THEPOWERGAME
Η αλματώδης αύξηση των τιμών στην ενέργεια και η αύξηση των οικονομικών κυρώσεων εις βάρος της Ρωσίας, όσο η Μόσχα συνεχίζει αδιάλειπτα τους βομβαρδισμούς στην Ουκρανία χωρίς καμία πρόθεση να μετριάσει την επιθετικότητά της, εντείνει τη μεταβλητότητα των αγορών. Επενδυτές και αναλυτές της αγοράς προσπαθούν να αξιολογήσουν τις επιπτώσεις τόσο στην ευρωπαϊκή, όσο και στη ρωσική οικονομία ύστερα από την άνοδο του πετρελαίου Μπρεντ στα 111 δολάρια το βαρέλι και του φυσικού αερίου στην Ευρώπη έως και τα 185 ευρώ την μεγαβατώρα την Τετάρτη, μια εβδομάδα μετά τη γενικευμένη εισβολή στην Ουκρανία από τη Μόσχα.
Οι συνθήκες αυτές, αναμφισβήτητα, θα επιδεινώσουν τις πληθωριστικές πιέσεις στην παγκόσμια οικονομία, ένα μεγάλο κομμάτι της οποίας αναπροσαρμόζεται σε νέα δεδομένα. Την οικονομική απομόνωση της Ρωσίας, ενός ισχυρού παίκτη στις διεθνείς αγορές των εμπορευμάτων. Μολονότι η Δύση έχει αποφύγει σε αυτή τη φάση να επιβάλει απευθείας κυρώσεις στο πετρέλαιο και το φυσικό αέριο της Ρωσίας, η πλειοψηφία των διαπραγματευτών στις αγορές εμπορευμάτων αποφεύγουν να εμπλακούν σε συναλλαγές με φορτία πρώτων υλών από τη χώρα.
Δεδομένης της διακοπής συνεργασιών και επενδύσεων από μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες, διεθνείς τράπεζες και ναυτιλιακές εταιρείες μετά τις κυρώσεις της Δύσης, οι παράγοντες των αγορών πετρελαίου αποφεύγουν με τη σειρά τους τη Ρωσία. Το Bloomberg αναφέρεται στον κολοσσό διαπραγμάτευσης πετρελαίου Trafigura Group, ο οποίος δεν κατάφερε να πουλήσει φορτίο με πετρέλαιο από τη Ρωσία ακόμη και σε αντίτιμο χαμηλότερο της αγοράς. Μονάδες διύλισης στην Ασία στρέφονται στις αγορές της Μέσης Ανατολής παρά την περιορισμένη διαθεσιμότητα πετρελαίου εκεί.
Ακόμη και πιο έμπειροι παράγοντες των αγορών δυσκολεύονται να ανταπεξέλθουν στις απότομες διακυμάνσεις των αγορών, γεγονός που αιτιολογεί τη μεγάλη άνοδο των τιμών στις αγορές ενέργειας παρά την απόφαση των ΗΠΑ και ακόμη 30 χωρών να διαθέσουν 60 εκατ. βαρέλια από τα στρατηγικά τους αποθέματα. «Σε τελική ανάλυση δεν είναι αρκετά για να εξισορροπήσει η αγορά. Είναι μια πρόσκαιρη λύση», σχολίασε στο CNN o Μαικλ Τραν, γενικός διευθυντής στον τομέα της παγκόσμιας ενεργειακής στρατηγικής της RBC Capital Markets.
Με περιορισμένες επιλογές η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας
Η Berenberg Bank εκτιμά πως η Δύση θα λάβει πρόσθετα μέτρα για την απομόνωση του οικονομικού και χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ρωσίας όσο ο πρόεδρος της χώρας, Βλαντιμίρ Πούτιν, κλιμακώνει τις επιθέσεις στην Ουκρανία. Όπως επισημαίνει ο Κάλουμ Πίκερινγκ, οικονομολόγος της τράπεζας, «οι συνθήκες στο ρωσικό χρηματοπιστωτικό σύστημα και την ευρύτερη οικονομία θα επιδεινωθούν ακόμα πιο πολύ μέσα στις επόμενες ημέρες και εβδομάδες καθώς θα γίνεται αισθητή η επίδραση των υφιστάμενων κυρώσεων και θα προστεθούν νέα περιοριστικά μέτρα».
Ήδη το πάγωμα σχεδόν των δυο τρίτων από τα συναλλαγματικά αποθέματα της κεντρικής τράπεζας της Ρωσίας έχουν περιορίσει δραματικά την ευελιξία της στη σταθεροποίηση του ρουβλιού μέσα από τις αγορές νομισμάτων, αναγκάζοντάς την να αυξήσει το κόστος δανεισμού από το 9,5% στο 20%, να επεκτείνει την προσφορά του χρήματος και να υποχρεώσει τους εξαγωγείς να πουλήσουν ότι ξένα νομίσματα. «Στο εγγύς μέλλον, η Ρωσία θα παραμείνει απομονωμένη από τον δυτικό κόσμο και τις μεγάλες αγορές της παγκόσμιας οικονομίας», αναφέρει ο οικονομολόγος της γερμανικής τράπεζας.
Αν και υπάρχουν εταιρείες στην Ευρώπη που είναι εκτεθειμένες στη ρωσική οικονομία, ιδιαίτερα στον ενεργειακό της κλάδο, η Berenberg δεν διαβλέπει την πρόκληση αλυσιδωτών αντιδράσεων στο ευρύτερο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Θα μπορούσε η απότομη πτώση των εσόδων από τις εταιρείες αυτές να αποτελέσει έναν πιθανό κίνδυνο στην χρηματοπιστωτική σταθερότητα; «Κατά την άποψη μας είναι απίθανο να διακοπούν οι φυσιολογικές ροές της πίστωσης από ενδεχόμενα προβλήματα σε έναν αριθμό τραπεζών τουλάχιστον σε τέτοιο βαθμό που να μην μπορέσουν οι αρμόδιοι αξιωματούχοι να δώσουν μια λύση». Τονίζει δε πως η Ρωσία αναλογεί στο 1,2% του παγκόσμιου ΑΕΠ και στο 2,9% της Ευρωζώνης.