοσιακές καθιερωμένες τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην Ευρώπη (αιολική, ηλιακή και υδροηλεκτρική), και ο βασικός περιορισμός ήταν η επιτρεπόμενη καθυστέρηση και τα προβλήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας. Για να επιταχυνθεί η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, η βιομηχανία ζήτησε απλώς ταχύτερη αδειοδότηση, κατάργηση γραφειοκρατικών διαδικασιών και εκκίνηση της εφοδιαστικής αλυσίδας.
Αντίθετα, όπως σημειώνει η Citi, ενώ το εύρος της απάντησης της Ευρώπης παραμένει αβέβαιο, η σχεδιαζόμενη διευκόλυνση της αδειοδότησης στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα πρέπει ωφελήσει τον κλάδο των κεφαλαιουχικών αγαθών. Οι ευρωπαϊκοί κατασκευαστές ανάλογου εξοπλισμού (ΚΑΕ), π.χ. Volkswagen, Stellantis, θα μπορούσαν επίσης να επωφεληθούν από τη δυνητική υποστήριξη στον τομέα των ηλεκτρικών οχημάτων.
Ο αντίκτυπος στον κλάδο των μετάλλων και της εξόρυξης προέρχεται κυρίως από: α) τη χρήση μετάλλων στην παραγωγή και μεταφορά καθαρής ενέργειας (που είναι σχεδόν το 2/3 της προβλεπόμενης χρηματοδότησης του IRA) και β) τη χρήση μετάλλων σε ηλεκτρικά οχήματα (και το μερίδιο της παραγωγής μπαταριών ηλεκτρικών οχημάτων. Ένας ευρωπαϊκός IRA πιθανότατα θα μεγεθύνει τον αντίκτυπο του IRA των ΗΠΑ στη ζήτηση μετάλλων (ανάλογα με το πόσα κίνητρα θα είναι διαθέσιμα). Η Ευρώπη είναι ελαφρώς μεγαλύτερη από άποψη ζήτησης – περίπου 9-12% της ζήτησης για τα περισσότερα μέταλλα. Ωστόσο, το θέμα σχετικά με τον μεγαλύτερο παράγοντα , την κινεζική ζήτηση, εξακολουθεί να παραμένει.
Κατά τη Citi, η Glencore αποτελεί δυνητικό ωφελούμενο από την πολιτική ΗΠΑ/ΕΕ, δεδομένης της έκθεσής της στον χαλκό και το νικέλιο – και τα δύο απαραίτητα για την ενεργειακή μετάβαση. Στους νικητές τοποθετεί και την Antofagasta, ως ένα καθαρό play παραγωγής άνθρακα.
Τέλος, όπως τονίζει η Citi, ο νόμος για τη μείωση του πληθωρισμού αναμένεται να τονώσει τις επενδύσεις στην ενέργεια, αυξάνοντας τη ζήτηση για δραστηριότητες επιθεώρησης που σχετίζονται με το ενεργειακό κεφαλαίο. Αυτό θα ωφελήσει συνεπώς τον κλάδο των business services και συγκεκριμένα τις SGS, Interek, Applus (και Bureau Veritas. Επίσης, η Ashstead λόγω της δραστηριοποίησής της στην ενοικίαση εξοπλισμού θα επωφεληθεί από μεγαλύτερη κατασκευαστική δραστηριότητα.