THEPOWERGAME
Εταιρικά ομόλογα άνω των 100 δισ. δολαρίων εκδόθηκαν μέσα στην πρώτη εβδομάδα του Ιανουαρίου καθώς ο διεθνής επιχειρηματικός κόσμος σπεύδει να αξιοποιήσει τα ιστορικά χαμηλά επιτόκια που επικρατούν σήμερα. Με τον υψηλό πληθωρισμό να καθιστά αργά ή γρήγορα απαραίτητη την αύξηση των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες, οι εταιρείες φαίνεται πως εκμεταλλεύονται όσο το δυνατόν πιο πολύ τις ευνοϊκές συνθήκες δανεισμού που επικρατούν σήμερα.
Σύμφωνα με στοιχεία της Refinitiv, περίπου 101 δισ. δολάρια άντλησαν εταιρείες με την έκδοση ομολόγων παγκοσμίως την εβδομάδα που έληξε 7 Ιανουαρίου, απέχοντας μια ανάσα από το ρεκόρ των 118 δισ. δολαρίων που καταγράφηκε την αντίστοιχη περυσινή περίοδο. Αυτά τα στοιχεία δίνουν μια πρόγευση των συναλλαγών που θα λάβουν χώρα μέσα στο επόμενο διάστημα, εικάζουν αναλυτές που μίλησαν στους Financial Times. Προβλέπουν πως θα υπάρξει αυξημένη δραστηριότητα διότι σενάρια θέλουν την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) να προχωρά σε τέσσερις αντί τρεις αυξήσεις των επιτοκίων μέσα στο 2022. Η Τράπεζα της Αγγλίας προχώρησε σε μια προς τα πάνω αναπροσαρμογή του βασικού της επιτοκίου τον Δεκέμβριο και η Τράπεζα της Νορβηγίας αποφάσισε δυο αυξήσεις μέσα στο 2021.
Τα περισσότερα κεφάλαια στις ομολογιακές αγορές αντλήθηκαν από τράπεζες και εταιρείες του ευρύτερου χρηματοοικονομικού κλάδου, αλλά και ξένους ομίλους που στράφηκαν στις αγορές κεφαλαίου των ΗΠΑ. Εταιρείες υψηλής κεφαλαιοποίησης όπως η ασφαλιστική MetLife και η κατασκευάστρια μηχανολογικού εξοπλισμού Caterpillar επίσης πούλησαν ομόλογα. Η ζήτηση είναι μεγάλη ακόμη και για τα ομόλογα με χαμηλή βαθμολογία, επιτρέποντας στην εταιρεία κρουαζιερόπλοιων Royal Caribbean να αντλήσει ένα δισ. δολάρια μέσα στη δεύτερη εβδομάδα του Ιανουαρίου.
Επιφυλακτικοί οι αναλυτές λόγω Όμικρον και πληθωρισμού
Εντούτοις, αναλυτές της αγοράς προειδοποιούν πως το κλίμα στις αγορές είναι αμφίρροπο λόγω της παραλλαγής Όμικρον που δεν επιτρέπει την πλήρη επαναφορά της οικονομικής δραστηριότητας στην ομαλότητα και των μεγάλων ανατιμήσεων σε όλα τα αγαθά. Η αβεβαιότητα αυτή έγινε ιδιαίτερα αισθητή στα χρηματιστήρια, με τις εκδόσεις νέων μετοχών να έχουν περιοριστεί περίπου στα επτά δισ. δολάρια την πρώτη εβδομάδα του Ιανουαρίου αντί των 22 δισ. δολαρίων την αντίστοιχη περσινή περίοδο, σύμφωνα με τους Financial Times.
Υπάρχουν, όμως, διαφορές μεταξύ μετοχών και ομολόγων. Τα χρηματιστήρια βρίσκονται ήδη στα ύψη ύστερα από διαδοχικά ρεκόρ μέσα στο 2021. Στη Wall Street, ο δείκτης S&P 500 ενισχύθηκε πέρσι κατά 27%, έχοντας καταγράψει 70 κλεισίματα σε ιστορικά υψηλά επίπεδα αντί των 77 που είχαν καταγραφεί το 1995, επισημαίνει το πρακτορείο Reuters. Παρομοίως, η ετήσια απόδοση του Dow Jones κινήθηκε στο 18,73% και του Nasdaq στο 21,4%. Οι επικρατέστερες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για μετριοπαθέστερα κέρδη μέσα στο 2022.
Από την άλλη πλευρά, η μέση απόδοση των ομολόγων με επενδυτική βαθμίδα έχει αυξηθεί από 2,35% στο 2,55%από τα τέλη του 2021 μέχρι τις αρχές του 2022, σύμφωνα με σχετικό δείκτη της Bank of America. Παράγοντες των αγορών τονίζουν πως οι επενδυτές εστιάζουν πια στις οικονομικές εξελίξεις αντί να εξετάσουν κάθε εταιρεία, σε μεμονωμένη βάση. Και επειδή η απόδοση του 10ετούς αμερικανικού ομολόγου έχει σημειώσει άνοδο 28 μονάδων βάσης σε διάστημα μηνός, φθάνοντας το 1,77%, δημιουργούνται προσδοκίες για την ευρύτερη αγορά των χρεογράφων, συμπεριλαμβανομένων των εταιρικών.